Συνέντευξη: Μαρία Καναβάκη

Το απροσδόκητα ηλιόλουστο μεσημέρι της περασμένης Δευτέρας βρεθήκαμε με τη Μαρία Καναβάκη στη Νέα Ιωνία, για να μιλήσουμε για την μέχρι τώρα πορεία της στη μουσική και το τραγούδι και όχι μόνο...

Διαβάστηκε φορες
Το απροσδόκητα ηλιόλουστο μεσημέρι της περασμένης Δευτέρας βρεθήκαμε με τη Μαρία Καναβάκη στη συνοικία του Στέλιου Καζαντζίδη, τη Νέα Ιωνία, για να μιλήσουμε για την μέχρι τώρα πορεία της στη μουσική και το τραγούδι και όχι μόνο. Η Μαρία άμεση και απλή, ζεστός άνθρωπος, με χιούμορ αλλά και άποψη για τα πράγματα, μίλησε για πολλά και διάφορα θέματα σε μια συνάντηση που ήταν πολύ περισσότερο συζήτηση παρά συνέντευξη.

Μαρία ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Μίλησέ μας για τα πρώτα χρόνια της ζωής σου. Πού γεννήθηκες, πού μεγάλωσες, σε τι συνθήκες και ποια τα ακούσματά σου στο σπίτι;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα μέχρι τα 17 μου στο Ηράκλειο της Κρήτης. Ξεκίνησα από ένα σπίτι με μια πολύ ευτυχισμένη οικογένεια. Ακούγαμε τα πάντα. Οι γονείς μου με πήγαιναν σε συναυλίες κλασικής μουσικής, σε συναυλίες του Τσιτσάνη της Αλεξίου. Άκουγα σχεδόν ο, τι υπήρχε κι έτσι έμαθα να αγαπάω οτιδήποτε νιώθω ότι είναι κοντά στα αισθητήριά μου. Τίποτα με ταμπέλες. Τα πρώτα μου ερεθίσματα, όπως για τους περισσότερους, ήταν με εφηβικές μπάντες που παίζαμε χάλια, είχαμε θράσος και παίζαμε σε συναυλίες, μαγαζιά κλπ. Από εκεί και πέρα κάπου στα 16 μου ξεκινάει το ταξίδι. Έχω την τύχη και «κουτουλάω» με τον Γιώργο Σταυρακάκη που είχε μια μουσική σκηνή και ξεκινάω τις πρώτες παραστάσεις τύποις επαγγελματικά. Ο ίδιος με συστήνει σε έναν φίλο του που τότε έμενε στο Ηράκλειο, τον Μίλτο Πασχαλίδη και κάπως έτσι, χωρίς να το καταλάβω, ξεκινάω.

Πώς έγινε και άρχισες μαθήματα μουσικής από τόσο μικρή ηλικία; Υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο ερέθισμα; Σε παρακίνησε κάποιος ή κάτι ή ήταν μια εντελώς πηγαία επιθυμία σου;

Αυτή είναι μια πολύ αστεία ιστορία που η μαμά μου τη λέει συνήθως στις φιλενάδες της. Δεν έχουμε κανέναν στην οικογένεια, τόσο τη στενή όσο και την ευρύτερη, που να ασχολείται με τη μουσική. Απολύτως κανέναν. Είναι λίγο σαν να φύτρωσα που λέμε. Όταν ήμουνα πιτσιρίκι, για κάποιο λόγο, είχα φτιάξει ένα ωραίο παιχνίδι με τον εαυτό μου. Μου είχαν πάρει μία από αυτές τις παιδικές μελόντικες, που έχουν χρώματα και βρήκα ενδιαφέρον να ζωγραφίζω και να βγάζω τραγούδια. Κάπως έτσι το πήραν πρέφα οι γονείς μου και με έγραψαν σε ένα Ωδείο, κάπου στα 5 μου. Δεν με κράτησαν γιατί ήθελα τρία μαξιλαράκια για να φτάνω στο πιάνο (γέλια). Είχα στεναχωρηθεί πάρα πολύ τότε. Έκλαιγα μέρες! Όταν πια ήμουν αρκετά ψηλή ώστε να φτάνω το πιάνο, έστω και σκαρφαλώνοντας, κάπου στα 6,5 με 7 μου χρόνια, με έγραψαν κανονικά στο Ωδείο.

Πότε περίπου άρχισες να γράφεις τα πρώτα δικά σου τραγούδια;

Τα πρώτα δικά μου ολοκληρωμένα τραγούδια άρχισα να τα γράφω αρκετά μεγαλύτερη, όταν ήμουν φοιτήτρια, κάπου στα 19 με 20 μου χρόνια. Νομίζω ότι το πρώτο-πρώτο τραγούδι που έχω γράψει είναι το «Καλοκαίριασε», που είναι στον πρώτο μου δίσκο («Παράξενο τοπίο»). Τότε στα 18 μου ήμουν στη Θεσσαλονίκη και είχα πάει Αύγουστο σε ένα πανηγύρι στη Χαλκιδική και είχα δει πρώτη φορά μακεδονίτικο πανηγύρι με ζουρνάδες, νταούλια κλπ και μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση. Εκείνο το βράδυ έφτιαξα το «Καλοκαίριασε» και πρέπει να ήταν το πρώτο πράγμα που έγραψα.

Τι παίζει μεγαλύτερο ρόλο για σένα, ο στίχος ή η μουσική; Ξεκινάς με κάτι από τα δύο;

Δεν έχω εκκίνηση, όχι. Συνήθως έχω ένα ερέθισμα. Είτε μια μελωδία, είτε ένα στιχάκι που μου καρφώνεται στο μυαλό και από κει και πέρα κάθομαι στο πιάνο και τα δουλεύω λίγο ταυτόχρονα. Κάποιες φορές ξεκινάω από τη μουσική, δηλαδή θα κάτσω στο πιάνο, κάποια φρασούλα θα μου φανεί ενδιαφέρουσα και θα αρχίσω να την εξελίσσω. Πάνω σε αυτήν θα αρχίσω να βάζω λόγια σκόρπια μέχρι να μου καρφωθεί μία ιδέα που ταιριάζει με τη μουσική. Γενικώς νομίζω ότι επειδή γράφω περισσότερο εικόνες, παρά τραγούδια, δηλ έχει να κάνει περισσότερο με το πώς αισθάνομαι εγώ εκείνη την περιόδο, γράφω λίγο βιωματικά. Οπότε τις περισσότερες φορές αυτό που μου έρχεται, είτε πρώτα ο στίχος είτε η μουσική, πάνε πακέτο. Γι’ αυτό και πολλές φορές έχω προσπαθήσει να μελοποιήσω στίχους, εξαιρετικούς μάλιστα, άλλων ανθρώπων που μου τους έχουν εμπιστευτεί ή και μουσικές που μου έχουν δώσει για να βάλω στίχους και μου φαίνεται τρομερά δύσκολο.

Ας πάμε λίγο στα χρόνια των σπουδών σου στη Θεσσαλονίκη. Οι σπουδές σου στα Οικονομικά ήταν κάτι που το ήθελες πραγματικά ή υπαγορεύτηκε σαν ανάγκη για κάτι πιο σταθερό από τη μουσική;

Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Απλά έπρεπε να συμπληρώσω ένα μηχανογραφικό. Ήξερα ότι ήθελα να πάω σε μια πόλη μεγαλύτερη από το Ηράκλειο για να βρω μία μεγαλύτερη και καλύτερη μουσική σχολή. Έτσι πίστευα τουλάχιστον. Ήθελα λοιπόν να παω ή Αθήνα ή Θες/νίκη. Έτσι άρχισα να δηλώνω ό,τι σχολή υπήρχε σε αυτές τις δύο πόλεις και τελείως τυχαία βρέθηκα στο Οικονομικό της Θες/νίκης. Κι επειδή έχω μια εμμονή να τελειώνω ό, τι ξεκινάω, απλά αποφάσισα και να το τελειώσω.

Εξαιρετικό προσόν αυτό, ε;

Λες; Νομίζω θα προτιμούσα αυτά τα 4,5-5 χρόνια που έκανα για να τελειώσω τη σχολή να τα είχα αναλώσει πιο δημιουργικά, από τη στιγμή ειδικά που δεν έχω επιλέξει αυτό το πράγμα ούτε να το αγαπήσω, ούτε να το κάνω επάγγελμά μου. Σε τελική ανάλυση είναι και κρίμα που πήρα τη θέση κάποιου άλλου ανθρώπου.

Όταν ήσουν στη Θεσσαλονίκη, έκανες εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές; Γνωρίστηκες και συνεργάστηκες με άλλους καλλιτέχνες;

Ναι βέβαια. Στη Θεσ/νίκη δούλευα πάρα πολύ πάνω στη μουσική. Έπαιζα σε πάρα πολλά μαγαζιά από αυτά που εμείς εκεί πάνω τα λέγαμε «φοιτητάδικα», δηλ τα μαγαζιά που ξεκινάνε από τις 23.30 και πάνε μέχρι το πρωί παίζοντας από όλη την ιστορία του έντεχνου τραγουδιού μέχρι το ελληνικό ροκ και γενικά ασταμάτητο παίξιμο. Σε ένα από αυτά τα μαγαζιά γνώρισα τον Χρήστο Παύλη. Βρεθήκαμε μαζί για μια δουλιά και κάνοντας πρόβες για το μαγαζί που ήταν να παίξουμε αρχίσαμε να εμπιστευόμαστε ο ένας στον άλλο τα τραγούδια τα δικά μας και είδαμε ότι ενώ είμαστε άνθρωποι διαφορετικοί, με άλλες καταβολές, παρολαυτά είχαμε πάρα πολλά κοινά. Έτσι ξεκινήσαμε να δουλεύουμε από εκεί και πέρα μαζί και στα μαγαζιά αλλά και να επεξεργαζόμαστε τα κομμάτια μας.

Κατά τη διάρκεια των φοιτητικών σου χρόνων στη Θεσσαλονίκη, πέρα από τη δουλιά σου πάνω στη μουσική, αναγκάστηκες ποτέ να κάνεις άλλες δουλιές για λόγους βιοπορισμού;

Ε σαν νέα κοπέλα κι εγώ να μην σερβίρω; Νομίζω ότι κάθε άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του πρέπει να έχει κρατήσει κι ένα δίσκο. Δούλεψα σε καφέ λοιπόν, για ένα διάστημα αλλά είχα μία άσχημη εμπειρία με το αφεντικό μου που μας ήθελε να είμαστε πολλαπλών χρήσεων κι από τότε σταμάτησα. Δεν δούλεψα πολύ, περίπου ένα 8μηνο.

Στην ουσία αφιερώθηκες στη μουσική από ένα σημείο και μετά;

Όχι αφιερώθηκα ακριβώς. Απλά βρέθηκε στο δρόμο μου πιο εύκολο το να μπορώ να βγάζω τα προς το ζην και τα του Ωδείου μου - γιατί παράλληλα τότε τελείωνα και το Ωδείο - από εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές παρά να σερβίρω ποτά. Ήμουν λίγο τυχερή σε αυτό το θέμα. Άσε που είμαι και άτσαλη δηλαδή… Υποψιάζομαι ότι αν το κάνω τώρα, εννιά στις δέκα φορές θα ρίξω τον δίσκο (γέλια).

Πότε περίπου ένιωσες αποφασισμένη ότι θα ασχοληθείς στη ζωή σου αποκλειστικά με τη μουσική και ότι θα βγάζεις τα προς το ζην από αυτήν;

Κοίτα αποφασισμένη δεν είμαι ούτε τώρα. Η μουσική είναι κάτι που στην ουσία με έχει επιλέξει. Νομίζω ότι είναι ο τρόπος με τον οποίο νιώθω εγώ πιο ασφαλής, πιο καλά. Δηλαδή θέλω να καταλήξω ότι ακόμα και αν κάποια στιγμή δεν μου βγάζει τα προς το ζην, δεν νομίζω ότι θα

Διαβάστε ακόμα