charles-bradley

Charles Bradley: Η ζωή, η επιτυχία στα 60 και ο θάνατός του

Λάτρης του James Brown, ενώ τον συνέκριναν με τον Otis Redding, το παρατσούκλι του ήταν Brooklyn’s Screaming Eagle of Soul
Διαβάστηκε φορες
Σχεδόν μετά από ένα χρόνο από τη διάγνωσή του με καρκίνο, ο Charles Bradley έφυγε από τη ζωή πριν από τέσσερις μέρες, στις 23 Σεπτέμβρη.

Γεννήθηκε στη Φλόριντα το 1948 και ήταν ανάμεσα στα εννέα παιδιά που η μητέρα τους παράτησε για να ζήσει στη Νέα Υόρκη. Ο Charles ήταν μόλις 8 μηνών. Για χρόνια πίστευε ότι η γιαγιά του, που ανέλαβε την ανατροφή τους, ήταν η πραγματική του μητέρα. Μετά από επτά χρόνια η μητέρα του επέστρεψε και τον πήρε, μαζί με μερικά από τα αδέρφια του, στη Νέα Υόρκη, για να δικαιολογεί το επίδομα ανατροφής, όπως αναφέρουν οι θείοι του στο ντοκιμαντέρ "Charles Bradley: The Soul of America".

Στα 8 του χρόνια, όταν μετακόμισε στη Νέα Υόρκη με τη μητέρα του, ο Charles ζούσε μέσα στη φτώχεια, σε ένα υπόγειο χωρίς θέρμανση και στα 14 του αποφάσισε να φύγει. Δεν ήθελε να αποφύγει μόνο τις άσχημες συνθήκες διαβίωσης αλλά και τη βίαιη μητέρα του, όπως έχει αναφέρει ο ίδιος.

Μέσω του προγράμματος Job Corps του Αμερικανικού Υπουργείου Εργασίας μπήκε σε πρόγραμμα πρακτικής εξάσκησης για να γίνει μάγειρας. Στην πρώτη του δουλειά ένας συνάδελφος παρατήρησε την ομοιότητα του με τον James Brown και τον ώθησε στο τραγούδι. Είχε ήδη δουλέψει ως μάγειρας για 10 χρόνια, όταν αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Καλιφόρνια το 1977. Εκεί, για πάνω από 20 χρόνια ανάμεσα σε διάφορες δουλειές έδινε παραστάσεις ως σωσίας του James Brown. Μέχρι που έλαβε ένα τηλεφώνημα από τη μητέρα του, η οποία του ζήτησε να πάει στη Νέα Υόρκη για να ζήσει μαζί του και να τον γνωρίσει καλύτερα.

Στη Νέα Υόρκη πέρασε από αρκετές δοκιμασίες. Ένας επίμονος πυρετός τον έστειλε στο νοσοκομείο, όπου του χορηγούσαν πενικιλίνη, στην οποία ήταν αλλεργικός, και οδηγήθηκε κοντά στο θάνατο. Η μεγαλύτερη όμως δοκιμασία ήταν η δολοφονία του μεγάλου του αδερφού, Joseph. Θύμα ένοπλης ληστείας, ο Joseph ήταν το υποκατάστατο του χαμένου πατέρα του Charles. Εκείνος τον υποστήριζε και τον ωθούσε στο να ακολουθεί το δρόμο της μουσικής που τόσο αγαπούσε. Το τραγούδι "Heartaches and Pain", ένα από τα ωραιότερα που έχει κυκλοφορήσει, μιλά για αυτό το γεγονός.



Μέσα από τα clubs της Νέας Υόρκης, όπου συνέχισε την πορεία του στη σκηνή ως James Brown, έγινε περισσότερο γνωστός. Όταν έμαθε για την Sharon Jones, που και εκείνη κατάφερε να γίνει γνωστή σε μεγάλη ηλικία, προσπάθησε και καταφερε να συναντηθεί με τον Gabriel Roth, συνιδρυτή της Daptone Records. Ο Roth τον σύστησε στον Tom Brenneck, που τελικά έγινε και ο παραγωγός του, και στους Menahan Street Band. Ο Bradley ζητούσε από την μπάντα απλά να παίζουν κάτι και εκείνος γεννούσε στίχους. Αυτές οι συναντήσεις κατέληξαν στις πρώτες κυκλοφορίες το 2002.

Ο πρώτος δίσκος του κυκλοφόρησε το 2011, όταν ο Bradley ήταν 63 ετών. Το "No Time for Dreaming" μπήκε στα καλύτερα albums της χρονιάς του Rolling Stone. Ο Bradley κυκλοφόρησε δύο ακόμα δίσκους, το "Victim of Love" (2013) και το "Changes" (2016). Ο παραγωγός του Tom Brenneck σε όλους τους δίσκους ακολούθησε τη συνταγή της επιτυχίας: η μπάντα έπαιζε ένα κιθαριστικό ριφ και ένα drum beat και ο Charles έλεγε ιστορίες από την πολυτάραχη ζωή του. Μέσα σε λίγες ώρες προέκυπταν τα ολοκληρωμένα τραγούδια.

Οι πρώτες του εμφανίσεις όχι ως James Brown αλλά πλέον ως Charles Bradley ήταν ως support act της Sharon Jones. Στη συνέχεια, έδωσε το παρόν σε φεστιβάλ όπως τα Coachella και Lollapalooza και το 2014 εμφανίστηκε στο Glastonbury στο πλάι της Sharon Jones στα πλαίσια του Daptone Super Soul Revue.

Το 2012 ο Poull Brien γύρισε και κυκλοφόρησε το ντοκιμαντέρ "Charles Bradley: Soul of America", καθώς είχε εντυπωσιαστεί από τη ζωή του Bradley. Όπως ανέφερε ο Brien «η ζωή του Bradley είναι τόσο ιδιαίτερη και εκπληκτική που ακόμα και ο καλύτερος σεναριογράφος δεν θα μπορούσε να το φανταστεί». Το ντοκιμαντέρ αναδεικνύει την απλότητα και την καλοσύνη του Bradley. Ένας άνθρωπος αγράμματος (είχε προσλάβει δασκάλα για να του μάθει ανάγνωση και γραφή για να μπορεί να γράφει μόνος του τους στίχους), με ατέλειωτη αγάπη για τους συνανθρώπους του και τη μουσική και με το πιο ζωντανό χαμόγελο σχηματισμένο κάτω από το πιο θλιμμένο βλέμμα.

Το 2016 διαγνώστηκε με καρκίνο στο στομάχι. Προς στιγμή φάνηκε ότι ανάρρωσε και συνέχισε τις περιοδείες αλλά τελικά ο καρκίνος είχε εξαπλωθεί στο συκώτι του. Τελικά πέθανε στις 23 Σεπτεμβρίου 2017.














Διαβάστε ακόμα