Η Μαρία Πανοσιάν μιλάει για τα νέα της EP, X-Ray και Prophecy

Η συνθέτις Μαρία Πανοσιάν μιλάει στο Mix Grill με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία δύο EP της.
Διαβάστηκε φορες
Η Μαρία Πανοσιάν είναι ένας άνθρωπος της μουσικής με πολλές ιδιότητες:  συνθέτις, ραδιοφωνική παραγωγός, DJ, ηχολήπτρια. Μας συστήθηκε δισκογραφικά το 2011 με το άλμπουμ Πατώματα Βρεγμένα, ένα σύνολο οργανικών συνθέσεων και τραγουδιών που διέπονται από μια ιδιαίτερη, δική της αισθητική.

Στο τελευταίο τέταρτο του 2012, η Πανοσιάν επανήλθε στη δισκογραφία με την κυκλοφορία δύο EP σε γρήγορη μεταξύ τους διαδοχή. Αρχικά ήρθε το X-Ray, το φθινόπωρο, το οποίο περιλαμβάνει τρία κομμάτια και κυκλοφόρησε από τη βρετανική εταιρεία Passive Front Records ενώ τον Δεκέμβριο ακολούθησε το Prophecy, με τέσσερα οργανικά κομμάτια.

Με τις δύο αυτές κυκλοφορίες παγιώνεται και συνάμα εμπλουτίζεται το στυλ και η αισθητική της Πανοσιάν και γίνονται ακόμα πιο σαφείς οι καλλιτεχνικές προθέσεις της. Πιανιστικά μοτίβα, ηλεκτρονικές παρεμβάσεις που άλλοτε λειτουργούν διακριτικά και άλλοτε διαβρώνουν το ηχητικό πεδίο, και αφηγήσεις, όπου χρησιμοποιείται φωνή. Με λίγα λόγια, η Πανοσιάν, ενώ χρησιμοποιεί τα υλικά της με οικονομία, επιτυγχάνει τελικά ουσιαστικό αποτέλεσμα και πολλές συγκινήσεις. Ταυτόχρονα, εμφανίζεται σαφώς πιο ώριμη, σίγουρη και τολμηρή σε σχέση με το ντεμπούτο της.

Με αφορμή αυτές τις δύο κυκλοφορίες, αναζητήσαμε τη Μαρία Πανοσιάν για μια σύντομη κουβέντα γύρω από αυτές. Ιδού όσα είχε να μας πει:

Μαρία, το περασμένο φθινόπωρο κυκλοφόρησε το EP σου με τίτλο X-Ray μέσω της βρετανικής εταιρείας Passive Front Records. Μίλησέ μου για αυτή την κυκλοφορία και για το πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία.

Το  Χ-Ray περιλαμβάνει τρία κομμάτια, εκ των οποίων το ένα ονομάζεται Love Letter From A Polymorph σε στίχους και ερμηνεία της Νεφέλης Παπαδάκη. Είναι το κομμάτι που στάθηκε η αφορμή να γίνει η πρόταση από την βρετανική εταιρεία Passive Front Records. Αρχικά είχα ανεβάσει το εν λόγω κομμάτι, προτού το δισκογραφήσω, στο προσωπικό μου κανάλι στο Soundcloud. Μέσα σε λίγες μόνο ημέρες υπήρξε θετική ανταπόκριση από τον κόσμο σε μηνύματα και ακούσματα, και ένα από τα μηνύματα που είχα λάβει ήταν από τον διευθυντή της εταιρείας αυτής. Mε μεγάλη μου χαρά δέχτηκα την πρότασή τους και έγραψα ακόμη δύο ορχηστρικά κομμάτια τα οποία κυκλοφορούν μόνο σε ψηφιακή μορφή στο διαδίκτυο και μπορεί κανείς να τα βρει στα iTunes, Beatport, juno.co.uk κλπ.

Ο όρος «διεθνής καριέρα» έχει χρησιμοποιηθεί από καλλιτέχνες της 
χώρας μας πολλάκις, καθ’ υπερβολή στις περισσότερες περιπτώσεις. Τι σημαίνουν για σένα αυτές οι λέξεις και κατά πόσο επιδιώκεις συνειδητά κάτι τέτοιο;

Για να είμαι ειλικρινής δεν είχα σκεφτεί ποτέ να επιχειρήσω την προώθηση της δουλειάς μου στο εξωτερικό. Μου φαινόταν πάντα δύσκολο και θεωρούσα πως για να φτάσεις μέχρι εκεί χρειάζονται χρήματα και γνωριμίες, κάτι που εγώ δεν έχω. Ούτε υπάρχει δίπλα μου κάποια συγκεκριμένη δισκογραφική εταιρεία ή κάποιος μάνατζερ που να διευκόλυνε αυτή την προοπτική. Παρ' όλα αυτά, απεδείχθη ότι η εξέλιξη της δισκογραφίας και η διάδοση της μουσικής μέσω του διαδικτύου κατέστησαν εφικτή την προσέγγιση ευρύτερου κοινού. Αυτό συνέβη και στη δική μου περίπτωση. Ανέβασα σε προσωπική μου σελίδα τα κομμάτια μου και τα μηνύματα που λαμβάνω είναι από διάφορες χώρες του κόσμου. Θεωρώ ότι κάθε καλλιτέχνης ονειρεύεται να διαδοθεί η μουσική του όσο το δυνατόν περισσότερο. Στο πλαίσιο αυτό, προσδοκώ να ντύσω μουσικά, ταινίες, ντοκιμαντέρ και θεατρικά έργα και γιατί όχι ακόμα και στο εξωτερικό.

Έπειτα από την επαφή σου με μια δισκογραφική του εξωτερικού, πώς αποτιμάς την εγχώρια δισκογραφική πραγματικότητα, ποιες ομοιότητες και ποιες διαφορές εντοπίζεις;

Στις συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητας είναι πολύ δύσκολη αυτή η σύγκριση. Παρακολουθώντας τη μία δισκογραφική μετά την άλλη να κλείνει, το ίδιο να συμβαίνει και με τα δισκοπωλεία και τις εταιρείες διανομής, οι δημιουργοί βιώνουμε ένα μεγάλο πλήγμα στην εγχώρια δισκογραφία. Επιπλέον, το ελληνικό μουσικόφιλο κοινό πιστεύω ότι δεν έχει εγκλιματιστεί ακόμα στη διαδικασία της ψηφιακής αγοράς δίσκων, παρ' ολα αυτά γίνονται πολύ καλές προσπάθειες από μικρά labels ελληνικών δισκογραφικών εταιρειών. Ως εκ τούτου, η δυναμική των δισκογραφικών δεν έγκειται σε ποια χώρα δραστηριοποιούνται, εφόσον όπως είπα και προηγουμένως η διανομή γίνεται διαδικτυακά, αλλά στην οικονομική ευχέρεια προκειμένου να προωθήσουν τη δουλειά ενός καλλιτέχνη.

Τον Δεκέμβριο εξέδωσες ένα ακόμα EP, το Prophecy. Μίλησέ μου λίγο για αυτό. Για ποιο λόγο ήρθε τόσο σύντομα μετά το X-Ray και για ποιο λόγο έχεις επιλέξει το φορμάτ του EP για τις κυκλοφορίες σου;

Το Prophecy κυκλοφόρησε επίσης σε ψηφιακή μορφή με τέσσερα ορχηστρικά κομμάτια, τρεις περίπου μήνες μετά το X-Ray, από διαφορετική εταιρεία. Και στις δύο περιπτώσεις μού ζητήθηκε να γίνει η κυκλοφορία σε EP για να πραγματοποιηθεί όσο το δυνατόν πιο σύντομα αλλά  και για οικονομικούς λόγους. Επίσης, και τα δύο μου EP είναι θεματικά και χρειάστηκε μικρότερη διάρκεια από αυτή ενός LP για να τα ολοκληρώσω. Μου άρεσε πάντα η ιδέα του να περιγράφω μουσικά κάποιες περιόδους της ζωής μου και έτσι το φορμάτ extended play με όριο τα 25 λεπτά με βοηθάει στην ολοκλήρωση των προσωπικών μου ενοτήτων. Το Prophecy είναι άλλη μια ενδοσκόπηση σε σχέση με τη δύσκολη περίοδο που διανύουμε σε κοινωνικό αλλά και σε προσωπικό επίπεδο. Μπορεί κάποιος να το βρει σε iTunes, Amazon, juno.co.uk. Για περισσότερα μπορεί κανείς να επισκέπτεται  την προσωπική μου ιστοσελίδα,  www.mariapanosian.com.
Διαβάστε ακόμα