Ηλίας Ζάϊκος

Ηλίας Ζάϊκος (Blues Wire): Μια blues συναυλία είναι κατά κανόνα μια καλή συναυλία

Κι αν αρχή για το τραγούδι, είναι το... κλάμα, η πρώτη φωνή από ένα μωρό που γεννιέται και προσπαθεί να επικοινωνήσει, για τη μουσική αυτό το κλάμα, αυτή η κραυγή, έρχεται από τα... blues.


Διαβάστηκε φορες

Η μουσική για πολλούς έπαιζε πάντα σημαντικό ρόλο στη ζωή. Όσο μεγαλώνεις, ανοίγουν τα αυτιά (και τα μυαλά, βέβαια) και ακούς όλο και περισσότερα πράγματα. Και όσο περισσότερα ακούς, τόσο περισσότερο καταλαβαίνεις ότι η αξία μερικών πραγμάτων βρίσκεται στην απλότητα και συνήθως η απλότητα βρίσκεται κάπου στην αρχή.

Κι αν αρχή για το τραγούδι, είναι το... κλάμα, η πρώτη φωνή από ένα μωρό που γεννιέται και προσπαθεί να επικοινωνήσει, για τη μουσική αυτό το κλάμα, αυτή η κραυγή, έρχεται από τα... blues.

Στην Ελλάδα τα blues και όλο το ιδιαίτερο αυτό και ξεχωριστό μουσικό είδος είναι ταυτισμένο με μία μπάντα, τους Blues Wire. Σε εποχές νοτισμένες από «αλλαγή», σκυλάδικα και μπουζούκια, οι Blues Gang - στην αρχή - ονειρεύονται το δικό τους “Mississippi” λίγο πιο πέρα από τη λαϊκή αγορά του Μοδιάνο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Κι όλα αυτά στα 1983...

40 χρόνια μετά, οι Blues Wire έχουν ξεφύγει από τα στενά τοπικά, ακόμα και από τα εγχώρια μουσικά σύνορα. Κάποιοι τους κατατάσσουν στην καλύτερη, εκτός Αμερικής, blues μπάντα. Με αφορμή την «κάθοδό» τους στην Αθήνα για μια συναυλία στο Κύτταρο την Παρασκευή 7 Απριλίου, μιλήσαμε με τον Ηλία Ζάϊκο, ιδρυτικό μέλος του σχήματος:

MixGrill: Εν αρχή λοιπόν, τα... blues;

Ηλίας Ζάικος: Ναι, είναι. Φαντάσου ένα τεράστιο βαρέλι με όλες τις μουσικές του κόσμου. Κι όσο ψάχνεις και κατεβαίνεις προς τα κάτω, στο πάτο είναι τα blues.

M.G.: Και τι σχέση έχει ο Έλληνας με τα blues;

Η.Ζ.: Ο Έλληνας με τα blues έχει την ίδια σχέση την οποία έχει οποιοσδήποτε άνθρωπος του πλανήτη συναντήσει στο διάβα του αυτή τη μουσική. Το blues μπορεί να γεννήθηκε από τους μαύρους της Αμερικής αλλά με το πέρασμα των χρόνων έγινε μια παγκόσμια γλώσσα. Είναι μια εύκολη και εύληπτη μουσική για τον απλό ακροατή, οπότε ήρθε για να μείνει και μπορεί να μιλήσει ως μια παραδοσιακή, λαϊκή μουσική, βαθειά στην ψυχή των ανθρώπων.

M.G.: Η Θεσσαλονίκη εκτός από γνωστή «ερωτική πόλη» που είναι (γέλια) μπορεί να καυχηθεί ότι είναι και πατρίδα για το ελληνικό blues.

Η.Ζ.: (Γελάει) Αυτά είναι τουριστικά τσιτάτα. Όχι, δεν μπορεί να θεωρηθεί, μπορεί εμείς να κάναμε τους Blues Gang (μετέπειτα Blues Wire) στη Θεσσαλονίκη, στις αρχές της δεκαετίας του '80 και να είμαστε το πρώτο μουσικό σχήμα στην Ελλάδα που ηχογράφησε αμιγώς blues δίσκο, αλλά υπήρχαν ήδη στην Αθήνα όπως και αλλού μουσικοί και σχήματα που έπαιζαν blues. Ήταν μια φωτιά που έκαιγε παντού, απλά στη Θεσσαλονίκη βοήθησαν και κάποιες συνθήκες για φουντώσει.

M.G.:Νομίζω ότι κατάλαβα τι εννοείς. Μίλα μου λίγο για το «Παραρλάμα» για εμάς που δεν το ζήσαμε.

Η.Ζ.: Σ’ ευχαριστώ πραγματικά που με ρωτάς γι αυτό. Το Παραρλάμα (σ.σ.: πήρε το όνομά του, από το ομώνυμο διήγημα του Δημοσθένη Βουτυρά, του οποίου ο πρωταγωνιστής καταφέρνει με μια μυστηριώδη άγνωστη λέξη να προκαλέσει σάλο) ήταν το πρώτο αμιγώς blues μαγαζί/στέκι που στήθηκε ποτέ στην Ελλάδα, από μια παρέα φίλων για να βγάλουμε - αλήθεια σου λέω - τον χειμώνα. Δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο, μια «τρύπα» ήταν. Ένας ξάδερφος ενός φίλου είχε τον χώρο που ήταν ανεκμετάλλευτος, ένας άλλος φίλος επειδή δούλευε σε μπαρ είχε άκρες με κάβες, άλλος είχε δισκάδικο και συνεπώς πρόσβαση σε μουσικές, εμείς είχαμε το γκρουπ και θέλαμε σαν τρελοί να παίζουμε. «Ρε παιδιά κάτι να κάνουμε, να περνάμε όμορφα και να βγάλουμε το χειμώνα». Όλα αυτά μαζί, πολλή προσωπική δουλειά και κάπως έτσι ξεκίνησε στην περιοχή του Ράδιο Σίτι το Παραρλάμα το 1986 και κράτησε μέχρι το 1991. Ουσιαστικά αυτός ο χώρος ήταν η σπίθα που χρειάστηκε να ανάψει μια μεγάλη φλόγα στη μουσική σκηνή της Θεσσαλονίκης. Σκέψου σ’ αυτό το «μαγαζάκι» ήρθαν πρώτη φορά στην πόλη μας - και στη χώρα μερικές φορές - άνθρωποι από την Αμερική, αξιολογότατοι μπλουζίστες, μύθοι πραγματικοί και έπαιζαν εκεί, όπως ο John Hammond, ο Louisiana Red, η Katie Webster ο Carey Bell. Ήταν μέσα 150 άτομα, ο ένας πάνω στον άλλο και έκλεινε ο δρόμος γιατί άλλοι 200 περιμένανε απ' έξω. Το μεγάλο όφελος του συγκεκριμένου χώρου ήταν ότι όλοι αυτοί που βρέθηκαν ως επισκέπτες, θαμώνες, τα χρόνια που λειτούργησε κατάλαβαν ότι κατά κανόνα μια blues συναυλία είναι μια καλή συναυλία. Είναι το είδος που δεν θα σου «πουλήσουν φύκια για μεταξωτές κορδέλες».


M.G.: Ξέρεις, ο Keith Richards όταν φτιάχνανε τους Rolling Stones ήθελε να φτιάξει την «καλύτερη blues μπάντα του Λονδίνου». Εσείς το μακρινό 1983 τι θέλατε να κάνετε σε μια χώρα νοτισμένη από μπουζούκια;

Η.Ζ.: Όταν ξεκινήσαμε δεν υπήρχε συνείδηση τι ακριβώς κάνουμε, ακολουθήσαμε το ένστικτό μας, θέλαμε μόνο να παίζουμε μουσική, δεν μας ένοιαζε τίποτα άλλο, πραγματικά τίποτα, ούτε να γίνουμε διάσημοι, ούτε αν θα γίνουμε μουσικοί ξέραμε. Θέλαμε μόνο, να παίξουμε μουσική!

M.G.: Την κάθοδο στην Αθήνα δεν την σκεφτήκατε καθόλου όλα αυτά τα χρόνια;

Η.Ζ.: Βεβαίως, η αλήθεια είναι ότι η Αθήνα καλώς ή κακώς είναι η μισή Ελλάδα και σχεδόν τα πάντα ξεκινούν από εκεί. Ήταν λογικό να σκεφτούμε την κάθοδο έστω δοκιμαστικά για κάποιο διάστημα να δούμε πώς πάει. Βέβαια «από το ένα αυτί έμπαινε από το άλλο έβγαινε», γιατί συνειδητά φανήκαμε πολύ δεμένοι με τον τόπο μας και δεν θέλαμε να τον παρατήσουμε. Είμαι σίγουρος ότι αν είχαμε κατέβει, οι Blues Wire θα είχαν μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

M.G.: Θα κάνω τώρα την ερώτηση του 1.000.000$ που λένε κι οι Αμερικάνοι. Mississippi Blues ή Chicago Blues;

Η.Ζ : (Γελάει) Και ιστορικά να το πάρουμε, το Mississippi προηγήθηκε και φτάσαμε στο Chicago, που ήταν η εξέλιξη του είδους. Ο Keith Richards που ανέφερες προηγουμένως έλεγε χαριτολογώντας ότι «εφευρέτης του ηλεκτρισμού ήταν ο... Muddy Waters», ο οποίος ξεκίνησε κι αυτός από το Mississippi. Έτσι από τα ακουστικά blues του αγροτικού νότου φτάσαμε στα ηλεκτρικά blues του βιομηχανικού Βορρά. Καθένα από αυτά τα δύο αυτά είδη έχει την ταυτότητά του αλλά πλέον υπάρχουν κι άλλες περιοχές στην Αμερική που πλέον έχουν ταυτότητα στα μπλουζ τους (Κάνσας Σίτι, Σαιντ Λούις, Τέξας, Σαν Φρανσίσκο).

M.G.: Με ποιόν λαϊκό τραγουδιστή θα συνεργαζόσουν; Ή ποια ελληνική φωνή από «άλλους μουσικούς δρόμους» είναι κοντά στο blues;

Η.Ζ.: Δεν θα είχα καμία αντίρρηση για οποιοδήποτε όνομα και το εννοώ, δεν υπεκφεύγω, αλλά θα είχε σχέση με τον άνθρωπο. Θα πρέπει να τον κοιτάξω στα μάτια, να δω και να πεισθώ ότι υπάρχει ένα υγιές, ένα αγνό ενδιαφέρον κι όχι κάποιο ταπεινό κίνητρο. Και ήδη το έχουμε κάνει αυτό. Τα τελευταία χρόνια έχουμε ηχογραφήσει δύο κομμάτια με τον Ευγένιο Δερμιτάσογλου, το ένα μάλιστα σε ερμηνεία της Φωτεινής Βελεσιώτου. Αυτό που θα με ενδιέφερε σε μια τέτοια προοπτική θα ήταν η αυθεντικότητα του ανθρώπου.


M.G.: Ποιο είναι το μεγαλύτερο λάθος στη ζωή και στην πορεία σου;

Η.Ζ.: Έχω σαν αρχή να μην μετανιώνω. Ο καθένας κάνει τις επιλογές του, πληρώνει το κόστος για αυτές και φυσικά γεύεται και τα κέρδη, αν υπάρχουν. Έτσι είναι η ζωή, λάθη κάνουν όλοι. Το βασικό είναι να διδασκόμαστε από αυτά ώστε να μην επαναληφθούν στο μέλλον.

M.G.: Μια ερώτηση που θα ήθελες να απαντήσεις και που ποτέ δεν σου έκαναν; 

Η.Ζ.: Αυτό είναι πολύ ωραίο που με ρωτάς. Έχω την εντύπωση ότι υπάρχουν αρκετές τέτοιες ερωτήσεις, επειδή όμως με ξάφνιασες, δώσ' μου λίγο χρόνο να σκεφτώ. (Παύση) Μια ερώτηση που θα ήθελα να ακούσω και ποτέ δεν έγινε είναι για τους στίχους των τραγουδιών. Με έχουν ρωτήσει για μουσική, για κιθάρες για διάφορα και ποτέ για αυτό.

M.G.: Για πες μας Ηλία για τους στίχους των τραγουδιών;

Η.Ζ.: Καταβάλλω μια μεγάλη προσπάθεια, κατά κανόνα, να μην αερολογώ. Σε πολλά κομμάτια δουλεύω πολύ περισσότερο τον στίχο παρά τη μουσική γιατί με ενδιαφέρει να πω πέντε πράγματα τα οποία θεωρώ σημαντικά, να τα μοιραστώ με τους ακροατές της μουσικής μας. Βέβαια δεν έχω παράλογες απαιτήσεις - στην Ελλάδα ζούμε -,  οι περισσότεροι δεν ακούν καν τους στίχους.

M.G.: Κατηφορίζετε για άλλη μια φορά στα μέρη μας (7/4/2023) στο Κύτταρο για μια συναυλία με εκλεκτούς καλεσμένους. Πες μας τι να περιμένουμε;

Η.Ζ.: Δεν ξέρω τι πρέπει να περιμένετε, να πω την αλήθεια, από τα τηλέφωνα και τα μηνύματα που έχω δεχθεί όμως, αυτό το τελευταίο διάστημα είμαι σίγουρος ότι θα γίνει μια πολύ ωραία κατάσταση. Ένα πραγματικό πάρτι. Blues πάρτι, έτσι! Και να πω και κάτι άλλο: Στο Κύτταρο, στο οποίο θα παίξουμε, έχουμε αποκτήσει ένα άλλο ιδιαίτερο δέσιμο όλα αυτά τα χρόνια που κατεβαίνουμε για εμφανίσεις στην Αθήνα. Αισθανόμαστε ωραία και με τον χώρο και με τους συνεργάτες. Έχουμε μεγάλη χαρά γιατί θα είναι μαζί μας υπέροχοι μουσικοί και φίλοι: οι Blues Family με τον Κωστή Σαριδάκη στην κιθάρα που έπαιζε ήδη blues όταν πρωτοκατέβηκα στην Αθήνα και το όνομά του ακουγόταν στην πιάτσα, τον Ιωάννη Μόνο στο χάμοντ, τον Απόστολο Λεβεντόπουλο, που είναι και πιο νέο παιδί, επίσης στην κιθάρα, τον Ζαφείρη, αυτή τη μορφή, στα ντράμς, τον Κωστή Βαζούρα στα πνευστά. Θα είναι επίσης μαζί μας η Τζένη Καπάδαη, την οποία πάντα χαιρόμαστε όταν βρισκόμαστε επί σκηνής μαζί κι όσοι δεν την έχουν ακούσει, θα κάνουν δώρο στον εαυτό τους αν βρεθούν εκεί και την απολαύσουν. Ο Μανώλης Βουράκης, που σπούδασε στο Berklee και που για χρόνια ενώ ζούσε στη Κύπρο, ανεβοκατέβαινε για τις συναυλίες μας! Προβλέπεται μεγάλο πανηγύρι.

M.G.: Το επόμενο ραντεβού μας θα είναι εκεί. Ανυπομονώ!

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 7 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2023

ΚΥΤΤΑΡΟ, ΗΠΕΙΡΟΥ 48 ΑΧΑΡΝΩΝ τ.κ 10439

BLUES WIRE:
Ηλίας Ζάικος: Κιθάρα-φωνή
Σωτήρης Ζήσης: Μπάσο
Νίκη Γουρζουλίδου: Τύμπανα

Special Guests:
Μανώλης Βουράκης (Ex Blues Wire)
Γιάννης Μόνος Blues Family
Τζένη Καπάδαη