thefleshtones

The Fleshtones: «Η garage μουσική μιλάει πάντα στην ψυχή και το σώμα»

Μια κουβέντα με τους The Fleshtones, ένα μικρό υποκατάστάτο της συναυλίας στο An Club.

Διαβάστηκε φορες
Από την ίδρυσή τους το 1976 στο Κουίνς της Νέας Υόρκης και τη μουσική ενηλικίωσή τους σε  χώρους όπως το CBGB, το Max's Kansas City και το περίφημο Club 57, οι The Fleshtones είναι ένα ξέφρενο κράμα γκαραζόπανκ και soul, ένα κράμα που τους κρατά στο δρόμο για πάνω από σαράντα χρόνια, με μια λατρεία από το κοινό που δεν λέει να σβήσει. Δυστυχώς η αναμενόμενη εμφάνισή τους στο An Club δεν έμελλε να πραγματοποιηθεί. Ωστόσο, εμείς καταφέραμε να πούμε δυο λόγια με τον αγαπημένο frontman του γκρουπ Peter Zaremba.


MixGrill: Έχουν περάσει σχεδόν πενήντα χρόνια από τότε που πρωτοεμφανιστήκατε στη σκηνή και εξακολουθείτε να το κάνετε εξαιρετικά καλά. Ποιο είναι το μυστικό της διαρκούς επιτυχίας σας;

Peter Zaremba: Αγαπάμε αυτό που κάνουμε και οι άνθρωποι γύρω μας φαίνεται να το αγαπούν επίσης. Εκτός αυτού, η συμμετοχή σε μια μπάντα σαν τους The Fleshtones έχει τις απαιτήσεις της σωματικά, και αυτό μας κρατά σε φόρμα!

M.G.: Υπήρξε μια μεγάλη garage/psych αναβίωση τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, με πολλές μπάντες να κρατούν τη σκυτάλη. Γιατί αυτή η μουσική συνεχίζει να ενθουσιάζει τόσους πολλούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο;

P.Z.: Αν και η συγκεκριμένη μουσική έχει τις ρίζες της σε μια πολύ συναρπαστική και δημιουργική περίοδο, δεν νομίζω ότι η αναβίωσή της έχει κάτι το νοσταλγικό, τουλάχιστον όχι για εμάς. Η garage μουσική είναι πάντα άμεση και μιλάει στην ψυχή και το σώμα. Σε κάνει να κινείσαι και είναι εύκολο να τη δημιουργήσεις και να την καταλάβεις. Αλλά πάνω απ' όλα, σε κάνει να κινείσαι. Είναι η ουσία αυτού που υποτίθεται ότι είναι το rock n' roll.

M.G.: Είστε ένα από τα συγκροτήματα που έκαναν γνωστό το θρυλικό CBGB Club πίσω στο ξεκίνημά σας. Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας από εκείνη την περίοδο; Πώς σας διαμόρφωσε η Νέα Υόρκη;

P.Z.: Οι πρώτες δύο δημόσιες εμφάνισεις μας ήταν στο CBGB. Ο Keith, ο κιθαρίστας μας, μπορεί ακόμα να θυμηθεί τον αριθμό τηλεφώνου του CBGB απέξω, μιας και τους κάλεσε τόσες πολλές φορές για να μας δεχτούν για μια συναυλία εκεί! Τελικά, τα κατάφερε. Όταν πήρα για πρώτη φορά το θάρρος να μπω σε αυτό το σκοτεινό μπαρ στο χειρότερο μέρος του Μανχάταν, ήταν σαν να ανακάλυψα έναν μυστικό κόσμο που ονειρευόμουν ότι υπήρχε, ένα πραγματικά "underground" μέρος, όπου το rock and roll που ήθελα να ακούσω δημιουργήθηκε και παιζόταν από κάθε είδους μπάντες. Κάποιες από αυτές τις είχα ακούσει, όπως οι Ramones και οι Talking Heads, άλλες όχι. Τόσες πολλές μεγάλες μπάντες πήραν την κατάσταση στα χέρια τους και έκαναν μουσική με τον τρόπο που ήθελαν να ακουστούν, παρακούοντας ευτυχώς την «επικρατούσα τάση», όπου χρειαζόσουν πολλά χρήματα για να ξεκινήσεις μια μπάντα και έπρεπε να παίξεις φρικτή "arena rock" - μουσική που ήταν νεκρή. Το πρώτο άτομο που γύρισε το κεφάλι του από το μπαρ και με έλεγξε εκείνη την πρώτη νύχτα που μπήκα στο CBGB αποδείχθηκε ότι ήταν ο Willie De Ville. Δυστυχώς δεν πρόλαβα να τον δω ποτέ να παίζει ζωντανά.

M.G.: Πάντα διατηρούσατε μια ποπ ευαισθησία ανάμεσα στον ροκ ήχο σας, με τραγούδια εξόχως χορευτικά, αν μπορώ να το πω έτσι. Είναι αυτό το μείγμα μουσικών στυλ κάτι που σχεδιάστηκε ή ήρθε οργανικά;

P.Z.: Είναι οργανικό, νομίζω. Κάποιος είπε ότι ο ήχος μας είναι μια... μεγάλη λιπαρή μπάλα από όλα όσα μας αρέσουν στη μουσική. Δεν κάνουμε διακρίσεις, κλέβουμε όλα τα «ενεργά συστατικά» από οποιοδήποτε είδος μουσικής μάς αρέσει και τα ανακατεύουμε όλα, για να τα κάνουμε δικά μας. Πολλοί από τους «καθαρολόγους» της αναβίωσης του garage rock δεν το ενέκριναν αυτό, και οι θιασώτες του "art rock" δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί παίζαμε "twist music" και ντίσκο. Αλλά ακολουθούμε την ηθική της αρχικής γενιάς των garage συγκροτημάτων. Προσπαθούμε να παίξουμε μουσικές για να κάνουμε τον κόσμο να χορέψει.

M.G.: Το σλόγκαν για την τρέχουσα περιοδεία σας λέει ότι εδώ και 40 χρόνια ροκάρετε σκληρότερα από οποιονδήποτε στον κόσμο. Τι σημαίνει αυτό για εσάς;

P.Z.: Σημαίνει ακριβώς αυτό. Προσπαθούμε να τα δίνουμε όλα κάθε φορά που παίζουμε. Αισθάνομαι πολύ καλά για αυτό που κάνουμε, είτε το κοινό είναι μεγάλο είτε μικρό. Μπήκαμε σε όλο αυτό επειδή ήμασταν λάτρεις της μουσικής και όχι στερεοτυπικά μουσικοί, οπότε ποτέ δεν μας άρεσαν κι οι ερμηνευτές με αποστασιοποιημένη στάση στη σκηνή, αυτοί που είναι σαν να είναι πολύ καλοί για να είναι εκεί. Αν είναι έτσι, ας μην είναι στη σκηνή! Ποιος θέλει να παρακολουθήσει ένα σωρό από "shoegazers" να κοιτάζουν τα παπούτσια τους ενώ παίζουν αντί για τον κόσμο; Όχι εγώ, πάντως!

M.G.: Πείτε μας λίγα πράγματα για το “Face of the Screaming Werewolf”.

P.Z.: Ω, το τελευταίο μας άλμπουμ; Αστείο, με έναν δυσοίωνο τίτλο πολύ ταιριαστό όταν κυκλοφόρησε, αν και καταλήξαμε στον τίτλο πριν από την πανδημία. Ο Ken Fox, ο μπασίστας μας, είναι μεγάλος θαυμαστής των ταινιών τρόμου Z-grade του Jerry Warren. Αποδείχθηκε ότι κι εγώ τις αγαπούσα από τότε που ήμουν παιδί, απλά δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι όλες αυτές οι ταινίες έγιναν από τον ίδιο «δημιουργό». Τέλος πάντων, ο Ken μού ανέφερε την ταινία "Face Of The Screaming Werewolf" και δεν μπορούσα να βγάλω τον τίτλο από το μυαλό μου. Συνέχισα να τον επαναλαμβάνω ξανά και ξανά. Το πήρα αυτό ως σημάδι. Και ο φίλος μας Mike "Sharky" Edison μού είπε ότι το επόμενο άλμπουμ μας έπρεπε να είναι για εμάς το αντίστοιχο του "Some Girls" - ξέρεις τον τρόπο με τον οποίο οι Stones εστίασαν ξανά και απογύμνωσαν τον ήχο τους ως απάντηση στην punk rock επανάσταση. Ήταν μια μεγάλη συμβουλή αυτή που μας έδωσε. Και την εφαρμόζουμε στο νέο μας άλμπουμ, που βάζουμε τώρα τις τελευταίες πινελιές. Θα έχει τον τίτλο "TODAY". Κοίτα να δεις, άλλο ένα φρέσκο νέο άλμπουμ Fleshtones έχει πάρει τον δρόμο του, τόσα χρόνια μετά!

Και κάτι τελευταίο αλλά ενδιαφέρον. Μετά από όλα αυτά τα χρόνια, μπήκαμε τελικά στο αμερικανικό «Top-40». Ήταν από δύο χρόνια. Αλλά ήταν με ένα τραγούδι στα ισπανικά και μόνο για μία εβδομάδα!

M.G.: Ποιο είναι αυτό που θυμόσαστε από τις προηγούμενες εμφανίσεις σας στην Ελλάδα;

P.Z.: Έχω πάρα πολλές υπέροχες αναμνήσεις από τις συναυλίες στην Ελλάδα, ειδικά την αγάπη και την ενέργεια του κόσμου. Δίνουν τα πάντα και εκτιμούμε και «τρεφόμαστε» από αυτό! Το ότι συναντήσαμε σπουδαίους rockers όπως τους The Last Drive είναι κάτι σημαντικό, όπως και η απόλαυση του να πίνεις καλή ρακή! Οι The Dream Syndicate και The Hoodoo Gurus συμφώνησαν μαζί μου. Τα χειρότερα hangover που είχαμε ποτέ ήταν στην Αθήνα -αλλά άξιζε τον κόπο!

Διαβάστε ακόμα