Γιατί οι «Φυλακισμένες» του Vault δε με εντυπωσίασαν

Η νέα σκηνοθετική δουλειά του Δημήτρη Καρατζιά στο Vault μέχρι στιγμής χαίρει αποδοχής και θεαματικότητας από το αθηναϊκό κοινό, όμως πάντα θα βρεθεί κάποιος με ένα «αλλά» στο στόμα.
Διαβάστηκε φορες
Τη φετινή χρονιά ο Πολυχώρος Vault, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του δημιουργού του και σκηνοθέτη Δημήτρη Καρατζιά παρουσιάζει ιδιαίτερη θεατρική κινητικότητα με πάνω από δέκα διαφορετικές παραστάσεις να παρουσιάζονται στις σκηνές του καθημερινά. Από δράματα, μέχρι κωμωδίες, θρίλερ, ταχυδακτυλουργικά και ποικίλες άλλες θεματολογίες, το κάποτε μικρό θέατρο στο Βοτανικό απευθύνεται σε κάθε λογής γούστα και προσφέρει τα μέγιστα στην ανάπτυξη του πολιτισμού μιας άλλοτε κακόφημης γειτονιάς.

Βέβαια, τον περασμένο μήνα, το Vault μπήκε στη λίστα των μικρών, συνοικιακών θεάτρων που διαρρήχθηκαν, χωρίς όμως να προξενηθούν αξιοπρόσεκτες ζημιές. Απτόητοι, λοιπόν, οι συντελεστές και οι ηθοποιοί του χώρου, συνέχισαν τη δουλειά τους, ακόμη πιο δυναμικά και ορεξάτα, απ’ ότι πριν. Μέχρι στιγμής, στη φετινή θεατρική σεζόν, τα έργα «The Curing Room», «Φυλακισμένες» και «Μάρτυρας» ξεχωρίζουν. Τα δύο πρώτα κιόλας αποτελούν σκηνοθετικές δουλειές του ίδιου του Δημήτρη Καρατζιά. Με το «The Curing Room» να διαγράφει μια φανταχτερά επιτυχημένη 2η σεζόν, οι «Φυλακισμένες», η θηλυκή πλευρά του παραπάνω αντρικού, αντιπολεμικού δράματος για μένα, ξεκίνησαν τη φετινή τους πορεία και παίρνοντας συνεχείς παρατάσεις, αποτελούν σημείο αναφοράς στο ρεπερτόριο του Vault.



Ομολογουμένως, ανυπομονούσα να δω τη συγκεκριμένη παράσταση και λόγω θεματολογίας, αλλά και εξαιτίας του σκηνοθέτη της. Με προμόσιον για σεμινάριο, ο Δημήτρης Καρατζιάς αποδεικνύει πόσο χρήσιμα μπορούν να υπάρξουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στον ίδιο χώρο, λοιπόν, που παίζεται το Curing Room από πέρσι, οι Φυλακισμένες γυναίκες προσπάθησαν να μας επικοινωνήσουν ένα κλίμα εγκλεισμού και απομόνωσης που βίωναν οι καταδικασμένες γυναίκες στην Ισπανία του 1950. Ο Ignacio del Moral και η  Verónica Fernández έγραψαν το συγκεκριμένο κείμενο προκειμένου να παρουσιαστεί από τους τελειόφοιτους της Βασιλικής Ακαδημίας της Μαδρίτης το 2007, όμως, η λογοτεχνική και δραματουργική αξία του έργου σύντομα αναδείχθηκε και εξυμνήθηκε με αποτέλεσμα τη μεταφορά του στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου της Μαδρίτης ένα χρόνο μετά. Με τη Μαρία Χατζηεμμανουήλ, λοιπόν, να υπογράφει τη μετάφραση, τον Μάνο Αντωνιάδη να συνθέτει και να γράφει τη μουσική, το Γιώργο Λυντζέρη να δημιουργεί τα κουστούμια και το Δημήτρη Καρατζιά να υπογράφει την ενορχήστρωση των συνολικά 28 (!) συντελεστών της παράστασης, εκ των οποίων οι 16 ήταν ηθοποιοί, οι Φυλακισμένες του Vault προσπάθησαν να ενσαρκώσουν πραγματικά δύσκολους και ιδιαίτερα εσωτερικούς ρόλους, όχι απαραίτητα επιτυχημένα, όμως.

Ευρισκόμενες σε ένα ισπανικό μοναστήρι που λειτουργεί ως φυλακή, γύρω στα μέσα του 20ου αιώνα, γυναίκες που κατηγορήθηκαν και καταδικάστηκαν για θανάτους, πορνεία, ψυχιατρικά προβλήματα ή ακόμη και για τα κουμουνιστικά τους ιδεώδη, συνυπάρχουν σ’ ένα χώρο αυστηρό, απομονωμένο και ψυχρό. Μέσα από τις κακουχίες, την ταλαιπωρία και τις συνεχείς τιμωρίες, οι φυλακισμένες δημιουργούν μεταξύ τους στενές σχέσεις είτε φιλίας είτε ακόμη και μίσους. Η έναρξη της πλοκής σηματοδοτείται με τον ερχομό μιας νεαρής κοπέλας που φέρει την κατηγορία συμμετοχής σε ληστεία. Στην πορεία του έργου παρουσιάζεται η ενσωμάτωση τη κοπέλας αυτής στο περιβάλλον και τη μικροκοινωνία του μοναστηριού. Παιχνίδια εξουσίας, βιασμοί και κακοποιήσεις των γυναικών αυτών, καθώς και το κυνήγι της ελευθερίας λόγω ενός εθίμου που λαμβάνει χώρα κάθε δέκα χρόνια, του εορτασμού της Αγίας Περπέτουα οπότε και μία γυναίκα αφήνεται ελεύθερη με χάρη, αποτελούν εφαλτήρια για συχνές διαμάχες μεταξύ των γυναικών, χλευασμούς, βιαιοπραγίες και περιθωριοποιήσεις. Μέχρι το τέλος του έργου, ο θεατής έχει γίνει μάρτυρας μιας σειράς γεγονότων, από τη γέννηση ενός μωρού εντός των κελιών, μέχρι την αυτοκτονία μίας εκ των γυναικών και την απελευθέρωση δύο εξ αυτών. Γενικότερα, το κείμενο του Ισπανού συγγραφέα είναι γεμάτο από έντονες σκηνές, αλλεπάλληλες αναδιαμορφώσεις του σκηνικού και ανακατατάξεις των ρόλων.



Σίγουρα, οι θεματικές του έργου και οι χαρακτήρες του φαντάζουν τουλάχιστον θελκτικοί σε θεωρητικό πλαίσιο. Επί σκηνής, λοιπόν, το πρώτο στοιχείο που μου προξένησε το ενδιαφέρον σχετιζόταν με την αδικαιολόγητη ταχύτητα στην εκφορά του λόγου απ’ τους ηθοποιούς. Τελικά, η απορία μου λύθηκε όταν συνειδητοποίησα, στο τέλος της παράστασης, πως η διάρκειά της ήταν περίπου 2 ώρες χωρίς κάποιο ενδιάμεσο διάλειμμα. Αυτή η ταχύτητα είχε ως αποτέλεσμα πολλές φράσεις των ηθοποιών να «χαθούν» κάπου ανάμεσα στη βιασύνη και στην προσπάθεια για ευφράδεια. Πολλές στιγμές ο συναισθηματικός χρωματισμός έλειπε από τη σκηνή, μειώνοντας έτσι και την ένταση των γενόμενων, αλλά και το ενδιαφέρον του θεατή. Επίσης, σε ένα τόσο στενό χώρο, όπως είναι αυτός του 1ου ορόφου του Vault, ο πολυάριθμος θίασος τον γέμιζε πολλές φορές ασφυκτικά, αποσυντονίζοντας. Σίγουρα, αυτή η έλλειψη χώρου σχετιζόταν με τις συνθήκες φυλακής, αλλά προσωπικά δε με άγγιξε ιδιαίτερα το συγκεκριμένο στοιχείο. Η προσπάθεια για υπόκλιση των 16 ηθοποιών πραγματικά ήταν αξιοθαύμαστη. Επιπλέον, η έλλειψη πείρας πολλών εκ των συντελεστών απεικονίστηκε ευδιάκριτα σε πολλές στιγμές του δράματος. Υπερβολικό παίξιμο και μειωμένη έως ανύπαρκτη επικοινωνία χαρακτήριζαν πολλές στιγμές τις κεντρικές ηρωίδες, τις φυλακισμένες. Με το κείμενο να προσφέρει απλόχερα στις ηθοποιούς τις απόλυτα «δικές τους» στιγμές, μπορούσε κανείς να βγάλει συμπεράσματα για καθεμία εξ αυτών.

Στον αντίποδα, τα μοιρολόγια των γυναικών και η σκηνή της γέννησης του μωρού μιας εκ των  φυλακισμένων ανατρίχιασαν το κοινό, ενώ σε άλλα σημεία, οι αληθοφανείς καβγάδες και τα «μαλλιοτραβήγματα» εξωτερίκευαν τη διάχυτη και ωμή βία που επικρατεί σε κάθε μορφής φυλακή. Βέβαια, η σκηνική συμμετοχή των τριών αντρών της παράστασης μείωνε κάθε φορά την ένταση, δημιουργώντας, ειλικρινά, την απορία ως προς το πώς μπορούσε να συμβεί αυτό. Εκφράζοντας, λοιπόν, την απόλυτα προσωπική μου άποψη, οι «Φυλακισμένες» του Vault ήταν μια ενδιαφέρουσα και καλοδουλεμένη παράσταση, αλλά σε λιγότερο επαγγελματικό επίπεδο συγκριτικά με το «The Curing Room».  Όσο κι αν υπήρξε η διάθεση να απεικονιστούν με τον πιο λιτό και ρεαλιστικό τρόπο οι προ δεκαετιών απάνθρωπες σωφρονιστικές μέθοδοι, τελικά, κάτι τέτοιο δεν επετεύχθη.



Συντελεστές Παράστασης

Συγγραφείς: Ignacio del Moral & Verónica Fernández
Μετάφραση: Μαρία Χατζηεμμανουήλ
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καρατζιάς
Πρωτότυπη μουσική : Μάνος Αντωνιάδης
Σκηνικά /Κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης
Κατασκευαστής σκηνικών: Κώστας Μπακάλης
Κατασκευή Κουστουμιών: Μάρθα Χριστοφορίδου
Σχεδιασμοί Φωτισμών: Βαγγέλης Μούντριχας
Βοηθός Φωτιστή: Άκης Σαμόλης
Φωτογραφίες παράστασης: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Αφίσα παράστασης : Σίμος Παπαναστασόπουλος
Α' βοηθοί Σκηνοθέτη: Γιέλενα Γκάγκιτς, Δανάη Μπαρούχου
Β' βοηθός Σκηνοθέτη: Daniela Strati
Παραγωγή: Vault

Παίζουν: Ελένη Αλεξανδροπούλου, Ντέμη Αντωνοπούλου, Δέσποινα Αποστολίδου, Δώρα Γιαννακοπούλου, Βάσω Γρέντζελου, Χρήστος Καλμαντής, Γιάννης Καραμπέκιος, Μαρία Κατσαρού, Μυριέλλα Κουρεντή, Στέλλα Μουκαζή, Μαργαρίτα Παπαντώνη, Νίκη Πολύζου, Σοφία Ρούσου, Ευθύμης Τζώρας, Μαρία Φραγκάτου και η κυρία Γιάννα Σταυράκη

Παραστάσεις:
Κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21.15

Τιμές Εισιτηρίων: Από 8€

Αξιολόγηση Θεατρικής Παράστασης
Βαθμός Παράστασης
Για να αξιολογήσετε επιλέξτε το επιθυμητό αστέρι

Κωδικός επιβεβαίωσης, γράψτε τους χαρακτήρες που βλέπετε στην εικόνα

Διαβάστε ακόμα