Μια πολύ όμορφη διασκευή του Μίλτου Νίκα στο αριστουργηματικό λογοτεχνικό έργο «Το Tρίτο Στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή παρακολουθήσαμε το Σάββατο στις 26 Απριλίου στο Θέατρο ΜΙΚΡΟ ΓΚΛΟΡΙΑ. Ένα έργο κοινωνικό, με αρκετά στοιχεία κωμικά μα και κάποια λυπητερά, όπως είναι και η ίδια η ζωή. Ένα έργο που συνδυάζει την πραγματικότητα με τη φαντασία, κάνοντας μια βουτιά στο χρόνο ωστόσο θίγει θέματα που απασχολούν κι ένα σύγχρονο άνθρωπο.
Λίγα λόγια για τον Κώστα Ταχτσή
Ο Κώστας Ταχτσής (1927-1988) είναι μία από τις σημαντικότερες φιγούρες της ελληνικής μεταπολεμικής λογοτεχνίας. Το έργο του, ιδιαίτερα το «Το Τρίτο Στεφάνι», που εκδόθηκε το 1962, κατέχει μια θέση-ορόσημο στην ελληνική λογοτεχνία. Το βιβλίο του έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και αγαπήθηκε από το αναγνωστικό κοινό, ενώ διασκευάστηκε για το ραδιόφωνο, το θέατρο και την τηλεόραση. Η ιδιαίτερη απήχησή του τον καθιστά έναν από τους κορυφαίους συγγραφείς της εποχής του.
Δυο λόγια για το έργο
Σημείο αναφοράς ο καθρέφτης μέσα από τον οποίο η κεντρική ηρωίδα, η Εκάβη (Νικολέττα Βλαβιανού-στο σήμερα), βλέπει τον εαυτό της σε νεαρή ηλικία (Μαρία Παπαλάμπρου) και θυμάται. Οι μνήμες τη χτυπούν κι άλλοτε χαίρεται μαζί τους και μας κάνει να γελάμε κι εμείς κι άλλοτε λυπάται και μας κάνει θεατές στον πόνο της.
Έρωτες, πάθη, πόλεμοι, εθισμοί, εγκληματικότητα, αρρώστιες, βία, ίντριγκες, απιστία, μάγια είναι κάποια από τα διακυβεύματα με τα οποία καταπιάνεται το έργο. Οι δυο γυναίκες μαζί, ενωμένες, εξιστορούν τη ζωή τους κάνοντας αναδρομές στο παρελθόν και μιλώντας για περιστατικά που τις σημάδεψαν, δίνοντας φως σε λεπτομέρειες που άλλοτε η μία προβλέπει κι άλλοτε η άλλη υπενθυμίζει. Το κεντρικό σημείο κι αυτό που δεν μας κάνει εντύπωση μεν αλλά αξίζει να αναφέρουμε είναι η ανεξάντλητη στο χρόνο αγάπη της μάνας για τα παιδιά της και αυτό το βλέπουμε στην εξής φράση της Νικολέττας Βλαβιανού: «Αν δεν ήθελα να ζήσω για εσάς, τα παιδιά μου, θα είχα αυτοκτονήσει».
Οι δύο πρωταγωνίστριες, η Νικολέττα Βλαβιανού και η Μαρία Παπαλάμπρου, δένουν πολύ όμορφα ως σκηνικές παρουσίες, τόσο που ο θεατής έχει την εντύπωση πως πρόκειται για μάνα και κόρη, αλλά και στο παίξιμό τους στη σκηνή μιας και μέσω της αρμονίας που προσφέρουν η μία συμπληρώνει την άλλη αβίαστα. Τα ρεαλιστικά στοιχεία (το χρονικό πλαίσιο των Βαλκανικών Πόλεμων και του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου και τα κοινωνικά θέματα με τα οποία καταπιάνεται το έργο) συνδυάζεται πολύ όμορφα με το φανταστικό στοιχείο, το διπλό ρόλο δηλαδή, που στη διάρκεια του έργου το ξεχνάμε και το μόνο που μας μένουν είναι τα συναισθήματα και τα γεγονότα στην πολυτάραχη ζωή της Εκάβης. Την ώρα που η παράσταση εκτυλίσσεται η ροή και η φυσική σκηνική παρουσία των δύο γυναικών σε κάνει να νιώθει πως βρίσκεσαι σε μια φιλική συνάθροιση και οι δύο γυναίκες ενθυμούνται περιστατικά που έχουν βιώσει στο πλαίσιο μιας γυναικείας κουβέντας.
Η διασκευή που έχει κάνει ο Μίλτος Νίκας στο έργο του Κώστα Ταχτσή είναι μια σύγχρονη προσέγγιση, καθώς αφορά σε θέματα που μπορεί να παρακολουθήσει όλη η οικογένεια και με τον έναν ή τον άλλον τρόπο όλοι τα έχουμε ακούσει ή διαβάσει. Η αναφορά τους δεν είναι τόσο πολιτική όσο κοινωνική, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι μια παράσταση που συγκινεί τον καθένα. Χαρακτηριστική φράση που δείχνει τις αντιλήψεις της εποχής —και ίσως και του σήμερα για κάποιους— είναι: «Οι δικαστές δικάζουν με βάση όχι τον νόμο αλλά την τσέπη». Επιπλέον, μέσα από τους διαλόγους ανάμεσα στις δύο γυναίκες γίνεται ξεκάθαρη και η στάση της ίδιας της κοινωνίας απέναντι στη γυναίκα: «Άσ’ τον να πηγαίνει, όπου θέλει αρκεί να γυρίζει σ’ εμένα. Εγώ είμαι η βασίλισσα στο σπίτι μας».
*Οι φωτογραφίες ανήκουν στον Ευάγγελο Κάλλοου.