ΕΞΩΦ

Περάσαμε και εμείς «Μια Μέρα στη Σαγκάη» με τον σκηνοθέτη της ταινίας Βασίλη Ξηρό

«Είναι μεγάλο κατόρθωμα για μια ταινία να φύγεις από την κινηματογραφική αίθουσα και να αισθανθείς μια αλλαγή μέσα σου».

Διαβάστηκε φορες

Αγαπώ τις ταινίες, που όταν ανάβουν τα φώτα και φύγω από την αίθουσα χαμογελάω (χαζό παιδί, χαρά γεμάτο). Αυτές που με καλούν να ζήσω, να αισθανθώ όμορφα, να χορέψω, να ερωτευτώ. Να αφήσω πίσω τη μαυρίλα της καθημερινότητας που ούτως ή άλλως βιώνουμε.

Μ’ αρέσει όταν μια ταινία μπορεί και σε «ταξιδεύει». Κι αυτό είναι κάτι που η ταινία «Μια Μέρα στη Σαγκάη», η οποία θα προβάλλεται από τις 24 Φεβρουαρίου στις κινηματογραφικές αίθουσες, καταφέρνει από την πρώτη στιγμή, μεταφορικά και κυριολεκτικά.

Μία κοπέλα, ένας αρκούδος, ένα παλληκάρι, ένας πατέρας, μια πόλη. Δε συνεχίζω άλλο... Αυτά όλα είχα στο μυαλό μου όταν βρέθηκα με τον Βασίλη Ξηρό, σκηνοθέτη της ταινίας. Με εφόδιο την απεριόριστη αγάπη του για τον κινηματογράφο, έπεσε κατευθείαν στα βαθιά, γυρίζοντας μια ταινία στη μακρινή Κίνα. Κι όπως του επισήμανα γελώντας, στη Ελλάδα ίσως περίμενε ακόμα.

MG: Θα παραφράσω ένα τραγούδι του Μανώλη Ρασούλη που λέει «Τι γυρεύεις μες στην Κίνα, Τσάκι Τσαν». Τι γυρεύεις μες στην Κίνα, Βασίλη Ξηρέ;

Βασίλης Ξηρός: (Γελάει) Ήμουν για τέσσερα χρόνια Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στη Σαγκάη.

MG: Και τι δουλειά έχει ένας διπλωμάτης με κάμερες, φακούς, ηθοποιούς κι όλα αυτά;

ΒΞ: Συνήθως καμία. Μια ταινία βέβαια είναι ένα εξαιρετικό μέσο προώθησης μιας χώρας στο εξωτερικό, οπότε κατά μια έννοια επιτελούσα τα καθήκοντά μου. Δεν ξέρω αν γίνομαι πολύ πειστικός. (γελάει) Σε κάθε περίπτωση, η βασική κινητήριος δύναμη ήταν η αγάπη μου για το σινεμά καθώς και η ανάγκη που ένιωθα να πω κάποια πράγματα, να αφηγηθώ μια συγκεκριμένη ιστορία.

MG: Είχαν προηγηθεί κάποιες σπουδές σχετικές με τον κινηματογράφο ή κάποια παρεμφερή ενασχόληση;

ΒΞ: Σπουδές σχετικές όχι. Η ενασχόλησή μου ξεκίνησε με τη συγγραφή σεναρίου. Έγραφα εξάλλου από παλιά, έχω εκδώσει και ένα μυθιστόρημα. Από την στιγμή που είχα λοιπόν ένα σενάριο, έκανα κάποιες επαφές, πήρα μια ιδέα για το πώς κινούνται τα πράγματα. Το πρόβλημα είναι πως για να γίνει εκείνη η ταινία χρειαζόταν έναν προϋπολογισμό μερικών δεκάδων εκατομμυρίων, οπότε φυσιολογικά δεν προχώρησε αυτό το πλάνο. (γελάει) Αλλά η όλη διαδικασία ήταν διαφωτιστική και εποικοδομητική για το μέλλον. Η αλήθεια είναι ότι ο κινηματογράφος είναι η μεγάλη μου αγάπη από παιδί. Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου έβλεπα ταινίες, καμιά φορά δύο και τρείς στην σειρά, όπως κάθε σινεφίλ. Και από εκείνες τις άδειες αίθουσες, καταλήξαμε εδώ.

MG: Περίμενε λίγο. Καλά το σενάριο, τι γίνεται με το τεχνικό κομμάτι;

ΒΞ: Ίσως με βοήθησαν οι σπουδές μου στο Πολυτεχνείο (γελάει), με την έννοια πως έμαθα ως μηχανικός να προσαρμόζομαι εύκολα σε χώρους και χρόνους. Πάντως το σημαντικότερο είναι να δει πρώτα ο σκηνοθέτης την ταινία μέσα του. Και φυσικά να μπορεί να μιλάει την ίδια γλώσσα με τα υπόλοιπα μέλη του συνεργείου, που ο καθένας έχει την εξειδικευμένη τεχνική γνώση της ειδικότητάς του. Εμείς είχαμε και την τύχη να έχουμε μπροστά μας ένα πανέμορφο φυσικό στούντιο, τη Σαγκάη.

MG: Για εμάς τους Έλληνες, αυτά είναι «κινέζικα». Για όλους τους υπόλοιπους αυτά είναι «ελληνικά» (It’s all Greek to me). Μήπως υπάρχει κάτι πιο βαθύ και σύνθετο που ενώνει τους δύο λαούς; 

ΒΞ: Ναι, νομίζω ότι μοιάζουμε αρκετά σαν λαοί, αν καταφέρουμε να ξεπεράσουμε τις επιφανειακές διαφορές και δυσκολίες, όπως η γλώσσα και η δυνατότητα επαφής. Και στους δύο λαούς παίζει μεγάλο ρόλο το κομμάτι ιστορία, το οποίο είναι διαφορετικό μεν, έντονο δε, και στις δύο χώρες. Σκέψου ότι ο Κινεζικός Εμφύλιος Πόλεμος συντελέστηκε την ίδια ακριβώς χρονική περίοδο με τον Ελληνικό Eμφύλιο (1945-1949), με διαφορετικό βέβαια αποτέλεσμα. Μας ενώνουν σίγουρα οι στενές οικογενειακές σχέσεις που υπάρχουν και στους δύο λαούς, η φιλοξενία, το φιλότιμο, χρησιμοποιώ δύο χαρακτηριστικές ελληνικές λέξεις και έννοιες τις οποίες συναντάς πολύ και στην Κίνα. Υπάρχει συναισθηματισμός. Oι Κινέζοι αντίθετα με άλλους δεν είναι ψυχρός λαός. Αν κάνεις ένα καλό, θα στο επιστρέψουν στο δεκαπλάσιο - βέβαια αυτό ισχύει και αντίστροφα.

MG: Αυτό κι αν μου ακούγεται ελληνικό!

ΒΞ: Είδες που σου λέω, μοιάζουμε.

MG: Η ταινία ακολουθεί μια κυκλική πορεία και ενδιάμεσα παρεμβάλλεται ένα τρίγωνο μεταξύ Κίνας, Ελλάδας και Αυστρίας. Υπήρχε πρόθεση ενός μαθηματικού μυαλού;

ΒΞ: Νομίζω ότι τα μαθηματικά υπάρχουν στη ζωή, οι κύκλοι που λες είναι η φυσική πορεία των πραγμάτων. Βέβαια υπάρχουν και τρίγωνα, στην ταινία όπως και στη ζωή, και ο τρίτος πόλος λειτουργεί συχνά ως καταλύτης, που ως πρώην χημικός έμαθα επίσης να χρησιμοποιώ (γελάει). 

MG: Σε μια πόλη περίπου 25 εκατομμυρίων κατοίκων πόσο εύκολο είναι να υπάρχει επικοινωνία; Διακρίνουμε μια έντονη ανάγκη όλων των ηρώων για επαφή.

ΒΞ: Η Σαγκάη είναι μια μεγαλούπολη, αλλά πίστεψέ με, δεν έχει τους καταιγιστικούς ρυθμούς που έχουν άλλες μεγαλουπόλεις στον κόσμο, είναι αρκετά ανθρώπινη. Υπάρχουν τα μεγάλα πάρκα, υπάρχει και η παλιά Σαγκάη όπου επικρατεί μια ράθυμη ατμόσφαιρα. Πάντως, είναι γεγονός ότι ανάμεσα στα 25 εκατομμύρια νιώθεις μικρός, νιώθεις να καταπιέζεται η ατομικότητά σου, και αυτό κάνει πιο έντονη την ανάγκη για επικοινωνία. Ιδίως για έναν ξένο, που είναι αποκομμένος από το οικείο περιβάλλον του. Για αυτό είναι πιο εύκολο να κάνει ένας ξένος το πρώτο βήμα, όπως συμβαίνει στην ταινία. Το βλέμμα του δεν έχει αμβλυνθεί από την συνήθεια. Είναι ένας οξυδερκής παρατηρητής, έτοιμος να αρπάξει την ευκαιρία.

MG: Χρειάστηκαν πολλές «γκουανσί» (διασυνδέσεις) για να ολοκληρωθεί η ταινία;

ΒΞ: Θα σου απαντήσω με ειλικρίνεια. Η επαγγελματική μου ιδιότητα με βοήθησε να έχω έναν ευρύ κύκλο γνωριμιών, να έχω πρόσβαση σε πολλούς ανθρώπους που θα με δεχτούν και θα με ακούσουν. Όμως, μετά από το πρώτο αυτό επίπεδο επικοινωνίας, η ίδια επαγγελματική ιδιότητα γινόταν εμπόδιο. Περνούσαμε από τη συμπάθεια στη συγκαταβατικότητα. Έπρεπε να καταβάλω επιπλέον προσπάθεια για να αποδείξω ότι το συγκεκριμένο project είναι σοβαρό, υλοποιήσιμο, καλλιτεχνικό και εμπορικό συνάμα, να απαντήσω πειστικά σε όλες τις ερωτήσεις που μου έκανες και εσύ στην αρχή. Εκεί χρειάστηκε να εξασκήσω όλες τις «διπλωματικές» μου ικανότητες.

MG: Υπάρχουν κάποιες ομοιότητες με το «Πριν το ξημέρωμα» του Richard Linklater και με το «Χαμένοι στην Μετάφραση» της Sofia Coppola. Σύμπτωση, αναφορά σε επιρροές ή σκόπιμο για άλλους λόγους; 

ΒΞ: Σκόπιμο δεν είναι, ίσως ούτε και σύμπτωση, μιας και μου αρέσουν και οι δύο ταινίες που ανέφερες. Πάντως, έτυχε να ξαναδώ πρόσφατα το «Χαμένοι στην Μετάφραση» μετά από πολλά χρόνια και μου φάνηκε σε σημεία γραφικό. Βρήκα την ματιά της Coppola υπερβολικά «δυτική», κάτι που ίσως είναι αναμενόμενο μετά από τα τόσα χρόνια που έχω ζήσει στην Ασία. Το «Πριν το ξημέρωμα» έχει κάποιες κοινές συνθήκες με την ταινία μου (αγόρι-κορίτσι-πόλη), όπως και τη σχέση της ταινίας με τον κανονικό χρόνο, που μεταφέρει πιο πειστικά την αίσθηση της πραγματικής ζωής. Δεν ξέρω, ίσως να έχουμε και κάποια κοινά βιώματα με τον Linklater (γελάει).

MG: Είναι τελικά «ένα όμορφο ψέμα προτιμότερο από μια πικρή αλήθεια», όπως ισχυρίζεται ο πρωταγωνιστής της ταινίας;

ΒΞ: (Χαμογελάει) Είναι, αρκεί να μην μάθεις ποτέ την αλήθεια.

MG: Τελειώνοντας, μια ερώτηση που θα ήθελες να απαντήσεις και που ποτέ δεν έγινε.

ΒΞ: Δεν είμαι σίγουρος σε ποια ακριβώς ερώτηση απαντάει αυτό που θα πω. Από την στιγμή που συνέλαβα την ιδέα μέχρι και τώρα, ένοιωθα ότι αν καταφέρω να πάει να δει την ταινία ένας πατέρας με μια κόρη που δεν έχουν πιθανόν τις καλύτερες σχέσεις και τους φέρει πιο κοντά, τότε αυτή θα είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή μου. Κι ας μη τη δει κανένας άλλος, εγώ θα είμαι ευτυχής. Είναι μεγάλο κατόρθωμα για μια ταινία να φύγεις από την κινηματογραφική αίθουσα και να αισθανθείς μια αλλαγή μέσα σου.

MG: Είμαι σίγουρος για την επιτυχία της ταινίας.

ΒΞ: Σ' ευχαριστώ πολύ.


Η ταινία «Μια Μέρα στη Σαγκάη» προβάλλεται από τις 24 Φεβρουαρίου στους κινηματογράφους από την Feelgood.

Διαβάστε ακόμα