Μετά από πολλαπλές ακροάσεις, ένας από τους συντάκτες του Mix Grill, ο Stepas, γράφει σκέψεις πάνω στον ήδη πολυσυζητημένο νέο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου "Ουράνια τόξα κυνηγώ". Θα ακολουθήσει αύριο η παρουσίαση του δίσκου "τραγούδι-τραγούδι".
Δύο πολύ σημαντικά γεγονότα σηματοδοτεί ο νέος δίσκος του Βασίλη Παπακωνσταντίνου με τίτλο "Ουράνια τόξα κυνηγώ". Το πρώτο είναι η αλλαγή δισκογραφικής εταιρίας για τον Παπακωνσταντίνου, ο οποίος μετά από 35 ολόκληρα χρόνια στη ΜΙΝΟΣ - ολόκληρη η μέχρι τώρα δισκογραφία του δηλαδή - μετακομίζει στη ΛΥΡΑ από την οποία εκδόθηκε ο δίσκος για τον οποίο μιλάμε σήμερα. Ο Β. Παπακωνσταντίνου μόλις 8 μήνες μετά την τελευταία του δισκογραφική δουλιά στην παλιά του εταιρία (ήταν τα "Βατόμουρα" με συνεργάτη τον Σταμάτη Μεσημέρη που πρόσφατα έφυγε πρόωρα από τη ζωή) αποφάσισε να αλλάξει εταιρία και να εκδώσει γρήγορα-γρήγορα έναν νέο δίσκο και πάλι με έναν παλαιότερο συνεργάτη του, τον Άλκη Αλκαίο. Αυτό είναι και το δεύτερο σημαντικό γεγονός που προέκυψε από το νέο δίσκο, η εκ νέου συνεργασία του Παπακωνσταντίνου με τον στιχουργό Άλκη Αλκαίο, με τον οποίο είχαν συνεργαστεί παλαιότερα σε μεμονωμένα κομμάτια δημιουργώντας μεγάλες επιτυχίες όπως το "Πόρτο Ρίκο", το "Χρόνια πολλά", η "Βικτώρια" κ.ά., τραγούδια δηλαδή που αποτελούν βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι ακόμη και των σημερινών συναυλιών του Παπακωνσταντίνου και θεωρούνται διαχρονικές επιτυχίες της ελληνικής ροκ.
Οπωσδήποτε λοιπόν η συνεύρεση του Παπακωνσταντίνου με τον Αλκαίο σε έναν ολοκληρωμένο δίσκο δημιουργούσε εξ αρχής μεγάλες προσδοκίες για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα καθώς ο πρώτος είναι ένας από τους καλύτερους εν ενεργεία ερμηνευτές με αποδεδειγμένα τεράστιες δυνατότητες, ενώ ο δεύτερος είναι αυτό που συνήθως λέμε "ο ποιητής του ελληνικού τραγουδιού", ένας στιχουργός που έχει δώσει διαμάντια στο ελληνικό τραγούδι με τη γραφή του να ισορροπεί ανάμεσα στη στιχουργική και την ποίηση. Το ζήτημα είναι όμως αν οι δικαιολογημένα μεγάλες προσδοκίες που δημιουργήθηκαν πριν την έκδοση του δίσκου δικαιώνονται τελικά μετά την κυκλοφορία του. Δύσκολη η απάντηση. Προσωπικά θεωρώ ότι ο δίσκος ούτε δικαιώνει ούτε απογοητεύει ακριβώς. Έχει κάποια εξαιρετικά θετικά στοιχεία, αλλά και κάποιες αδικαιολόγητες ατέλειες.
Αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι μιλάμε για "κύκλο τραγουδιών", δηλαδή όλοι οι στίχοι υπογράφονται από τον Αλκαίο, ενώ μουσική, ερμηνεία και ενορχήστρωση ανήκουν εξ ολοκλήρου στον Β. Παπακωνσταντίνου. Βεβαίως δεν είναι η πρώτη φορά που ο Παπακωνσταντίνου δημιουργεί "κύκλο τραγουδιών", όπως λανθασμένα γράφεται στις περισσότερες ιστοσελίδες, αφού στο πρόσφατο παρελθόν έχει εκδώσει δίσκους που να στηρίζονται σε έναν συνθέτη ή έναν στιχουργό όπως η περυσινή του δουλιά "Βατόμουρα" με τον Σταμάτη Μεσημέρη ή η "Θάλασσα στη σκάλα" με τους Μικρούτσικο-Ιωάννου. Η είδηση είναι ότι ο ίδιος ο Παπακωνσταντίνου ανέλαβε όλες τις συνθέσεις και όλες τις ενορχηστρώσεις. Μπορεί στο παρελθόν να έχει δώσει πολλά ωραία τραγούδια υπογράφοντας ο ίδιος τη μουσική, αλλά ποτέ δεν ξεπερνούσαν τα 2 ή 3 σε κάθε δίσκο.
Το τόλμημα λοιπόν να αναλάβει το ρόλο του συνθέτη και του ενορχηστρωτή στο νέο του δίσκο παίρνει μέτριο αλλά όχι αρνητικό βαθμό, αφού όπως και να το κάνουμε ο Παπακωνσταντίνου δεν είναι συνθέτης, ούτε καν τραγουδοποιός. Βεβαίως, μετά από 35 χρόνια λαμπρής πορείας στο ελληνικό τραγούδι δικαιούται απόλυτα να κάνει αυτό που επιθυμεί, αυτό που τον γεμίζει. Ωστόσο, αν τον κρίνουμε ψυχρά και αντικειμενικά σαν συνθέτη πρέπει να πούμε ότι στο δίσκο αυτό υπερέβαλε με την προσπάθεια σύγχρονης προσέγγισης λαϊκών και παραδοσιακών μοτίβων με τις περισσότερες ενορχηστρώσεις να είναι κάπως εξεζητημένες χωρίς κάποιο ουσιαστικό λόγο. Από την άλλη, οι στίχοι του Αλκαίου είναι αρκετά καλοί σε σχέση με άλλα πράγματα που ακούμε σήμερα στο ελληνικό τραγούδι, ωστόσο σε κάποια σημεία φαίνεται να αδυνατεί να παρακολουθήσει και να εκφράσει τη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, με κάποιους από τους στίχους να φαίνονται ξεπερασμένοι.
Προσοχή όμως! Ο δίσκος δεν είναι σε καμία περίπτωση "για πέταμα". Κάθε άλλο, παρά αυτό. Ας μην βιαστεί ο ακροατής να παρασυρθεί από τις ισοπεδωτικές και μηδενιστικές λογικές με τις οποίες αντιμετωπίζεται κάθε νέα δουλιά του Παπακωνσταντίνου από το 2000 και μετά. Αντιθέτως, προσωπικά πιστεύω ότι παραπάνω από τα μισά τραγούδια στέκονται αξιοπρεπέστατα, με τρία από αυτά να είναι πραγματικά εξαιρετικά ("Τυφλόμυγα", "Μπολέρο", "Μη νυχτωθείς"). Για να περιγράψουμε το ύφος του δίσκου με δυο λόγια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι συνοψίζει τις επιρροές και την πορεία του Παπακωνσταντίνου όλα αυτά τα χρόνια. Ας μην ξεχνάμε ότι αν του ξεκρεμάσει κανείς την ταμπέλα του ροκά, θα δει ότι είναι ένας πολύ μεγάλος ερμηνευτής που ξεκίνησε με "νέο κύμα" και "έντεχνο", συνέχισε για πολλά χρόνια με ελληνικό ροκ και ηλεκτρικές μπαλάντες αφήνοντας πάντα χώρο για τα παιδικά και νεανικά του ακούσματα από το χώρο της δημοτικής και της λαϊκής παράδοσης του τραγουδιού μας. Όλα αυτά τα στοιχεία βρίσκονται μέσα στο νέο του δίσκο με μια έντονη προσπάθεια να "ντυθούν" με σύγχρονες τάσεις από το χώρο του ροκ και όχι μόνο. Άρα, η προσπάθεια του Παπακωνσταντίνου να ξεφύγει από τον κουρασμένο κλασικό ροκ ήχο και να ψαχτεί με νέα πράγματα είναι άξια αναφοράς.
Τι κρατάμε τελικά; Έναν δίσκο με αρκετά όμορφα κομμάτια, με κάποια από αυτά να χαραμίζονται ή να θυσιάζονται στο βωμό της "σύγχρονης προσέγγισης" ("Ζεϊμπέκικο της φυλακής", "Στους πέντε ανέμους") και κάποια άλλα να παίρνουν ήδη θέση ανάμεσα στα άλλα σπουδαία του σημαντικού ρεπερτορίου του Παπακωνσταντίνου.
ΥΓ: Αξιοσημείωτη η επάνοδος του πάλαι ποτέ μόνιμου κιθαρίστα του Παπακωνσταντίνου, του Χριστόφορου Κροκίδη, ο οποίος παίζει ακουστική κιθάρα στο νέο δίσκο.
Δύο πολύ σημαντικά γεγονότα σηματοδοτεί ο νέος δίσκος του Βασίλη Παπακωνσταντίνου με τίτλο "Ουράνια τόξα κυνηγώ". Το πρώτο είναι η αλλαγή δισκογραφικής εταιρίας για τον Παπακωνσταντίνου, ο οποίος μετά από 35 ολόκληρα χρόνια στη ΜΙΝΟΣ - ολόκληρη η μέχρι τώρα δισκογραφία του δηλαδή - μετακομίζει στη ΛΥΡΑ από την οποία εκδόθηκε ο δίσκος για τον οποίο μιλάμε σήμερα. Ο Β. Παπακωνσταντίνου μόλις 8 μήνες μετά την τελευταία του δισκογραφική δουλιά στην παλιά του εταιρία (ήταν τα "Βατόμουρα" με συνεργάτη τον Σταμάτη Μεσημέρη που πρόσφατα έφυγε πρόωρα από τη ζωή) αποφάσισε να αλλάξει εταιρία και να εκδώσει γρήγορα-γρήγορα έναν νέο δίσκο και πάλι με έναν παλαιότερο συνεργάτη του, τον Άλκη Αλκαίο. Αυτό είναι και το δεύτερο σημαντικό γεγονός που προέκυψε από το νέο δίσκο, η εκ νέου συνεργασία του Παπακωνσταντίνου με τον στιχουργό Άλκη Αλκαίο, με τον οποίο είχαν συνεργαστεί παλαιότερα σε μεμονωμένα κομμάτια δημιουργώντας μεγάλες επιτυχίες όπως το "Πόρτο Ρίκο", το "Χρόνια πολλά", η "Βικτώρια" κ.ά., τραγούδια δηλαδή που αποτελούν βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι ακόμη και των σημερινών συναυλιών του Παπακωνσταντίνου και θεωρούνται διαχρονικές επιτυχίες της ελληνικής ροκ.
Οπωσδήποτε λοιπόν η συνεύρεση του Παπακωνσταντίνου με τον Αλκαίο σε έναν ολοκληρωμένο δίσκο δημιουργούσε εξ αρχής μεγάλες προσδοκίες για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα καθώς ο πρώτος είναι ένας από τους καλύτερους εν ενεργεία ερμηνευτές με αποδεδειγμένα τεράστιες δυνατότητες, ενώ ο δεύτερος είναι αυτό που συνήθως λέμε "ο ποιητής του ελληνικού τραγουδιού", ένας στιχουργός που έχει δώσει διαμάντια στο ελληνικό τραγούδι με τη γραφή του να ισορροπεί ανάμεσα στη στιχουργική και την ποίηση. Το ζήτημα είναι όμως αν οι δικαιολογημένα μεγάλες προσδοκίες που δημιουργήθηκαν πριν την έκδοση του δίσκου δικαιώνονται τελικά μετά την κυκλοφορία του. Δύσκολη η απάντηση. Προσωπικά θεωρώ ότι ο δίσκος ούτε δικαιώνει ούτε απογοητεύει ακριβώς. Έχει κάποια εξαιρετικά θετικά στοιχεία, αλλά και κάποιες αδικαιολόγητες ατέλειες.
Αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι μιλάμε για "κύκλο τραγουδιών", δηλαδή όλοι οι στίχοι υπογράφονται από τον Αλκαίο, ενώ μουσική, ερμηνεία και ενορχήστρωση ανήκουν εξ ολοκλήρου στον Β. Παπακωνσταντίνου. Βεβαίως δεν είναι η πρώτη φορά που ο Παπακωνσταντίνου δημιουργεί "κύκλο τραγουδιών", όπως λανθασμένα γράφεται στις περισσότερες ιστοσελίδες, αφού στο πρόσφατο παρελθόν έχει εκδώσει δίσκους που να στηρίζονται σε έναν συνθέτη ή έναν στιχουργό όπως η περυσινή του δουλιά "Βατόμουρα" με τον Σταμάτη Μεσημέρη ή η "Θάλασσα στη σκάλα" με τους Μικρούτσικο-Ιωάννου. Η είδηση είναι ότι ο ίδιος ο Παπακωνσταντίνου ανέλαβε όλες τις συνθέσεις και όλες τις ενορχηστρώσεις. Μπορεί στο παρελθόν να έχει δώσει πολλά ωραία τραγούδια υπογράφοντας ο ίδιος τη μουσική, αλλά ποτέ δεν ξεπερνούσαν τα 2 ή 3 σε κάθε δίσκο.
Το τόλμημα λοιπόν να αναλάβει το ρόλο του συνθέτη και του ενορχηστρωτή στο νέο του δίσκο παίρνει μέτριο αλλά όχι αρνητικό βαθμό, αφού όπως και να το κάνουμε ο Παπακωνσταντίνου δεν είναι συνθέτης, ούτε καν τραγουδοποιός. Βεβαίως, μετά από 35 χρόνια λαμπρής πορείας στο ελληνικό τραγούδι δικαιούται απόλυτα να κάνει αυτό που επιθυμεί, αυτό που τον γεμίζει. Ωστόσο, αν τον κρίνουμε ψυχρά και αντικειμενικά σαν συνθέτη πρέπει να πούμε ότι στο δίσκο αυτό υπερέβαλε με την προσπάθεια σύγχρονης προσέγγισης λαϊκών και παραδοσιακών μοτίβων με τις περισσότερες ενορχηστρώσεις να είναι κάπως εξεζητημένες χωρίς κάποιο ουσιαστικό λόγο. Από την άλλη, οι στίχοι του Αλκαίου είναι αρκετά καλοί σε σχέση με άλλα πράγματα που ακούμε σήμερα στο ελληνικό τραγούδι, ωστόσο σε κάποια σημεία φαίνεται να αδυνατεί να παρακολουθήσει και να εκφράσει τη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, με κάποιους από τους στίχους να φαίνονται ξεπερασμένοι.
Προσοχή όμως! Ο δίσκος δεν είναι σε καμία περίπτωση "για πέταμα". Κάθε άλλο, παρά αυτό. Ας μην βιαστεί ο ακροατής να παρασυρθεί από τις ισοπεδωτικές και μηδενιστικές λογικές με τις οποίες αντιμετωπίζεται κάθε νέα δουλιά του Παπακωνσταντίνου από το 2000 και μετά. Αντιθέτως, προσωπικά πιστεύω ότι παραπάνω από τα μισά τραγούδια στέκονται αξιοπρεπέστατα, με τρία από αυτά να είναι πραγματικά εξαιρετικά ("Τυφλόμυγα", "Μπολέρο", "Μη νυχτωθείς"). Για να περιγράψουμε το ύφος του δίσκου με δυο λόγια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι συνοψίζει τις επιρροές και την πορεία του Παπακωνσταντίνου όλα αυτά τα χρόνια. Ας μην ξεχνάμε ότι αν του ξεκρεμάσει κανείς την ταμπέλα του ροκά, θα δει ότι είναι ένας πολύ μεγάλος ερμηνευτής που ξεκίνησε με "νέο κύμα" και "έντεχνο", συνέχισε για πολλά χρόνια με ελληνικό ροκ και ηλεκτρικές μπαλάντες αφήνοντας πάντα χώρο για τα παιδικά και νεανικά του ακούσματα από το χώρο της δημοτικής και της λαϊκής παράδοσης του τραγουδιού μας. Όλα αυτά τα στοιχεία βρίσκονται μέσα στο νέο του δίσκο με μια έντονη προσπάθεια να "ντυθούν" με σύγχρονες τάσεις από το χώρο του ροκ και όχι μόνο. Άρα, η προσπάθεια του Παπακωνσταντίνου να ξεφύγει από τον κουρασμένο κλασικό ροκ ήχο και να ψαχτεί με νέα πράγματα είναι άξια αναφοράς.
Τι κρατάμε τελικά; Έναν δίσκο με αρκετά όμορφα κομμάτια, με κάποια από αυτά να χαραμίζονται ή να θυσιάζονται στο βωμό της "σύγχρονης προσέγγισης" ("Ζεϊμπέκικο της φυλακής", "Στους πέντε ανέμους") και κάποια άλλα να παίρνουν ήδη θέση ανάμεσα στα άλλα σπουδαία του σημαντικού ρεπερτορίου του Παπακωνσταντίνου.
ΥΓ: Αξιοσημείωτη η επάνοδος του πάλαι ποτέ μόνιμου κιθαρίστα του Παπακωνσταντίνου, του Χριστόφορου Κροκίδη, ο οποίος παίζει ακουστική κιθάρα στο νέο δίσκο.
Σχετικό θέμα