Ίκαρος Μπαμπασάκης & Δημήτρης Αντωνόπουλος

Radio Propaganda: Ραδιοφώνου Εγκώμιο

Μου αρέσει να δημοσιοποιώ τη συγκίνησή μου για το πώς εκφράζονται οι άνθρωποι του ραδιοφώνου, οι ραδιοφωνατζήδες, για το ότι παραμένουν ρομαντικοί...
Διαβάστηκε φορες
Μου αρέσει να δημοσιοποιώ τη συγκίνησή μου για το πώς εκφράζονται οι άνθρωποι του ραδιοφώνου, οι ραδιοφωνατζήδες, για το ότι παραμένουν ρομαντικοί μέσα σε εποχές γενικευμένου κυνισμού, ανιδιοτελείς σε καιρούς άκρατης χρησιμοθηρίας. Γιατί άραγε να συμβαίνει αυτό, αναρωτιέμαι. Γιατί έχουν κάτι δονκιχωτικό οι άνθρωποι του ραδιοφώνου; Γιατί μοιάζουν να διακατέχονται από ένα αλλόκοτο μεράκι, σαν κάτι παλιοί μάστορες που νοιάζονταν πάνω απ’ όλα για την ποιότητα της εργασίας τους και όχι για τις απολαβές; Θαρρώ ότι είναι ένας συνδυασμός μερικών πραγμάτων που κάνει τους ραδιοφωνατζήδες πιο ξεχωριστούς, κατά τη γνώμη μου, από τους συναδέλφους τους της τηλεόρασης, που τους κάνει να μοιάζουν ακριβώς με παλιούς μαστόρους, κυριευμένους από μεράκι.
    
Πρώτα απ’ όλα συμβάλλει η ίδια η φύση του μέσου. Το ραδιόφωνο θεωρείται θερμό μέσο, ανοίγει άνετα τις πύλες της φαντασίας, κερνάει τις ύλες της ευαισθησίας – και σε αυτές απευθύνεται άλλωστε. Ο ακροατής φαντάζεται το πρόσωπο, τις χειρονομίες, τα χαμόγελα του ραδιοφωνατζή – δεν υπάρχει στο ραδιόφωνο η αδυσώπητη αποκάλυψη, και συνάμα η μεταμφίεση, η αναγκαστική προσποίηση, που δεσπόζουν στην τηλεόραση. Ο ραδιοφωνατζής μπορεί κάλλιστα να μεταδώσει τη λύπη του ή τη χαρά του, χωρίς να θεωρείται αυτό παράβαση, χωρίς να κατατάσσεται στον μελοδραματισμό, χωρίς να τον μεμφθεί κανείς για την έκθεση των γνήσιων συναισθημάτων του. Στην τηλεόραση, καίτοι πολλοί ωρύονται και χτυπιούνται και κραυγάζουν, μοιάζουν απρόσωποι, απογυμνωμένοι από έναν υγιή υποκειμενισμό, υποχρεωμένοι καθώς είναι να φοράνε και την ψυχική και πνευματική τους γραβάτα, μαζί με την κανονική, να καμώνονται ότι μιλάνε τη γλώσσα της κοινής λογικής, καίτοι ενίοτε, ή μάλλον κάτι παραπάνω από ενίοτε, μιλάνε τη γλώσσα του απολύτως παραλόγου.
   
Θάνος Ανεστόπουλος και Dr Baba, στην εκπομπή Radio Propaganda, Κανάλι 1, Πειραιάς.Στο ραδιόφωνο μπορείς να ψιθυρίζεις, στην τηλεόραση ποτέ. Από το ραδιόφωνο μπορείς ν’ ακούσεις λόγο συγκροτημένο, λόγο που καίτοι προφορικός είναι πιο σιμά στον γραπτό, στον λόγο της σκέψης και της ανάλυσης, και δεν έχει καμία σχέση με τη φωνασκία, με το μιλάμε όλοι μαζί και ταυτοχρόνως, μ’ εκείνο το τηλεοπτικό αμίμητο, «Μη μου μιλάς όταν σε διακόπτω».
   
Κι ακόμα, το ραδιόφωνο, σε μεγάλο βαθμό, έχει να κάνει με τη μουσική – και με ανθρώπους που ξέρουν καλά από μουσική, με ανθρώπους που η μουσική είναι το πάθος τους, η λατρεία τους, ίσως και η οικονομική καταστροφή τους. Οι άνθρωποι του ραδιοφώνου είναι άνθρωποι παθιασμένοι μ’ αυτό που κάνουν, άνθρωποι γεμάτοι υπευθυνότητα απέναντι στο κοινό τους, γεμάτοι σεβασμό για τα ερτζιανά και τον ακροατή.

Ναι, ραδιοφωνατζήδες μου, ναι, άνθρωποι του ραδιοφώνου, ακόμα και οι όποιες διαφωνίες ανάμεσά μας, εκεί εδράζονται: στην κοινή μας αγάπη για το ραδιόφωνο, στην κοινή μας αγάπη για την μουσική – την κλασική, την τζαζ, τη λαϊκή, τη δημοτική, το ροκ-εντ-ρολ, την όποια μουσική δεν είναι πλαστικούμπα και μπλιμπλίκι. Εκφράζοντας για μιαν ακόμα φορά τη συγκίνησή μου για το ποιόν των ανθρώπων του ραδιοφώνου, και την περηφάνια που αισθάνομαι όντας ένας απ’ αυτούς, κλείνω με την υπόσχεση ότι θα συνεχίσω, και σε επόμενα ραδιοχρονογραφήματα, να ξεδιπλώνω μερικές σκέψεις για την υφή του μέσου που λέγεται ραδιόφωνο, και για το πόσο πολύτιμο, ιδίως στους καιρούς μας, είναι ένα τέτοιο μέσο.
 
Διαβάστε ακόμα