Rock n Roll Stories: Οι Άγνωστοι Human League

Πριν από λίγες μέρες άκουσα έναν γενναίο DJ (είδος σπάνιο όσο και η λευκή φάλαινα) να παίζει το “The Black Hit of Space'' των Human League.
Διαβάστηκε φορες



    Πριν από λίγες μέρες άκουσα έναν γενναίο DJ (είδος σπάνιο όσο και η λευκή φάλαινα) να παίζει το “The Black Hit of Space'' των Human League. Οι  περισσότεροι δε γνωρίζουν ότι πριν τους λαοφιλείς Human League με τις δύο γκόμενες και το διαγαλαξιακό hit “Don' t You Want Me'' που θα παίζεται ακόμα και μετά το τέλος του κόσμου, υπήρχε μια άλλη εκδοχή της μπάντας με δύο οραματιστές πρωτοπόρους που θέλανε να πάνε την ηλεκτρονική μουσική και τα διδάγματα των δασκάλων που ονομάζονται Kraftwerk πιο μπροστά. Δεν είμαι ο μεγαλύτερος fan αυτής της μουσικής αλλά δεν μπορώ να αρνηθώ τη σημασία της, ούτε να αμφισβητήσω τις φιλοδοξίες  μουσικών που είναι καλωδιομένοι στον συμπαντικό ηλεκτρονικό σφυγμό. Επίσης, από καθαρά βιωματική άποψη, η εμφάνιση των Γερμανών γκουρού της elektronische musik στην Αθήνα πριν από έξι χρόνια ήταν μια αξέχαστη εμπειρία, ένα από τα καλύτερα live που έχω δει στη ζωή μου.

    Το ίδιο αξέχαστη, ίσως και περισσότερο επειδή τα αυτιά μου ήταν πολύ πιο παρθένα τότε, ήταν η πρώτη μου επαφή τρίτου τύπου με τους πρωτόλειους Human League στις 15 Φεβρουαρίου του 1979. Σε ένα κατάμεστο Nashville, ένα παμπ που φιλοξενούσε μεσαίου μεγέθους συγκροτήματα, βρέθηκα μπροστά σε ένα πρωτόγνωρο θέαμα: το πρώτο live ηλεκτρονικού συγκροτήματος που είδα. Για πρώτη φορά, δεν είδα ένα σετ ντραμς στημένο να περιμένει, ούτε ενισχυτές Marshall με κιθάρες ακουμπισμένες πάνω τους. Αντίθετα, είδα δύο συνθεσάιζερ,  δύο οθόνες και ένα μαγνητόφωνο μπομπίνας να περιμένουν. Και οι τέσσερις τύποι που βγήκαν στη σκηνή δεν είχαν καμία σχέση με ό,τι είχα δει μέχρι τότε. Φορούσαν όλοι κουστούμια και ο τραγουδιστής είχε μια φράντζα που έφτανε μέχρι το γόνατο σχεδόν.

   
Αλλά αυτό ήταν το λιγότερο. Ο πελώριος ηλεκτρονικός ρυθμός που βγήκε από τα ηχεία με καθήλωσε  αμέσως. Ήταν σαν να είχα βάλει το αυτί μου στο στήθος του Γκοτζίλα και ν΄άκουγα το σφυγμό του.  Ταυτόχρονα στις δύο οθόνες άρχισαν να προβάλλοντα slides από cult τηλεοπτικές σειρές όπως το Stingray και το Thunderbirds, από το Χαβάη 5-0, εικόνες απ΄ τον πόλεμο του Βιετνάμ, φωτογραφίες του Κένεντι, του Τζον Γουέην, φουτουριστικές εικόνες, ιστορικές στιγμές και ό,τι άλλο μπορούσα να φανταστώ. Οι θόρυβοι από τα synth πότε τρυπούσαν τα αυτιά και πότε τα τύλιγαν μέσα σε γλυκές συγχορδίες που θύμιζαν τους άλλους σπουδαίους γερμαναράδες της εποχής, τους Tangerine Dream. Ήταν κάτι καινούργιο και συναρπαστικό, ακουγόταν σαν ένα ταξίδι μέσα στην καρδιά των μηχανών, μια βόλτα σ' αυτό που πολλοί ονόμαζαν ''το μέλλον''.

    Οι τέσσερις τύποι - ο Philip Oakey στο μικρόφωνο, οι Martyn Ware και Ian Craig Marsh στα συνθεσάιζερ και ο Philip Wright στην προβολή των slides – στέκονταν ακίνητοι και βλοσυροί, σαν πειθαρχημένα στρατιωτάκια κάποιου γαλαξιακού στρατού αφοσιωμένα στο καθήκον τους, ή απλά σαν ρομπότ, όπως πιθανώς φαντάζονταν ότι θα επέβαλε ''το μέλλον''.  Όλη η ''σκηνική παρουσία'', η δραματουργία, παιζόταν στις δύο οθόνες. Αυτό όμως που ξεχώριζε μέσα απ' όλα αυτά ήταν το ξερό χιούμορ στους στίχους, ή ακόμη και το θράσος που διέκρινες σε μερικά από τα λόγια των κομματιών. Και οι τίτλοι: ''Empire State Human'', 'Circus of Death'', ''The Path of Least Resistance'', ''Morale'', ''Austerity/Girl One''. Σαν τίτλοι βιβλίων επιστημονικής φαντασίας, απ' όπου είχαν πάρει και το όνομά τους. Ανάμεσά τους και μια εντελώς απρόσμενη διασκευή που κατά κάποιον τρόπο τους έφερνε πίσω στη γη και στον κόσμο του rock: το ''Υou've Lost that Loving Feeling''. Για το encore είχαν φυλάξει και άλλες δύο διασκευές, το σχεδόν μηχανικό ''Rock 'n' Roll Parts One and Two” του Gary Glitter και το ρομποτικό ''Nightclubbing'' του Iggy Pop, έτσι, για να θυμήσουν στον κόσμο ότι έχουν μια επαφή με το human στο όνομά τους.

   
Λίγες μέρες αργότερα, διαβάζοντας την κριτική της συναυλίας στο NME έμαθα ότι ανάμεσα στο κοινό βρισκόταν και ένας τύπος ονόματι David Bowie που πήγε και έδωσε τα συγχαρητήριά του στην μπάντα μετά την εμφάνισή τους. Αργότερα επίσης, διάβασα ότι ο πολύς Johnny Rotten τους είχε αποκαλέσει ''trendy hippies''.

    Το μέλλον που οραματίζονταν οι τέσσερις πρώτοι Human League δεν ήρθε ποτέ. Ύστερα από δύο εξαιρετικά άλμπουμ στη Virgin, το Reproduction και το Travelogue, η επιθυμητή εμπορική επιτυχία δεν ήρθε ποτέ, άρχισε η φαγωμάρα ανάμεσα στους μουσικούς και ο Oakey το έσκασε με το όνομα, πήρε τα δύο κορίτσια και έφτιαξε τους Human League που γνώρισε και αγάπησε όλος ο κόσμος. Οι Ware και  Marsh έφτιαξαν τους Heaven 17 και συνέχισαν έτσι. Κανένα από τα δύο σχήματα δεν πλησίασε καν την τόλμη και την αίσθηση περιπέτειας της πρώτης εκδοχής της μπάντας. Και μπορεί ο ήχος τους να ήταν πιο εύπεπτος από τον ήχο των τότε ''ανταγωνιστών'' Cabaret Voltaire, Throbbing Gristle, ή Normal, αλλά ήταν η πρώτη μπάντα της εποχής που θα μπορούσε να φέρει τον ηλεκτρονικό ήχο στο πλατύτερο κοινό χωρίς συμβιβασμούς. 

Διαβάστε ακόμα