pavlosPavlidis mavroKouti 2021

Παύλος Παυλίδης - Το Μαύρο Κουτί

Ο δίσκος σηματοδοτεί δισκογραφικά το τέλος των B-Movies και την αρχή των μουσικών εξερευνήσεων του Παύλου Παυλίδη με τους Hotel Alaska.

Διαβάστηκε φορες

Τι θα ακούσετε:
ελληνικό ροκ, electronic rock

Βαθμολογία:
6,8

Η προσμονή για μία προσωπική δουλειά του Παύλου Παυλίδη ήταν μεγάλη, ειδικά για τους fan του. Ο τελευταίος προσωπικός δίσκος του ήταν με τους B-Movies το «Μια Πυρκαγιά Σε Ένα Σπιρτόκουτο» το 2016, ενώ ο καλλιτέχνης συμμετείχε και στο project του Jan Van το «Κακό Ποίημα» που κυκλοφόρησε το 2019 (διαβάστε την κριτική μας εδώ). 

Από τότε μέχρι σήμερα είχαμε μπερδευτεί κάπως, επειδή είχαν κυκλοφορήσει κάποια διάσπαρτα single που προϊδέαζαν για καινούργιο δίσκο με τους B-Movies, οι οποίοι ωστόσο διαλύθηκαν λίγο αφού που ξέσπασε η πανδημία, μέσα στο 2020. Έπειτα ο Παύλος Παυλίδης ξεκίνησε συνεργασία με τον Φώτη Σιώτα και μάλιστα πραγματοποίησαν και συναυλίες στην Ελλάδα ως σχήμα. Όλα αυτά μεγάλωσαν την ήδη μεγάλη προσμονή και όξυναν και την περιέργεια του κοινού. Τα πρώτα δείγματα από την καινούργια πλέον μπάντα, τους Hotel Alaska, έδειχναν ότι ο Παυλίδης επιστρέφει στον ήχο που καθιέρωσε τα Ξύλινα Σπαθιά ως ένα από τα κορυφαία συγκροτήματα της ελληνικής rock - και όχι μόνο - ιστορίας.

Φτάσαμε λοιπόν στις αρχές του Δεκεμβρίου του 2021 και «Το Μαύρο Κουτί» κυκλοφόρησε. Στα τραγούδια του δίσκου σε μουσικό επίπεδο το ηλεκτρονικό στοιχείο είναι έντονο, ενώ ξεχωρίζουν και οι... ηλεκτρισμένες συνθέσεις από το βιολί του Φώτη Σιώτα. Ο Παυλίδης στιχουργικά κινείται στο εύρος της γνωστής τους θεματικής παλέτας, καταπιάνεται με τον έρωτα, με τη θλίψη, με τη νοσταλγία, με τη ζωή στην πόλη και με τα (πολλά) στοιχεία της φύσης που τον ελκύουν.

Ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει διαχρονικά τον Παύλο Παυλίδη είναι ότι όλες οι δουλειές του έχουν μια ιστορία να πουν. Στην περίπτωση και αυτού του δίσκου τα τραγούδια είναι όλα μικρά κομμάτια μιας μεγάλης ιστορίας, είναι δηλαδή ψηφίδες μιας συνολικής αφήγησης. Το μαύρο κουτί συνειρμικά παραπέμπει σε εκείνο το περιβόητο κουτί που εξηγεί τους λόγους της πτώσης ενός αεροσκάφους. Σε ένα συμβολικό επίπεδο μπορούμε να πούμε ότι αυτός ο δίσκος είναι ένα είδος προσωπικής ενδοσκόπησης, μια ματιά στον εσωτερικό εαυτό, τι πήγε σωστά και τι πήγε λάθος στη ζωή.

Το τραγούδι «Τώρα Που Χάνεται Το Φως» στο ξεκίνημα είναι χαρακτηριστικό της όλης ιδέας που εκπροσωπεί ο δίσκος και όχι τυχαία είναι από τα ομορφότερα εδώ. Η «Άννα» αμέσως μετά χρίζει ιδιαίτερης μνείας καθώς μοιάζει σαν να παίρνει την σκυτάλη νοηματικά από τις γυναικείες υπάρξεις που έχει υμνήσει κατά καιρούς ο Παυλίδης (τη Λόλα, τη Ρίτα, την Κατερίνα, τη Μαίρη) και θυμίζει στο ρυθμό, στον στίχο και σε όλα του την εποχή των Σπαθιών. 

Πολύ ξεχωριστά είναι το «Άνοιξη» και το «Μάτι Του Κυκλώνα» τα δύο τραγούδια που κυκλοφόρησαν συνοδευόμενα από ένα πολύ όμορφο visual poem του Βασίλη Κεκάτου. Τα δύο αυτά τα τραγούδια ακούγονται σαν ένα και εδώ παρατηρούμε την στιχουργική ευφυία του Παυλίδη σε πλήρη ανάπτυξη, με τρομερούς παραλληλισμούς μεταξύ των στοιχείων της φύσης και της προσωπικής υπαρξιακής αναζήτησης.  Το προσωπικά αγαπημένο τραγούδι του δίσκου, με instant classic προδιαγραφές, είναι «Το Μαύρο Σύννεφο», το πιο γρήγορο και δυναμικό από όλα τα τραγούδια του δίσκου και με την εικονοποιητική ικανότητα των στίχων του Παυλίδη σε πλήρη ανάπτυξη. Αυτή η ικανότητα του Παύλου Παυλίδη να δημιουργεί με τους στίχους του εικόνες στο μυαλό πιστεύω ότι τον καθιστά τόσο μοναδικό και ξεχωριστό ως καλλιτέχνη. Το τραγούδι αυτό απογειώνεται με την εξαιρετική συνύπαρξη των synths με το βιολί του Φώτη Σιώτα, μια συνύπαρξη που δίνει τον τόνο σε όλο το φάσμα του δίσκου.  

Όμως τα καλά νέα για τον δίσκο σταματούν κάπου εδώ. Ο δίσκος παρότι έχει μια σφιχτή δομή και ουσιαστικά δεν φλυαρεί, αφήνει μια αίσθηση ημιτελούς πειραματισμού. Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο ότι ο Παυλίδης μετά από τόσα χρόνια δισκογραφικής παρουσίας δεν βολεύεται και δεν σταματάει να ψάχνει καινούργια μουσικά μονοπάτια, ωστόσο αυτό έχει συνέπειες στο τελικό αποτέλεσμα, όπως φαίνεται τουλάχιστον σε αυτό τον δίσκο. 

Ένα βασικό πρόβλημα είναι ότι σε μερικά τραγούδια του δίσκου η χαρακτηριστική αφηγηματική ερμηνεία του Παυλίδη πολλές φορές σκέπαζε τα πάντα, υπερσκελίζοντας τον ήχο που πέρναγε σε δεύτερο και τρίτο πλάνο. Σε κάποια τραγούδια δεν υπήρχε αυτή η απαιτούμενη ισορροπία και αρμονία ανάμεσα στη μουσική και στους στίχους, ώστε να μπορείς να απολαύσεις ομαλά και τα δύο σκέλη. Αυτό είχε ως συνέπεια κάποια από αυτά τα τραγούδια να περνάνε σχεδόν αδιάφορα, σαν να ακούς δηλαδή άλλο ένα τραγούδι από τη μακρόχρονια δισκογραφική πορεία του Παυλίδη που το ξέρεις και το έχεις ακούσει ήδη αρκετές φορές. Ένα άλλο ζήτημα είναι ο ίδιος ο ηλεκτρονικός ήχος και τα όριά (;) του. Τα synths έχει αποδειχτεί ότι δίνουν ένταση και μια αίσθηση συνέχειας στον ήχο, αλλά μπορούν πολύ εύκολα να γίνουν μονότονα και τελικά να μην προσφέρουν κάτι αν επαναλαμβάνονται και αυτό (το κακό σενάριο) σε κάποια τραγούδια γίνεται εμφανές.

Εν κατακλείδι, αυτός ο δίσκος σηματοδοτεί και τυπικά - δισκογραφικά - το τέλος των B-Movies μετά από 15 χρόνια συστηματικής παρουσίας και το πέρασμα του Παυλίδη στη νέα εποχή με τους Hotel Alaska. Η πρώτη ύλη αυτού του καινούργιου σχήματος είναι εξαιρετική, καθώς διαθέτει αναμφίβολα σπουδαίους μουσικούς (Δ. Τσεκούρας στο μπάσο, Γ. Θεοδωρόπουλος στα πλήκτρα, Θ. Μιχαηλίδης στα τύμπανα, μαζί με τον Σιώτα στο βιολί) και τον ίδιο τον Παύλο Παυλίδη πάντα ανοιχτόμυαλο και μακριά από ανούσιους φορμαλισμούς. Ωστόσο, όλα τα εγχειρήματα χρειάζονται χρόνο για να βρουν τον βηματισμό τους και να δείξουν την πραγματική τους δυναμική. Αν υπάρχει λοιπόν ένα τελικό συμπέρασμα, είναι ότι περιμένουμε με αγωνία να παρακολουθήσουμε την πορεία των Hotel Alaska, ώστε να διαπιστώσουμε το αληθινό δημιουργικό τους ταβάνι.

Διαβάστε ακόμα