Μουσική Λοβοτομή: Ποιος είναι το αφεντικό;

O τελευταίος μήνας ήταν ιδιαίτερα καλός για τους φίλους του Bruce Springsteen.
Διαβάστηκε φορες


    O τελευταίος μήνας ήταν ιδιαίτερα καλός για τους φίλους του Bruce Springsteen στην Ελλάδα που έπιασαν στα χέρια τους τη βιογραφία του Peter Ames Carlin μεταφρασμένη στη γλώσσα μας και λιγο μετά συνέχισαν να τη διαβάζουν με συνοδεία το High Hopes, το νέο άλμπουμ του Boss που κυκλοφόρησε στις 14 Ιανουαρίου. Το ΜΠΡΟΥΣ βγήκε σε μια αρκετά καλή μετάφραση και σε συνδυασμό με το νέο άλμπουμ, το νούμερο 18 στούντιο άλμπουμ παρακαλώ, έκανε τα Χριστούγεννα να κρατήσουν ένα μήνα παραπάνω για τους ντόπιους Μπρουσοφίλ.

  Δημιούργησε μάλιστα και μια σύντομη Μπρουσολαγνεία στα μουσικά και μη media. Kαι πάλι καλά, γνωρίζοντας πόσους πολλούς φανατικούς εχθρούς έχει εδώ (Μπρουσοκλάστες) ανθρώπους που προφανώς το Born in the USA τούς έχει κάτσει στο λαιμό και δε λέει να φύγει.

    Το ΜΠΡΟΥΣ έχει ικανοποιητικό μέγεθος για βιογραφία ενός μουσικού που του αξίζουν τόμοι. Ενός ανθρώπου που σημαίνει τόσα πολλά σε τόσους πολλούς. Που γεμίζει στάδια και παίζει τετράωρα σετ τραγουδώντας λες και η ζωή του εξαρτάται από αυτό. Που παρά τα εκατομμύριά του εξακολουθεί να ασχολείται με τον απλό άνθρωπο που δε βρήκε τη ζωή να του προσφέρεται στο πιάτο. Ενός ροκ μουσικού που ποτέ δεν ξέπεσε στα φτηνά κλισέ του sex, drugs and rock ‘n’ roll και ποτέ δεν απασχόλησε τον κίτρινο Τύπο με σκάνδαλα, ιδιοτροπίες και τερτίπια.

    Συγκρίνοντας τον Springsteen με τα ιερά τέρατα του ροκ Rolling Stones, The Who, Led Zeppelin, ή όποιον άλλο θέλετε να βάλετε στα τέρατα, ο Boss υπερτερεί σε διάρκεια: εκεί που οι Zeppelin, για παράδειγμα, διαλύθηκαν μέσα σε μια δεκαετία, ή οι Stones που σταμάτησαν να βγάζουν σπουδαία άλμπουμ κάπου στα τέλη των σέβεντις και συνεχίζουν μέχρι σήμερα με αυτόματο πιλότο και καύσιμο τις δάφνες του παρελθόντος, αυτός έχει μπει στην πέμπτη δεκαετία δημιουργίας και ενώ έβγαλε στη σειρά τα αριστουργηματικά Born To Run, Darkness on the Edge of Town, The River που τον καθιέρωσαν, δεν επαναπαύτηκε ποτέ και εξακολουθεί να βγάζει εξαιρετικά άλμπουμ με επίκαιρη θεματολογία (Nebraska, Born in the USA, Tunnel of Love στα έιτις, The Ghost of Tom Joad στα 90s, The Rising, Devils and Dust, Magic στα 00s, Wrecking Ball τη δεκαετία του ‘10) και να κάνει το κοινό του να ενδιαφέρεται και να ανυπομονεί για το καινούργιο υλικό του.  
   
    Η βιογραφία του Carlin είναι η πρώτη εδώ και 25 χρόνια στην οποία έχει συνεργαστεί ο ίδιος ο Springsteen. Αυτό την κάνει «επίσημη» κατά κάποιον τρόπο καθώς τα γραφόμενα δεν έχουν να κάνουν μόνο με τις εκτιμήσεις και τις απόψεις του συγγραφέα αλλά βασίζονται κυρίως στα λόγια του ίδιου του μουσικού. Εκτός από τις ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες σχετικά με το ταπεινό ξεκίνημά του στο Freehold του New Jersey, το πώς παραλίγο να παίξει στο Γούντστοκ με την τότε μπάντα του, πώς απέκτησε την πρώτη κιθάρα του αφού είδε τον Elvis στην τηλεόραση, ή το πώς παραλίγο να έδινε το «Hungry Heart» στους Ramones, μαθαίνουμε από το στόμα του ότι όταν ρώτησε τη μητέρα του αν η οικογένειά του ψήφιζε Δημοκράτες ή Ρεπουμπλικάνους και η μητέρα του απάντησε ότι οι Springsteen ανήκουν στο Δημοκρατικό Κόμμα επειδή αυτό υποστηρίζει την εργατική τάξη ή πώς έγινε το σκληρό μουσικό διαζύγιο με την E Street Band το 1989 ή για την τραυματική σχέση που είχε με τον πατέρα του.

    Ο μουσικός μιλάει για το πώς βρέθηκε μουσικά πελαγοδρομημένος στα τέλη της δεκαετίας του ’80, για την πολυετή ψυχοθεραπεία του, για τα αντικαταθλιπτικά χάπια που παίρνει από το 2003. Ο συγγραφέας δεν τον χαϊδεύει, αλλά ούτε και προσπαθεί να εκβιάσει κάποιο κακό alter ego για να σκανδαλίσει τον αναγνώστη. Φαίνεται να προσπαθεί να κρατήσει μια απόσταση, για χάρη της αντικειμενικότητας ίσως. Παρ’ όλα αυτά, το ΜΠΡΟΥΣ είναι απολαυστικό, όχι μόνο για τους φανατίλες του Boss αλλά και για όποιον θέλει να μάθει περισσότερα για αυτό το ταπεινό και εργατικό ιερό τέρας.

    Από την άλλη, το High Hopes είναι ένα παράξενο πουλί: παρότι επίσημα θεωρείται το νέο του άλμπουμ, στην πραγματικότητα πρόκειται για επανεκτελέσεις παλιών κομματιών, διασκευές, ή καινούργιες ηχογραφήσεις κομματιών που δεν μπήκαν σε προηγούμενα άλμπουμ, ηχογραφημένα σε πέντε διαφορετικά στούντιο και με διαφορετικούς μουσικούς και παραγωγούς. Για παράδειγμα, το «The Ghost of Tom Joad» έχει φύγει από την ακουστική απλότητα του original και έχει απλωθεί σε εννέα ολόκληρα λεπτά με την κιθάρα του Tom Morello να τσιρίζει αδικαιολόγητα σε ένα περιττό σόλο. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και σε άλλα κομμάτια όπου ο κιθαρίστας των Rage Against the Machine κάνει επίδειξη τεχνικής εις βάρος των τραγουδιών. Ευτυχώς όχι στο καθηλωτικό, δραματικό «American Skin (41 Shots)». Το εξαιρετικό  «This is Your Sword » με τις σκοτσέζικες γκάιντες θα μπορούσε να είναι στο Wrecking Ball, το ίδιο και το «Hunter of Invisible Game» που θυμίζει ιρλανδέζικο φολκ.

    Αντίθετα, το ομώνυμο κομμάτι με τη βροχή των κρουστών μπορεί να μην ταιριάζει απόλυτα στον ήχο του Springsteen, αλλά δεν παύει να είναι αποτελεσματικό και απολαυστικό. Το ίδιο και η διασκευή του «Just Like Fire Would» των punk Αυστραλών Saints. Και καθώς το άλμπουμ κλείνει με το «Dream Baby Dream» των Suicide με το στίχο “Come on and open up your heart” να επαναλαμβάνεται, το ερωτηματικό στο συννεφάκι πάνω από το κεφάλι σου γλυκαίνει, αλλά δεν παύει να είναι ερωτηματικό.     

Αξιολόγηση
Βαθμολογήστε το άρθρο
Για να αξιολογήσετε επιλέξτε το επιθυμητό αστέρι

Κωδικός επιβεβαίωσης, γράψτε τους χαρακτήρες που βλέπετε στην εικόνα

Διαβάστε ακόμα