Roskilde 2013 Παρασκευή 5/7: Rihanna, Bobby Womack, DakhaBrakha

Ο Δημήτρης Βοσνάκης γράφει μέσα από τη σκηνή του στο Roskilde για τη δεύτερη μέρα του Φεστιβάλ.
Διαβάστηκε φορες

DakhaBrakha

Η δεύτερη μας μέρα ξεκίνησε με τον κιθαρίστα Bombino από το Νίγηρα που  βαδίζει σε μονοπάτια που νωρίτερα έχουν περπατηθεί και από άλλα συγκροτήματα όπως οι Tinariwen και οι Terrakaft και που περιέχουν τόσο το χαρακτηριστικό ηχόχρωμα των blues της ερήμου, όσο και προφανείς αναφορές σε καλλιτέχνες όπως ο Jimmy Hendrix ή ο John Cage. Οι ενορχηστρώσεις του Bombino είναι απλές και μεστές και το setup  κλασσικό: δύο κιθάρες, ένα μπάσο και τύμπανα, με την κιθάρα του Bombino να πετάει  λίγο πιο ψηλά σε περιπετειώδεις τροχιές. Ο Bombino έπαιξε σχεδόν όλα τα κομμάτια από τον καινούριο του δίσκο (παραγωγή του Dan Auerbach από τους Black Keys) και ολοκλήρωσε με ένα jam που κατενθουσίασε το κοινό που είχε κατακλύσει μία από τις τέντες του Roskilde, μολονότι έπαιξε τόσο νωρίς.

Στη συνέχεια κατευθύνθηκαμε ολοταχώς προς τη σκηνή οπού θα έπαιζαν οι Ουκρανοί DakhaBrakha για να δούμε ένα από τα πιο εντυπωσιακά,  μέχρι στιγμής, live του φετινού φεστιβάλ. Κι αυτό γιατί οι DakhaBrakha δεν είναι μόνο ένα από τα (αρκετά) συγκροτήματα που δείχνουν σήμερα πόσο μικρές είναι οι αποστάσεις μεταξύ των διαφορετικών μουσικών ειδών που και αποδεικνύουν ότι  η μουσική είναι στην ουσία μία και μοναδική παγκόσμια γλώσσα. Το κουαρτέτο από την Ουκρανία είναι ένα σχήμα οπού χρησιμοποιεί αυτή τη νοοτροπία έξυπνα και δημιουργικά για να εξερευνήσει νέους, πρωτότυπους δρόμου. Στη μουσική τους υπάρχει, μεταξύ άλλων, καταρχήν το πολυφωνικό τραγούδι, μίνι ακορντεόν, φυσαρμόνικα, τύμπανο, πλήκτρα, τουμπερλέκι και φυσικά το πολύχρωμο, ζωγραφισμένο τσέλο που δίνει στη μουσική τους μία ακόμα χαρακτηριστική πινελιά.

Το αποτέλεσμα κάποιες στιγμές παραπέμπει στις μπάντες του Bristol, άλλες φορές θυμίζει πειραματική ποπ, και κάποιες άλλες ξεπροβάλλει η παράδοση μέσα από ένα πολύ χαρακτηριστικό ιδίωμα, πολλές φορές μάλιστα μέσα στο ίδιο κομμάτι. Προσθέστε σε όλα αυτά και την εντυπωσιακή τους εμφάνιση με  χαρακτηριστικές στολές και ψηλά γούνινα καπέλα, και καταλαβαίνετε πώς η έκπληξη με την οποία το κοινό που – όπως φάνηκε, εν μέρει τουλάχιστον - δε γνώριζε τη μουσική τους, σταδιακά μετουσιωνόταν σε εκρήξεις ενθουσιασμού όχι μόνο ανάμεσα στα κομμάτια αλλά και μέσα σε αυτά, ενώ στο τέλος καταχειροκρότησαν τέσσερις – πολύ χαρούμενους - μουσικούς.

Στη συνέχεια κάναμε μία γρήγορη βόλτα στη σκηνή όπου έπαιζε ο καλιφορνέζος Jonathan Wilson: Καλή φωνή και καλή σκηνική παρουσία και, σε γενικές γραμμές, ωραία κομμάτια, αρκετά εμπνευσμένα από αυτό το μουσικό ιδίωμα της Δυτικής Ακτής, χωρίς όμως να υπάρχει η ιδιαίτερη αίσθηση του νέου ή του ιδιαίτερα πρωτότυπου.

Έτσι συνεχίσαμε με το ισλανδικό συγκρότημα Of Monsters and Men για να ακούσουμε όμορφες μελωδίες και ενορχηστρώσεις που ισορροπούσαν ανάμεσα στο χαρούμενο και στο μελαγχολικό και που μας άφησαν μία πολύ θετική εντύπωση για τη λίγη ώρα που προλάβαμε να τους απολαύσουμε.

Με αυτά και με αυτά είχε φτάσει η ώρα για τον πρώτο headliner της βραδιάς: τον σοουλίστα Bobby Womack με 50 χρόνια καριέρας στην πλάτη του. Δυστυχώς, όμως, κοιτώντας πίσω στο χρόνο, ίσως, θα ήταν προτιμότερο να είχαμε περάσει αυτές τις ώρες σε κάποια από τις άλλες 7 σκηνές του Roskilde.
Ο κύριος λόγος είναι ότι κάποιος θα περίμενε ένα πολύ καλύτερο θέαμα και από έναν καλλιτέχνη με την εμπειρία και το εκτόπισμα του. Αντί αυτού ο Bobby Womack εκτελούσε τα κομμάτια του με έναν τρόπο που δεν είχε ούτε πάθος και ενδιαφέρον αλλά ούτε καν ιδιαίτερο νεύρο στη φωνή, με την καλύτερη στιγμή να είναι όταν μία από τις γυναικείες φωνές της χορωδίας τραγούδησε ένα κομμάτι από το ρεπερτόριο του καλλιτέχνη. Όσο περνούσε η ώρα τόσο άδειαζε και ο κόσμος μπροστά από τη σκηνή, καθώς όλοι ετοιμαζόμαστε για το μεγαλύτερο όνομα της βραδιάς και ίσως ολόκληρου του φεστιβάλ: Τη Rihanna.



Η οποία τελικά βγήκε: με ένα ημίωρο καθυστέρηση και συνοδευόμενη από έναν απερίγραπτο ενθουσιασμό από περισσότερο από 80.000 κόσμο που κάλυπταν κάθε άκρη του ορίζοντα ενός θεατή που βρισκόταν στο κέντρο της λαοθάλασσας. Το σόου της ήταν στο γνωστό χορευτικό στυλ, συνοδευόμενη εκτός από την μπάντα της και από μία ομάδα μαυροντυμένων χορευτών και ντυμένη σε ένα φόρεμα που ήταν κάτι ανάμεσα σε φανέλα του μπέιζμπολ και κελεμπία.

 Καθώς βρεθήκαμε αρκετά μακριά από τη σκηνή και είχαμε πρόσβαση στο οπτικό κομμάτι κατά κύριο λόγο από τις γιγαντοοθόνες στο πλάι δεν είχαμε τη δυνατότητα να δούμε ολόκληρο το σόου, όπως ιδανικά θα επιθυμούσαμε.
Αυτό που όμως πραγματικά νιώσαμε σε βάθος ήταν ο παραληρηματικός ενθουσιασμός περισσότερων ίσως και από 80.000 ανθρώπων, που ανεξάρτητα για το τί κάποιος νομίζει για την ποιότητα των τραγουδιών ή για τα φωνητικά που δεν ήταν πάντοτε στο 100%, δεν μπορεί να αποσιωπηθεί. Επίσης συναισθηματικά φορτισμένη ήταν η ίδια η Rihanna που αρκετές φορές, φαινόταν να μην πιστεύει αυτό που συνέβαινε και μάλιστα κομπάζοντας επαναλάμβανε ότι αυτή είναι η καλύτερη βραδιά της ζωής της και ότι το όνειρο της ζωής της είναι να μπορούσε να έχει αυτό το ίδιο κοινό κάθε βραδιά. Και έτσι τελείωσε και η δικιά μας βραδιά: με μία ολόκληρη πολιτεία να τραγουδά το Diamonds και τη Rihanna να εύχεται να επισκεφθεί ξανά σύντομα τη Δανία.

Αξιολόγηση
Βαθμός άρθρου
Για να αξιολογήσετε επιλέξτε το επιθυμητό αστέρι

Κωδικός επιβεβαίωσης, γράψτε τους χαρακτήρες που βλέπετε στην εικόνα

Διαβάστε ακόμα