Τόπος: Μπιλμπάο, Χώρα των Βάσκων, Ισπανία
Χρόνος: 12-14 Ιουλίου 2012
Στόχος: Μουσικό φεστιβάλ Bilbao BBK Live 2012
Από την πρώτη στιγμή που πατήσαμε το πόδι μας στο αεροδρόμιο του Μπιλμπάο ήταν εμφανές ότι ολόκληρη η επαρχία της Βισκαϊκής ζούσε και ανέπνεε σε ρυθμούς μουσικούς. Είχε προηγηθεί την Τετάρτη 11 Ιουλίου η συναυλία του Bob Dylan στον προαύλιο χώρο του μουσείου Guggenheim που συνέπεσε χρονικά με τη φετινή επέτειο 15 ετών από την ίδρυση και λειτουργία του. Ακόμα και τα ήδη σχετικά πυκνά δρομολόγια του λεωφορείου που συνέδεε το αεροδρόμιο με την πόλη πύκνωσαν περισσότερο λόγω της αυξημένης κίνησης των επισκεπτών. Πολλές αφίσες σε διάφορα σημεία της πόλης υπενθύμιζαν αυτό που λίγο πολύ όλοι είχαν σημειωμένο στο ημερολόγιό τους.
Μια μικρή στάση στο ξενοδοχείο και μια αναγκαία βόλτα για χαλάρωση από το πολύωρο ταξίδι κρίθηκαν απολύτως απαραίτητες, αλλά μας στέρησαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε το άνοιγμα του φεστιβάλ και τις πρώτες μας επιλογές (Band of Skulls, Ben Howard). Κατά τις 8 το βράδυ λοιπόν πήραμε το δρόμο για την αφετηρία των λεωφορείων του φεστιβάλ που θα μετέφεραν τον κόσμο από την πόλη ως το λόφο του Kobetamendi (βουνό Κομπέτας, στα βάσκικα). Κι εκεί βεβαίως μας περίμενε η πρώτη μεγάλη έκπληξη: ο κόσμος σχημάτιζε ουρά που περικύκλωνε ένα οικοδομικό τετράγωνο και ως εκεί που μπορέσαμε να την ακολουθήσουμε έφτανε περί τα 500 μέτρα.
Καταλαβαίνοντας ότι η αναμονή εκεί εκτός από την αναμενόμενη κούραση θα μας πρόσθετε εντελώς ανεπιθύμητο εκνευρισμό βολευτήκαμε σε ένα ταξί και βρεθήκαμε σχετικά γρήγορα στο λόφο. Η επιλογή αυτή ακολουθήθηκε και τις υπόλοιπες ημέρες για τη μετάβαση στο χώρο του φεστιβάλ. Δε θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι τις ώρες αιχμής του φεστιβάλ (19:00-22:00) ο ρυθμός προσέλευσης του κόσμου με ταξί ήταν μεγαλύτερος απ’ ότι με τα λεωφορεία. Είναι βεβαίως προς τιμήν της συγκεκριμένης επαγγελματικής κατηγορίας το γεγονός ότι δεν εκμεταλλεύτηκαν την ευνοϊκή για αυτούς συγκυρία για να αποκομίσουν πρόσθετο όφελος. Με λίγα λόγια, η χρέωση του ταξί, ειδικά όταν μοιραζόταν στην παρέα, αποτέλεσε ίσως το μικρότερο παράπλευρο έξοδο του φεστιβάλ. Η τρίτη εναλλακτική επιλογή, που ακολούθησαν οι λιγότεροι, ήταν η άνοδος με τα πόδια στο λόφο από μια διαδρομή που διαρκούσε περίπου μισή ώρα. Για να περιγράψουμε λίγο την κατάσταση να σημειώσουμε ότι ο λόφος του Kobetamendi βρίσκεται λίγα μόλις χιλιόμετρα από το κέντρο του Μπιλμπάο και το ύψος του προσφέρει μια υπέροχη θέα, αλλά δυσχεραίνει την πρόσβαση, ειδικότερα τις ώρες αιχμής.
Φτάνοντας πια στο χώρο του φεστιβάλ αποκτήσαμε με πολύ σύντομες διαδικασίες τα βραχιολάκια μας για το τριήμερο και μετά από μια σύντομη κόντρα με τους σεκιούριτι (την οποία καλύτερα να μην περιγράψουμε αναλυτικά, αλλά θα καταγράψουμε στον απολογισμό) προχωρήσαμε στα ενδότερα. Ο χώρος φαινόταν αρκετά μεγάλος αλλά κάτι δεν κόλλαγε στην τοποθέτηση των σκηνών και την εν γένει διαρύθμιση του χώρου, πράγμα που επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια.
Το πρώτο άνοιγμα των θυρών του φεστιβάλ την Πέμπτη το απόγευμα όπως το κατέγραψε ο φακός του bifmradio.
Έχοντας λοιπόν ήδη κλείσει το ραντεβού μας με τους βαλενθιάνους La Habitación Roja κινηθήκαμε γρήγορα προς τη σκηνή της Vodafone που τελικά δεν ήταν η μικρότερη, αλλά είχε την ιδιαιτερότητα ότι ήταν κλειστή από τα 3/4, πράγμα που σήμαινε ότι ουσιαστικά όποιος έπαιζε σε αυτή θα απευθυνόταν εξ ορισμού σε αρκετά περιορισμένο κοινό. Ο κόσμος είχε ήδη γεμίσει το χώρο (η χωρητικότητά της πρέπει να έφτανε περίπου στα 2000 άτομα) και αρκετοί στέκονταν ακριβώς απ’ έξω δίνοντας μια όμορφη πρώτη εικόνα με τη συμμετοχή του κόσμου στη συναυλία. Ο ήχος ωστόσο ακουγόταν πολύ άσχημα σε όσους καθόμασταν έξω και δε μπόρεσε να μας κρατήσει το ενδιαφέρον. Ενδεχομένως αν είχαμε λάβει θέση νωρίτερα ή αν οι τεχνικοί είχαν πετύχει αυτό που κατάφεραν τις επόμενες ημέρες που βελτίωσαν τον ήχο στη συγκεκριμένη σκηνή να είχε γίνει η σύνδεση με τον ήχο αυτού του τόσο ενδιαφέροντος συγκροτήματος.
Το σουλάτσο στο οποίο επιδωθήκαμε όπως και οι περισσότεροι από τους πρώτους επισκέπτες του φεστιβάλ μας έφερε στην κεντρική σκηνή, όπου οι Snow Patrol είχαν μαζέψει πολύ κόσμο και έδιναν μια από τις γνώριμες συναυλίες τους. Στην πραγματικότητα φαινόταν τόσο οικεία η εμφάνισή τους σαν να τους βλέπαμε ξανά να κάνουν support στους U2 δυο χρόνια πίσω – μέχρι και τα ίδια ρούχα πρέπει να φορούσε ο Gary Lightbody. Αυτά τα διαρκή τυχαία συναπαντήματα μας έχουν στερήσει τη δυνατότητα να απολαύσουμε τους Σκωτσέζους όπως τους αρμόζει, δηλαδή ως ένα συγκρότημα με αρκετά καλά τραγούδια, που μπορεί να μεταδίδει μια μελαγχολία τόσο γλυκιά που να την επιθυμείς διακαώς και πάνω απ’ όλα κάνει εξαιρετικά προσεγμένα live.
Η εκτέλεση του Crack The Shutters από την επίσημη κινηματογράφηση της εμφάνισης των Snow Patrol στο Μπιλμπάο.
Τους αποχαιρετήσαμε σύντομα και με τον ήχο του λατρεμένου Run στα αυτιά μας προχωρήσαμε προς τη σκηνή 3 όπου εμφανίζονταν οι Jon Spencer Blues Explosion, δηλαδή το μουσικό τρίο του Jon Spencer που σχηματίστηκε το 1991 στη Νέα Υόρκη. Με ήχους από post punk, garage και blues rock ξεκίνησαν την εμφάνιση τους γύρω στις δέκα και μισή στη μικρή σκηνή του φεστιβάλ. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν ένα είδους support για τους Cure, αλλά δυστυχώς λόγω της χωτοταξικής τους τοποθέτησης έχασαν σε πόντους, αφού ο κόσμος συγκεντρωνόταν κάτω από την κεντρική εξέδρα περιμένοντας τον Robert Smith και την παρέα του. Παρόλα αυτά έπαιξαν πενήντα δυνατά λεπτά, γεμάτα με τύμπανα και κιθάρες. Η λέξη που σου έρχεται στο μυαλό ενθυμούμενος την παρουσία τους εκεί είναι «έχωναν», έτσι απλώς. Ο κόσμος διασκέδαζε πολύ από κάτω και χόρευε στους τρελούς ρυθμούς των drums ασταμάτητα. Θα χαρακτηριζόταν ως μία από τις καλές μικρές στιγμές του φεστιβάλ.
Θεραπεία από τους ειδικούς
Η ζέση μας να κινηθούμε προς την κεντρική σκηνή όπου θα εμφανίζονταν οι The Cure δεν επιβραβεύτηκε – ούτε θέσεις με ιδιαίτερα καλή οπτική βρήκαμε, ούτε οι Άγγλοι βγήκαν στην ώρα τους. Βέβαια τα παιδιά εκεί ήταν, τα είδαμε, αλλά ένα «τεχνικό πρόβλημα» καθυστέρησε χαρακτηριστικά την έναρξη της πιο αναμενόμενης συναυλίας της πρώτης ημέρας. Παρότι στο εικοσάλεπτο εκπρόσωπος του φεστιβάλ μας ενημέρωσε για την κατάσταση και μας υποσχέθηκε ότι σύντομα θα αποκατασταθεί το πρόβλημα, ο κόσμος ήταν νευρικός και το εξέφραζε με σφυρίγματα και γιουχαΐσματα. Ομολογουμένως η καθυστέρηση ήταν υπερβολική και όποιο κι αν ήταν το τεχνικό ή όποιο άλλο πρόβλημα οι υπεύθυνοι είχαν αρκετή ώρα μετά την αποχώρηση των Snow Patrol για να το διευθετήσουν.
Πάντως αυτό το απρόοπτο μας έδωσε την ευκαιρία να απολαύσουμε ένα ακουστικό σετ τριών τραγουδιών από τον Robert Smith, ο οποίος προχώρησε μπροστά και για να κατευνάσει τα πλήθη έπαιξε κατά σειρά τα Three Imaginary Boys, Fire in Cairo και Boys Don't Cry. Κι αν το τελευταίο το περιμέναμε πώς και πώς στην ηλεκτρική εκτέλεση, που πράγματι ακολούθησε, τα πρώτα δύο (από το δίσκο Three Imaginary Boys του 1979) αποτέλεσαν μια πραγματικά ευχάριστη έκπληξη. Θυμηθήκαμε που ακούσαμε το Fire in Cairo τελευταία φορά σε μια διαδικτυακή εκπομπή του Infowar του Άρη Χατζηστεφάνου σχετικά με την εξέγερση στην Αίγυπτο το 2011.
Φωτογραφία του χρήστη GEMELOSBILBO από το flickr.com. © All rights reserved
Ο Smith ήταν πολύ καλοδιάθετος. Ήθελε να ικανοποιήσει τον κόσμο και φαινόταν έτοιμος να συνεχίσει για αρκετή ώρα. Όμως ως εξαιρετική μουσική προσωπικότητα αποχώρησε δηλώνοντας: “I think I have to get the rest of the group with me… That’s why it’s The Cure and not Robert Smith” και επέστρεψε μετά από δέκα λεπτά με τους υπόλοιπους τέσσερις Cure που συμμετέχουν στην καλοκαιρινή περιοδεία (Gabrels, Gallup, O'Donnell και Cooper). Όπως και να έχει είναι σημαντικό να διαπιστώνει κανείς τη σύμπνοια ανάμεσα στα μέλη ενός συγκροτήματος οι σχέσεις των οποίων μόνο ιδανικές δεν υπήρξαν στην πορεία των ετών. Τόσο ο Gallup όσο κι ο O'Donnell έχουν κατά καιρούς αποχωρήσει από τους Cure είτε για να συνεργαστούν με διαφορετικά projects είτε γιατί απλώς δεν τα έβρισκαν πάντα με το Smith (ο O'Donnell μάλιστα επανήλθε μόλις το 2011 στο συγκρότημα). Ο Reeves Gabrels που είχε συμμετάσχει στην ηχογράφηση του single Wrong Number το 1997 και διετέλεσε για πολλά χρόνια κιθαρίστας του David Bowie συνοδεύει την υπόλοιπη «κλασσική» τετράδα στη φετινή καλοκαιρινή περιοδεία.
Η σκοτεινή φιγούρα του Smith ήταν ακριβώς όπως την είχαμε φανταστεί: εξαιρετικά προσεγμένα χτενισμένο-αχτένιστο μαλλί, μικρές κινήσεις γύρω από το μικρόφωνο και χορευτικές φιγούρες όταν το μουσικό χαλί το επέτρεπε. Στην ηλεκτρική κιθάρα του ήταν κολλημένο ένα ανθρωπάκι και το σύνθημα: “2012: CITIZENS NOT SUBJECTS”. Κουβέντα για την πολιτική κατάσταση (ιδιαίτερα ενδιαφέρον θέμα των τελευταίων ετών και επίκαιρο στην Ισπανία που δέχεται την επίθεση των «φίλων» Ευρωπαίων και ΔΝΤ) δεν ακούστηκε αυτή την πρώτη βραδιά, αλλά δε χρειάστηκε κιόλας. Ο νοών νοείτω…
Η εικόνα προέρχεται από snapshot της εμφάνισης των Cure.
Ο Gabrels στην κιθάρα φορούσε ένα ζευγάρι γυαλιά με χοντρό, διάφανο σκελετό και στα κοντινά πλάνα στο video wall έφερνε λίγο σε οξυγονοκολλητή ή τουλάχιστον στον Μπομπ το Μάστορα. Ο Gallup χόρευε διαρκώς με την πλάτη γυρισμένη στο κοινό και συχνά χαριετιζόταν με το Smith και τον κερνούσε μπύρα. Γενικώς η σκηνή απόπνεε πολύ κέφι και όλοι ήταν πολύ δωτικοί.
Το επίσημο κινηματογραφημένο υλικό με την πρώτη μία ώρα της εμφάνισης των Cure συμπεριλαμβανομένου του ακουστικού σετ του Robert Smith από το fan club τους από το Μεξικό.
Αποθέωση στο άνοιγμα με το Open. Ζητοκραυγές στα The End of the World και Lovesong, χορός στα In Between Days και Just Like Heaven. Το κοινό συμμετείχε. Η ώρα περνούσε όμως. Η συναυλία ήταν προγραμματισμένη να ξεκινήσει στις έντεκα και τέταρτο. Είχε πάει ήδη μιάμιση και η κούραση ήταν εμφανής. Οι Cure είχαν ετοιμάσει ένα τρίωρο πρόγραμμα που τα περιείχε όλα. Όμως η αναποδιά της αρχικής καθυστέρησης φαινόταν να τους χαλάει το γλυκό. Η επιλογή κάποιων πιο ιδιαίτερων τραγουδιών για τη συνέχεια της συναυλίας και οι μακροσκελείς ψυχεδελικές εισαγωγές των τραγουδιών, πράγματα δηλαδή που θα απολάμβανες υπό άλλες συνθήκες, επιδείνωναν την κατάσταση. Λίγο κουνηθήκαμε στο Lullaby, άλλο λίγο τραγουδήσαμε στο A Forest και περισσότερο αναρωτιώμασταν αν θα αντέχαμε να πάμε αμέσως μετά να δούμε τους Bloc Party.
Ειδικά όταν αποχώρησαν μετά το πρώτο encore υπήρχε η πεποίθηση ότι η συναυλία είχε ολοκληρωθεί. Ο κόσμος άρχισε να αραιώνει (σχετικό βέβαια για κόσμο που σύμφωνα με τα επίσημα νούμερα έφτασε τα 37.000 άτομα) και να μοιράζεται στις υπόλοιπες σκηνές όπου ξεκινούσαν ήδη οι επόμενες συναυλίες. Όμως το πάρτυ μόλις άρχιζε. Με πόδια κομμένα από την κούραση και το κρύο να θερίζει στο διόλου καλοκαιρινό βράδυ στο λόφο του Kobetamendi, οι Cure μας έδωσαν το φιλί της ζωής.
Το δεύτερο encore μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί ως κανονικό setlist συναυλίας, με δέκα τραγούδια που περιελάμβαναν εκπλήξεις όπως το Lovecats και μεγάλες επιτυχίες όπως το Close to Me και το Why Can't I Be You?. Αφήσαμε σακίδια. Χορέψαμε. Τραγουδήσαμε. Γελάσαμε. Ξεχάσαμε κούραση και κρύο για άλλη μια ώρα και αφεθήκαμε σε μια απίστευτα αναζωογονητική θεραπεία από τους ειδικούς. Μας καληνύχτησαν οριστικά με το Boys Don't Cry αφήνοντας την πιο γλυκιά γεύση με το Smith να διαφωνεί τραγουδώντας “Boys Do Cry”.
Το παρακάτω setlist προέρχεται από το setlist.com και η ακρίβειά του ελέγχεται. Ωστόσο σε γενικές γραμμές συμφωνεί με τις σημειώσεις μας.
Open
High
The End of the World
Lovesong
Sleep When I'm Dead
Push
In Between Days
Just Like Heaven
From the Edge of the Deep Green Sea
Want
Pictures of You
Lullaby
The Caterpillar
The Walk Play for Today
A Forest
Primary
Bananafishbones
Shake Dog Shake
The Hungry Ghost
Wrong Number One Hundred Years End
Encore:
The Same Deep Water as You
Encore 2:
Dressing Up
The Lovecats
The Blood
Just One Kiss
Let's Go to Bed
Friday I'm in Love Doing the Unstuck
Close to Me
Why Can't I Be You?
Boys Don't Cry
Η φωτογραφία είναι η συμμετοχή του Alejandro Mantecón στο διαγωνισμό φωτογραφίας της διοργάνωσης.
Οι Bloc Party ακούγονταν από τη δεύτερη σκηνή, αλλά τα στομάχια μας απαιτούσαν πια την προσοχή μας και τα πόδια μας αντιστέκονταν σε οποιαδήποτε κίνηση υπερέβαινε τις απολύτως απαραίτητες. Κρίμα γιατί όταν τους είχαμε δει πριν κάποια χρόνια έδωσαν ένα πραγματικά εξαιρετικό show.
Με το λεωφορείο του φεστιβάλ επιστρέψαμε στην πόλη όπου και διαμέναμε, αφού δεν προτιμήσαμε το κάμπινγκ της διοργάνωσης – ορθότατα όπως αποδείχθηκε στην συνέχεια. Η αποχώρηση αποδείχθηκε ταχύτατη με τη συχνότητα αναχώρησης λεωφορείων να φτάνει μόλις μερικά λεπτά.
Κλείσιμο λοιπόν για την πρώτη ημέρα που είναι πάντα η πιο δύσκολη για να μπούμε στους ρυθμούς του φεστιβάλ. Την επόμενη ημέρα μπορεί να μην ήμασταν πιο ξεκούραστοι, θα ήμασταν όμως πιο έτοιμοι!
Χρόνος: 12-14 Ιουλίου 2012
Στόχος: Μουσικό φεστιβάλ Bilbao BBK Live 2012
Από την πρώτη στιγμή που πατήσαμε το πόδι μας στο αεροδρόμιο του Μπιλμπάο ήταν εμφανές ότι ολόκληρη η επαρχία της Βισκαϊκής ζούσε και ανέπνεε σε ρυθμούς μουσικούς. Είχε προηγηθεί την Τετάρτη 11 Ιουλίου η συναυλία του Bob Dylan στον προαύλιο χώρο του μουσείου Guggenheim που συνέπεσε χρονικά με τη φετινή επέτειο 15 ετών από την ίδρυση και λειτουργία του. Ακόμα και τα ήδη σχετικά πυκνά δρομολόγια του λεωφορείου που συνέδεε το αεροδρόμιο με την πόλη πύκνωσαν περισσότερο λόγω της αυξημένης κίνησης των επισκεπτών. Πολλές αφίσες σε διάφορα σημεία της πόλης υπενθύμιζαν αυτό που λίγο πολύ όλοι είχαν σημειωμένο στο ημερολόγιό τους.
Μια μικρή στάση στο ξενοδοχείο και μια αναγκαία βόλτα για χαλάρωση από το πολύωρο ταξίδι κρίθηκαν απολύτως απαραίτητες, αλλά μας στέρησαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε το άνοιγμα του φεστιβάλ και τις πρώτες μας επιλογές (Band of Skulls, Ben Howard). Κατά τις 8 το βράδυ λοιπόν πήραμε το δρόμο για την αφετηρία των λεωφορείων του φεστιβάλ που θα μετέφεραν τον κόσμο από την πόλη ως το λόφο του Kobetamendi (βουνό Κομπέτας, στα βάσκικα). Κι εκεί βεβαίως μας περίμενε η πρώτη μεγάλη έκπληξη: ο κόσμος σχημάτιζε ουρά που περικύκλωνε ένα οικοδομικό τετράγωνο και ως εκεί που μπορέσαμε να την ακολουθήσουμε έφτανε περί τα 500 μέτρα.
Καταλαβαίνοντας ότι η αναμονή εκεί εκτός από την αναμενόμενη κούραση θα μας πρόσθετε εντελώς ανεπιθύμητο εκνευρισμό βολευτήκαμε σε ένα ταξί και βρεθήκαμε σχετικά γρήγορα στο λόφο. Η επιλογή αυτή ακολουθήθηκε και τις υπόλοιπες ημέρες για τη μετάβαση στο χώρο του φεστιβάλ. Δε θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι τις ώρες αιχμής του φεστιβάλ (19:00-22:00) ο ρυθμός προσέλευσης του κόσμου με ταξί ήταν μεγαλύτερος απ’ ότι με τα λεωφορεία. Είναι βεβαίως προς τιμήν της συγκεκριμένης επαγγελματικής κατηγορίας το γεγονός ότι δεν εκμεταλλεύτηκαν την ευνοϊκή για αυτούς συγκυρία για να αποκομίσουν πρόσθετο όφελος. Με λίγα λόγια, η χρέωση του ταξί, ειδικά όταν μοιραζόταν στην παρέα, αποτέλεσε ίσως το μικρότερο παράπλευρο έξοδο του φεστιβάλ. Η τρίτη εναλλακτική επιλογή, που ακολούθησαν οι λιγότεροι, ήταν η άνοδος με τα πόδια στο λόφο από μια διαδρομή που διαρκούσε περίπου μισή ώρα. Για να περιγράψουμε λίγο την κατάσταση να σημειώσουμε ότι ο λόφος του Kobetamendi βρίσκεται λίγα μόλις χιλιόμετρα από το κέντρο του Μπιλμπάο και το ύψος του προσφέρει μια υπέροχη θέα, αλλά δυσχεραίνει την πρόσβαση, ειδικότερα τις ώρες αιχμής.
Φτάνοντας πια στο χώρο του φεστιβάλ αποκτήσαμε με πολύ σύντομες διαδικασίες τα βραχιολάκια μας για το τριήμερο και μετά από μια σύντομη κόντρα με τους σεκιούριτι (την οποία καλύτερα να μην περιγράψουμε αναλυτικά, αλλά θα καταγράψουμε στον απολογισμό) προχωρήσαμε στα ενδότερα. Ο χώρος φαινόταν αρκετά μεγάλος αλλά κάτι δεν κόλλαγε στην τοποθέτηση των σκηνών και την εν γένει διαρύθμιση του χώρου, πράγμα που επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια.
Το πρώτο άνοιγμα των θυρών του φεστιβάλ την Πέμπτη το απόγευμα όπως το κατέγραψε ο φακός του bifmradio.
Έχοντας λοιπόν ήδη κλείσει το ραντεβού μας με τους βαλενθιάνους La Habitación Roja κινηθήκαμε γρήγορα προς τη σκηνή της Vodafone που τελικά δεν ήταν η μικρότερη, αλλά είχε την ιδιαιτερότητα ότι ήταν κλειστή από τα 3/4, πράγμα που σήμαινε ότι ουσιαστικά όποιος έπαιζε σε αυτή θα απευθυνόταν εξ ορισμού σε αρκετά περιορισμένο κοινό. Ο κόσμος είχε ήδη γεμίσει το χώρο (η χωρητικότητά της πρέπει να έφτανε περίπου στα 2000 άτομα) και αρκετοί στέκονταν ακριβώς απ’ έξω δίνοντας μια όμορφη πρώτη εικόνα με τη συμμετοχή του κόσμου στη συναυλία. Ο ήχος ωστόσο ακουγόταν πολύ άσχημα σε όσους καθόμασταν έξω και δε μπόρεσε να μας κρατήσει το ενδιαφέρον. Ενδεχομένως αν είχαμε λάβει θέση νωρίτερα ή αν οι τεχνικοί είχαν πετύχει αυτό που κατάφεραν τις επόμενες ημέρες που βελτίωσαν τον ήχο στη συγκεκριμένη σκηνή να είχε γίνει η σύνδεση με τον ήχο αυτού του τόσο ενδιαφέροντος συγκροτήματος.
Το σουλάτσο στο οποίο επιδωθήκαμε όπως και οι περισσότεροι από τους πρώτους επισκέπτες του φεστιβάλ μας έφερε στην κεντρική σκηνή, όπου οι Snow Patrol είχαν μαζέψει πολύ κόσμο και έδιναν μια από τις γνώριμες συναυλίες τους. Στην πραγματικότητα φαινόταν τόσο οικεία η εμφάνισή τους σαν να τους βλέπαμε ξανά να κάνουν support στους U2 δυο χρόνια πίσω – μέχρι και τα ίδια ρούχα πρέπει να φορούσε ο Gary Lightbody. Αυτά τα διαρκή τυχαία συναπαντήματα μας έχουν στερήσει τη δυνατότητα να απολαύσουμε τους Σκωτσέζους όπως τους αρμόζει, δηλαδή ως ένα συγκρότημα με αρκετά καλά τραγούδια, που μπορεί να μεταδίδει μια μελαγχολία τόσο γλυκιά που να την επιθυμείς διακαώς και πάνω απ’ όλα κάνει εξαιρετικά προσεγμένα live.
Η εκτέλεση του Crack The Shutters από την επίσημη κινηματογράφηση της εμφάνισης των Snow Patrol στο Μπιλμπάο.
Τους αποχαιρετήσαμε σύντομα και με τον ήχο του λατρεμένου Run στα αυτιά μας προχωρήσαμε προς τη σκηνή 3 όπου εμφανίζονταν οι Jon Spencer Blues Explosion, δηλαδή το μουσικό τρίο του Jon Spencer που σχηματίστηκε το 1991 στη Νέα Υόρκη. Με ήχους από post punk, garage και blues rock ξεκίνησαν την εμφάνιση τους γύρω στις δέκα και μισή στη μικρή σκηνή του φεστιβάλ. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν ένα είδους support για τους Cure, αλλά δυστυχώς λόγω της χωτοταξικής τους τοποθέτησης έχασαν σε πόντους, αφού ο κόσμος συγκεντρωνόταν κάτω από την κεντρική εξέδρα περιμένοντας τον Robert Smith και την παρέα του. Παρόλα αυτά έπαιξαν πενήντα δυνατά λεπτά, γεμάτα με τύμπανα και κιθάρες. Η λέξη που σου έρχεται στο μυαλό ενθυμούμενος την παρουσία τους εκεί είναι «έχωναν», έτσι απλώς. Ο κόσμος διασκέδαζε πολύ από κάτω και χόρευε στους τρελούς ρυθμούς των drums ασταμάτητα. Θα χαρακτηριζόταν ως μία από τις καλές μικρές στιγμές του φεστιβάλ.
Θεραπεία από τους ειδικούς
Η ζέση μας να κινηθούμε προς την κεντρική σκηνή όπου θα εμφανίζονταν οι The Cure δεν επιβραβεύτηκε – ούτε θέσεις με ιδιαίτερα καλή οπτική βρήκαμε, ούτε οι Άγγλοι βγήκαν στην ώρα τους. Βέβαια τα παιδιά εκεί ήταν, τα είδαμε, αλλά ένα «τεχνικό πρόβλημα» καθυστέρησε χαρακτηριστικά την έναρξη της πιο αναμενόμενης συναυλίας της πρώτης ημέρας. Παρότι στο εικοσάλεπτο εκπρόσωπος του φεστιβάλ μας ενημέρωσε για την κατάσταση και μας υποσχέθηκε ότι σύντομα θα αποκατασταθεί το πρόβλημα, ο κόσμος ήταν νευρικός και το εξέφραζε με σφυρίγματα και γιουχαΐσματα. Ομολογουμένως η καθυστέρηση ήταν υπερβολική και όποιο κι αν ήταν το τεχνικό ή όποιο άλλο πρόβλημα οι υπεύθυνοι είχαν αρκετή ώρα μετά την αποχώρηση των Snow Patrol για να το διευθετήσουν.
Πάντως αυτό το απρόοπτο μας έδωσε την ευκαιρία να απολαύσουμε ένα ακουστικό σετ τριών τραγουδιών από τον Robert Smith, ο οποίος προχώρησε μπροστά και για να κατευνάσει τα πλήθη έπαιξε κατά σειρά τα Three Imaginary Boys, Fire in Cairo και Boys Don't Cry. Κι αν το τελευταίο το περιμέναμε πώς και πώς στην ηλεκτρική εκτέλεση, που πράγματι ακολούθησε, τα πρώτα δύο (από το δίσκο Three Imaginary Boys του 1979) αποτέλεσαν μια πραγματικά ευχάριστη έκπληξη. Θυμηθήκαμε που ακούσαμε το Fire in Cairo τελευταία φορά σε μια διαδικτυακή εκπομπή του Infowar του Άρη Χατζηστεφάνου σχετικά με την εξέγερση στην Αίγυπτο το 2011.
Φωτογραφία του χρήστη GEMELOSBILBO από το flickr.com. © All rights reserved
Ο Smith ήταν πολύ καλοδιάθετος. Ήθελε να ικανοποιήσει τον κόσμο και φαινόταν έτοιμος να συνεχίσει για αρκετή ώρα. Όμως ως εξαιρετική μουσική προσωπικότητα αποχώρησε δηλώνοντας: “I think I have to get the rest of the group with me… That’s why it’s The Cure and not Robert Smith” και επέστρεψε μετά από δέκα λεπτά με τους υπόλοιπους τέσσερις Cure που συμμετέχουν στην καλοκαιρινή περιοδεία (Gabrels, Gallup, O'Donnell και Cooper). Όπως και να έχει είναι σημαντικό να διαπιστώνει κανείς τη σύμπνοια ανάμεσα στα μέλη ενός συγκροτήματος οι σχέσεις των οποίων μόνο ιδανικές δεν υπήρξαν στην πορεία των ετών. Τόσο ο Gallup όσο κι ο O'Donnell έχουν κατά καιρούς αποχωρήσει από τους Cure είτε για να συνεργαστούν με διαφορετικά projects είτε γιατί απλώς δεν τα έβρισκαν πάντα με το Smith (ο O'Donnell μάλιστα επανήλθε μόλις το 2011 στο συγκρότημα). Ο Reeves Gabrels που είχε συμμετάσχει στην ηχογράφηση του single Wrong Number το 1997 και διετέλεσε για πολλά χρόνια κιθαρίστας του David Bowie συνοδεύει την υπόλοιπη «κλασσική» τετράδα στη φετινή καλοκαιρινή περιοδεία.
Η σκοτεινή φιγούρα του Smith ήταν ακριβώς όπως την είχαμε φανταστεί: εξαιρετικά προσεγμένα χτενισμένο-αχτένιστο μαλλί, μικρές κινήσεις γύρω από το μικρόφωνο και χορευτικές φιγούρες όταν το μουσικό χαλί το επέτρεπε. Στην ηλεκτρική κιθάρα του ήταν κολλημένο ένα ανθρωπάκι και το σύνθημα: “2012: CITIZENS NOT SUBJECTS”. Κουβέντα για την πολιτική κατάσταση (ιδιαίτερα ενδιαφέρον θέμα των τελευταίων ετών και επίκαιρο στην Ισπανία που δέχεται την επίθεση των «φίλων» Ευρωπαίων και ΔΝΤ) δεν ακούστηκε αυτή την πρώτη βραδιά, αλλά δε χρειάστηκε κιόλας. Ο νοών νοείτω…
Η εικόνα προέρχεται από snapshot της εμφάνισης των Cure.
Ο Gabrels στην κιθάρα φορούσε ένα ζευγάρι γυαλιά με χοντρό, διάφανο σκελετό και στα κοντινά πλάνα στο video wall έφερνε λίγο σε οξυγονοκολλητή ή τουλάχιστον στον Μπομπ το Μάστορα. Ο Gallup χόρευε διαρκώς με την πλάτη γυρισμένη στο κοινό και συχνά χαριετιζόταν με το Smith και τον κερνούσε μπύρα. Γενικώς η σκηνή απόπνεε πολύ κέφι και όλοι ήταν πολύ δωτικοί.
Το επίσημο κινηματογραφημένο υλικό με την πρώτη μία ώρα της εμφάνισης των Cure συμπεριλαμβανομένου του ακουστικού σετ του Robert Smith από το fan club τους από το Μεξικό.
Αποθέωση στο άνοιγμα με το Open. Ζητοκραυγές στα The End of the World και Lovesong, χορός στα In Between Days και Just Like Heaven. Το κοινό συμμετείχε. Η ώρα περνούσε όμως. Η συναυλία ήταν προγραμματισμένη να ξεκινήσει στις έντεκα και τέταρτο. Είχε πάει ήδη μιάμιση και η κούραση ήταν εμφανής. Οι Cure είχαν ετοιμάσει ένα τρίωρο πρόγραμμα που τα περιείχε όλα. Όμως η αναποδιά της αρχικής καθυστέρησης φαινόταν να τους χαλάει το γλυκό. Η επιλογή κάποιων πιο ιδιαίτερων τραγουδιών για τη συνέχεια της συναυλίας και οι μακροσκελείς ψυχεδελικές εισαγωγές των τραγουδιών, πράγματα δηλαδή που θα απολάμβανες υπό άλλες συνθήκες, επιδείνωναν την κατάσταση. Λίγο κουνηθήκαμε στο Lullaby, άλλο λίγο τραγουδήσαμε στο A Forest και περισσότερο αναρωτιώμασταν αν θα αντέχαμε να πάμε αμέσως μετά να δούμε τους Bloc Party.
Ειδικά όταν αποχώρησαν μετά το πρώτο encore υπήρχε η πεποίθηση ότι η συναυλία είχε ολοκληρωθεί. Ο κόσμος άρχισε να αραιώνει (σχετικό βέβαια για κόσμο που σύμφωνα με τα επίσημα νούμερα έφτασε τα 37.000 άτομα) και να μοιράζεται στις υπόλοιπες σκηνές όπου ξεκινούσαν ήδη οι επόμενες συναυλίες. Όμως το πάρτυ μόλις άρχιζε. Με πόδια κομμένα από την κούραση και το κρύο να θερίζει στο διόλου καλοκαιρινό βράδυ στο λόφο του Kobetamendi, οι Cure μας έδωσαν το φιλί της ζωής.
Το δεύτερο encore μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί ως κανονικό setlist συναυλίας, με δέκα τραγούδια που περιελάμβαναν εκπλήξεις όπως το Lovecats και μεγάλες επιτυχίες όπως το Close to Me και το Why Can't I Be You?. Αφήσαμε σακίδια. Χορέψαμε. Τραγουδήσαμε. Γελάσαμε. Ξεχάσαμε κούραση και κρύο για άλλη μια ώρα και αφεθήκαμε σε μια απίστευτα αναζωογονητική θεραπεία από τους ειδικούς. Μας καληνύχτησαν οριστικά με το Boys Don't Cry αφήνοντας την πιο γλυκιά γεύση με το Smith να διαφωνεί τραγουδώντας “Boys Do Cry”.
Το παρακάτω setlist προέρχεται από το setlist.com και η ακρίβειά του ελέγχεται. Ωστόσο σε γενικές γραμμές συμφωνεί με τις σημειώσεις μας.
Open
High
The End of the World
Lovesong
Sleep When I'm Dead
Push
In Between Days
Just Like Heaven
From the Edge of the Deep Green Sea
Want
Pictures of You
Lullaby
The Caterpillar
The Walk Play for Today
A Forest
Primary
Bananafishbones
Shake Dog Shake
The Hungry Ghost
Wrong Number One Hundred Years End
Encore:
The Same Deep Water as You
Encore 2:
Dressing Up
The Lovecats
The Blood
Just One Kiss
Let's Go to Bed
Friday I'm in Love Doing the Unstuck
Close to Me
Why Can't I Be You?
Boys Don't Cry
Η φωτογραφία είναι η συμμετοχή του Alejandro Mantecón στο διαγωνισμό φωτογραφίας της διοργάνωσης.
Οι Bloc Party ακούγονταν από τη δεύτερη σκηνή, αλλά τα στομάχια μας απαιτούσαν πια την προσοχή μας και τα πόδια μας αντιστέκονταν σε οποιαδήποτε κίνηση υπερέβαινε τις απολύτως απαραίτητες. Κρίμα γιατί όταν τους είχαμε δει πριν κάποια χρόνια έδωσαν ένα πραγματικά εξαιρετικό show.
Με το λεωφορείο του φεστιβάλ επιστρέψαμε στην πόλη όπου και διαμέναμε, αφού δεν προτιμήσαμε το κάμπινγκ της διοργάνωσης – ορθότατα όπως αποδείχθηκε στην συνέχεια. Η αποχώρηση αποδείχθηκε ταχύτατη με τη συχνότητα αναχώρησης λεωφορείων να φτάνει μόλις μερικά λεπτά.
Κλείσιμο λοιπόν για την πρώτη ημέρα που είναι πάντα η πιο δύσκολη για να μπούμε στους ρυθμούς του φεστιβάλ. Την επόμενη ημέρα μπορεί να μην ήμασταν πιο ξεκούραστοι, θα ήμασταν όμως πιο έτοιμοι!
Σχετικό θέμα