Αμνησία

Η «Αμνησία» του Federico Axat χαμένη ανάμεσα στη συγγραφική και τη μεταφραστική ανεπάρκεια

Είναι όντως ο Federico Axat «ο Stephen King της Αργεντινής», όπως διαφημίζεται; Θα μπορούσε η «Αμνησία» του να είναι κάτι περισσότερο χωρίς τα μεταφραστικά λάθη;
Διαβάστηκε φορες
Ο Τζόνι ξυπνά από λήθαργο στο πάτωμα του σαλονιού του και ο εφιάλτης του ξεκινά. Ένα άδειο μπουκάλι βότκα στέκει ως απόδειξη ότι ξανακύλησε στο αλκοόλ. Το σώμα ενός κοριτσιού κείτεται νεκρό και λίγο παραδίπλα λάμπει το όπλο του φόνου. Ο Τζόνι νιώθει ότι το κορίτσι τού είναι οικείο, αλλά δεν θυμάται απολύτως τίποτα. Είναι δυνατόν να το σκότωσε; Πόση ώρα έχει μέχρι να έρθει η αστυνομία; Ή μέχρι να ξαναγυρίσει ο πραγματικός δολοφόνος του κοριτσιού; Ο Τζόνι δεν έχει στιγμή για χάσιμο.

Αμνησία
Από τις πρώτες γραμμές της «Αμνησίας» ο Αργεντίνος Federico Axat καθηλώνει τον αναγνώστη. Δεν έχεις χρόνο να αντιδράσεις και να αντισταθείς. Δεν υπάρχει περιθώριο για μακροσκελείς περιγραφές και εισαγωγικές πληροφορίες. Ένα πτώμα, ένα όπλο κι ένας πιθανός δράστης που δε θυμάται τίποτα. Είναι ακριβώς το ίδιο τέχνασμα που ο Axat χρησιμοποίησε και στο προηγούμενο βιβλίο του «Τελευταία έξοδος» (διαβάστε εδώ την κριτική). Εκεί με είχε ξαφνιάσει. Εδώ, αν και υποψιασμένος, ομολογώ ότι σοκαρίστηκα αρχικά. Αλλά σύντομα του παραδόθηκα, ακολούθησα τον Τζόνι στη διαδρομή του για να ανασυνθέσει τα κομμάτια εκείνης της βραδιάς, μια διαδρομή που περνάει από μονοπάτια που ποτέ δεν είχε θελήσει να ξαναεπισκεφτεί.

Η «Τελευταία έξοδος» ήταν το τέταρτο βιβλίο του Axat και το πρώτο του που ξεπέρασε τα όρια του ισπανόφωνου κόσμου και μεταφράστηκε σε περισσότερες από 30 γλώσσες. Αναμφίβολα ένα εντυπωσιακό επίτευγμα για έναν πολιτικό μηχανικό που έγινε συγγραφέας βιβλίων μυστηρίου και μέχρι τότε δεν είχε καταφέρει να δει κάποιο από τα βιβλία του σε βιβλιοπωλεία της πατρίδας του (μέχρι το 2016 κυκλοφορούσαν μόνο στην Ισπανία). Τότε είχα ρωτήσει τον Axat, αν φοβόταν την επανάληψη στο επόμενο συγγραφικό του βήμα. Ήταν κατηγορηματικός: «Ειλικρινά δε φοβάμαι μήπως επαναληφθώ. Την στιγμή που νιώθω ότι κάποια πλοκή είναι παρόμοια με κάτι που έχω ήδη κάνει, την αλλάζω επί τόπου». Και όντως, η πλοκή της «Αμνησίας» διαφέρει αισθητά. Επίσης, η διήγηση σε πρώτο πρόσωπο από τον Τζόνι προσδίδει μια αμεσότητα που πιθανόν να έλειπε από την «Τελευταία έξοδο». 


Είναι κοινός τόπος συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας να ανακαλύπτουν την ιστορία όσο γράφουν. Ο Axat δεν είναι σε καμιά περίπτωση ο πρώτος και ούτε του το προσάπτω ως πιθανό μειονέκτημα. Ωστόσο, δεν ένιωσα ότι είχε ολοκληρωμένη εικόνα των ηρώων του. Δεν ανακάλυπτε μόνο την ιστορία, αλλά και τους ήρωές του όσο έγραφε. Είχε εξαρχής επιλέξει την ιστορία ως κινητήρια δύναμη για το βιβλίο του και εξανάγκαζε κάθε χαρακτήρα να προσαρμοστεί σε αυτή. Ο Τζόνι, το νεκρό κορίτσι, ο Μαρκ, η Μάγκι, η Ντάρλα, ο Ρος δεν διαθέτουν βάθος, φαίνεται ότι σε κάθε κατάσταση ξαφνιάζονται κι αυτοί ανακαλύπτοντας ένα νέο κομμάτι του εαυτού τους. Η σύλληψή τους είναι επιφανειακή και αναπόφευκτα μετατρέπονται σε άβουλες μαριονέτες. Ο σχεδόν αριστοτεχνικά σχεδιασμένος κόσμος του Axat είναι γεμάτος με χαρακτήρες όχι χάρτινους, μα πλαστικούς. Ο δαιδαλώδης λαβύρινθος που έστησε για τον αναγνώστη παγίδευσε και τον ίδιο τον συγγραφέα.

Θα αποφύγω να κρίνω τον πυρήνα της ιστορίας, γιατί η όποια αναφορά θα απαιτούσε να αποκαλύψω στοιχεία της πλοκής. Ο Axat καταφέρνει πάντα να είναι ένα βήμα μπροστά και να εκπλήσσει (θετικά ή αρνητικά) τον αναγνώστη που καταβροχθίζει τις σελίδες, αντί να τις απολαύσει. Όμως, πώς να τις απολαύσει στ’ αλήθεια, αφού απουσιάζουν οι γοητευτικές περιγραφές τόπων, καταστάσεων, σκέψεων και συναισθημάτων; Η γραφή του Axat είναι απαίδευτη, αν όχι τραχιά, σαν να θέλει απλώς να σε οδηγήσει στις αποκαλύψεις και τις ανατροπές. Φευ! Η λογοτεχνία είναι κάτι παραπάνω από την καταγραφή μιας ιστορίας. Ναι, ακόμα και η αστυνομική λογοτεχνία, ακόμα και τα βιβλία μυστηρίου, ακόμα και τα θρίλερ. Όποιος έχει διαβάσει έστω κι ένα βιβλίο του Stephen King το αντιλαμβάνεται. Και γιατί αναφέρομαι στον Stephen King; Μα επειδή ο Axat διαφημίζεται ως «ο Stephen King της Αργεντινής». Το γεγονός ότι κάποιος θαυμάζει έναν δεξιοτέχνη συγγραφέα και ομολογεί ότι έχει επηρεαστεί από το έργο του δεν δικαιολογεί τη συνύπαρξη των ονομάτων τους στην ίδια φράση.

Η «Αμνησία» γκρέμισε όσες προσδοκίες ή αυταπάτες δημιούργησε η «Τελευταία έξοδος». Είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται γρήγορα και ξεχνιέται ακόμα πιο γρήγορα. Ακόμα κι έτσι βέβαια δεν της αξίζει η ποιότητα της ελληνικής έκδοσης. Το βιβλίο κυκλοφόρησε στις αρχές Φεβρουαρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Τόσο η μετάφραση από τα ισπανικά της Αγγελικής Βασιλάκου, όσο και η επιμέλεια της Κατερίνας Λελούδη αποπροσανατολίζουν τον αναγνώστη, δημιουργούν θυμηδία εκεί που θα έπρεπε να υπάρχει τραγωδία. Η Αγγελική Βασιλάκου είχε μεταφράσει από τα ισπανικά και την «Τελευταία έξοδο» του Axat, τότε σε επιμέλεια Σωτήρη Δρόση, καθώς και τον «Πνευματιστή του Χίτλερ» του Ουρουγουανού Gervasio Posadas. Και στα δύο βιβλία η μετάφραση με είχε ενοχλήσει ελάχιστα και μπόρεσα να αφοσιωθώ στην ανάγνωσή τους. Στην «Αμνησία», όμως, η μετάφραση και η επιμέλεια φαίνονται τόσο πρόχειρες που μου δημιουργήθηκε η απορία, γιατί έπρεπε κυκλοφορήσει τόσο βιαστικά το βιβλίο. Παρακάτω καταθέτω ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα από διαφόρων ειδών λάθη και αδεξιότητες. Τα αποσπάσματα έχουν επιλεγεί, ώστε να μην αποκαλύπτουν στοιχεία της υπόθεσης, για όσους επιθυμούν να διαβάσουν το βιβλίο.

Federico Axat

Φράσεις όπως «φασματική παρουσία», «πατίνα συγκατάβασης» και «η τωρινή μου πρώην» μπορεί να είναι δόκιμες (αν είναι) και να βγάζουν νόημα στα ισπανικά (αν βγάζουν), αλλά στα ελληνικά αποκόπτουν τη ροή της ανάγνωσης. Επίσης, θεωρώ ότι ορισμένες φορές η προσπάθεια απόδοσης του νοήματος είναι προτιμότερη από την ακριβή μετάφραση, ειδικά αν η τελευταία δίνει προτάσεις όπως: «Κατάφερα ένα βίαιο λάκτισμα στο άδειο μπουκάλι που είχα μπροστά μου» και «ένας μπερδεμένος εφιάλτης σφετερίστηκε το όνειρό μου σαν παράσιτο». Όσο κι αν καταλαβαίνω τη σύγχυση στη μετάφραση του “discutir”, καθώς συνήθως σημαίνει «διαφωνώ» ή «συζητώ», ακόμα και διαδικτυακά λεξικά προσθέτουν την πιθανότητα να σημαίνει «λογομαχώ» και «καυγαδίζω». Οπότε, όταν η πρόταση δεν βγάζει νόημα με την πρώτη προσπάθεια, θα πρέπει ο μεταφραστής να δοκιμάσει κάποια άλλη ερμηνεία.

Διαβάζοντας φράσεις, όπως «Όχι μόνο ήξερε τα προβλήματά μου με το αλκοόλ αλλά ήταν κι ένα από τα άτομα που με είχαν βοηθήσει περισσότερο να το ξεπεράσω» και «Ο θόρυβος που έκανα καθώς περπατούσε τον ανάγκασε να γυρίσει» νιώθεις ότι κάτι δεν πάει καλά. Δεν είναι τόσο σοβαρό, σε καμιά περίπτωση. Αλλά έχεις ήδη χάσει το ρυθμό σου.

Στα παραπάνω έρχονται να προστεθούν λάθη νοηματικής συνέχειας που παρουσιάζονται και στο πρωτότυπο (τα οποία, παρόλα αυτά, θεωρώ ότι έπρεπε να έχουν διορθωθεί), υφολογικές υπερβολές (λέξεις όπως «τερέτισμα», «σχοινοτενής», «πολύφερνος» φαίνονται εκτός τόπου), μεταγραφικές εμμονές (γιατί να μην είναι άραγε φέισμπουκ και ίνσταγκραμ, αφού είναι ντεζαβού και ντιτζέι;), και μεταφραστικές τεχνικές χρυσόψαρου (παράδειγμα 1: όταν εισάγεις ένα ξένο αρτικόλεξο και επιλέγεις το γένος του στα ελληνικά, θα πρέπει να μείνεις πιστός σε αυτό. παράδειγμα 2: όταν δυο άνθρωποι συναντιούνται για πρώτη φορά συνήθως επιλέγουν διαισθητικά, αν θα μιλάνε στον ενικό ή τον πληθυντικό. Παίζουν και άλλα πράγματα ρόλο, αλλά σίγουρα δεν αλλάζουν γνώμη ανάμεσα σε δύο ατάκες). Και βέβαια το κερασάκι στην τούρτα είναι το λάθος στην τελευταία σελίδα στην τελευταία ανατροπή, εκεί που ο αναγνώστης καλείται να αποκρυπτογραφήσει έναν γρίφο. Ο γρίφος δεν μπορεί να λυθεί όχι λόγω συγγραφικής πολυπλοκότητας, αλλά εξαιτίας των σοβαρών λαθών της ελληνικής μετάφρασης.

Αξιολόγηση
Βαθμολογήστε το άρθρο
10,0 / 10 (σε 1 αξιολογήσεις)
Για να αξιολογήσετε επιλέξτε το επιθυμητό αστέρι

Κωδικός επιβεβαίωσης, γράψτε τους χαρακτήρες που βλέπετε στην εικόνα

Διαβάστε ακόμα