Δημήτρης Βεριώνης: Ας αφήσουμε τα συναισθήματα να είναι φυσικά και όχι politically correct

Με τον νέο δίσκο του ανά χείρας, ο τραγουδοποιός απαντά στις ερωτήσεις του Mix Grill.
Διαβάστηκε φορες
Ο Δημήτρης Βεριώνης είναι ένας τραγουδοποιός ο οποίος τα τελευταία 10 χρόνια στήνει μεθοδικά το ποπ soundtrack του καλοκαιριού, των ταξιδιών της μνήμης και της αναπόλησης της παιδικής αθωότητας. Πρόκειται για δημιουργό που διαθέτει προσωπική μυθολογία, που έχει φτιάξει το δικό του, πριβέ σύμπαν από αναφορές, που διαθέτει εσωτερική φωνή και ευαισθησία - που διαθέτει, δηλαδή, όλα εκείνα που χρειάζονται για να αποτελεί αξιοσημείωτη περίπτωση καλλιτέχνη.

Φέτος, μάλιστα, ο Βεριώνης κυκλοφορεί τον τρίτο και πλέον φιλόδοξο δίσκο της καριέρας του: ένα διπλό άλμπουμ σε συσκευασία βιβλίου, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μετρονόμος, υπό τον τίτλο Το Καλοκαίρι Του Άχυρου. Για αυτό, αλλά και πολλά άλλα ακόμα, μας μίλησε, απαντώντας διεξοδικά στις ερωτήσεις που του θέσαμε.

Ξεκινώντας από το νέο άλμπουμ, τι είναι "Το Καλοκαίρι Του Άχυρου" και ποια η ιδέα πίσω από τη δημιουργία του;

Το "Καλοκαίρι Του Άχυρου" είναι ο τίτλος του νέου μου διπλού δίσκου, η στέγη, ας πούμε, για 24 μικρές ιστορίες. Θα μπορούσα να πω πως στην πραγματικότητα πρόκειται για δύο σχεδόν ανεξάρτητους δίσκους, με κοινή κυκλοφορία και πολλά συνδετικά στοιχεία. Ο πρώτος δίσκος έχει υπότιτλο "Ιστορίες Του Καλοκαιριού" και ο δεύτερος "Ιστορίες Της Μνήμης". Μέσα στα 18 τραγούδια και τα έξι οργανικά κομμάτια μιλάω για ιστορίες που διαδραματίζονται κατά την καλοκαιρινή περίοδο και όσα επιπλέουν στη μνήμη μου ως επείγοντα προς διάσωση, προς εξιστόρηση και καταγραφή. Και αν το καλοκαίρι του Άχυρου είναι το καλοκαίρι της εφηβικής ορμής και της "ζωής μπροστά", όπως συνηθίζουμε να λέμε, το κομμάτι που κλείνει τον πρώτο δίσκο, το "Αντίο Καλοκαίρι", είναι το τωρινό που βλέπει τόσα καλοκαίρια πίσω του και ένα ακόμα να περνά. Αυτή η δισκογραφική δουλειά προσπαθεί να καταγραφεί σαν ένα σταθερό σημείο μέσα στον ορμητικό κυματισμό του χρόνου και να συγκρατήσει μαζί της τα μικρά ή μεγάλα που τον έχουν καθορίσει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θυμάμαι παλιές εποχές, ανθρώπους που έχω χάσει, το Αγκάθι, το περιοδικό που σημάδεψε την εφηβεία μου, την τραγική ιστορία της Μάριον Σίβα, το διαφημιστικό Ανθρωπάκι Κάλας στην εθνική οδό, τα πρώτα ραντεβού των γονιών μου, το πλοίο για τις Κυκλάδες, έναν δρόμο στις καλαμιές μέσα στο απογευματινό φως του Ιουλίου, την παιδική μου κατασκήνωση Golden Horse που δεν υπάρχει πια και πολλά άλλα.

Αποτελεί, δηλαδή, αυτός ο δίσκος ένα είδος κιβωτού για σένα, όπου θες να φυλάξεις πρόσωπα, πράγματα και εποχές που έφυγαν ανεπιστρεπτί. Είναι η νοσταλγία ένα συναίσθημα που σε χαρακτηρίζει, θα έλεγες;

Ναι, ακριβώς έτσι είναι, προσπαθώ να διατηρήσω όσα θυμάμαι (και βέβαια όχι μόνο εγώ· και άλλοι τα θυμούνται). Σα να προσπαθώ να φυσήξω τη σκόνη που έχει κατακάτσει. Το τώρα δεν επαρκεί για να μας κρατάει ζωντανούς, χρειαζόμαστε και το παρελθόν και το μέλλον. Άλλωστε τι είναι το παρόν, παρά η τρέχουσα στιγμή που η αναφορά της και μόνο την έχει θέσει στο παρελθόν. Νομίζω πως η ζωή είναι ένα συνεχές, με πριν και μετά και όχι αυτοτελή επεισόδια (όπως γράφω στο "Κάστρο Στον Ουρανό"). Και έχοντας ζήσει όμορφα πράγματα και εκτιμώντας τα με τον ανάλογο τρόπο, προφανώς και τα θυμάμαι, προφανώς και τα νοσταλγώ. Αυτό δε σημαίνει ότι δε ζω στο τώρα ή ότι η νοσταλγία είναι "'μια απάτη" και άλλα λίγο στυλιζαρισμένα και αστεία που λένε διάφοροι. Εγώ θεωρώ πως η νοσταλγία του παρελθόντος είναι εξίσου λογική και αναγκαία όσο και τα όνειρα για το μέλλον. Και εδώ μιλάμε για συναισθήματα, όχι για λογιστικές καταγραφές. Αλίμονο αν κρίναμε ένα συναίσθημα (ή οτιδήποτε άλλο) μόνο από την πιθανή παρεκτροπή του ή τις αρνητικές εφαρμογές που μπορεί να βρει σε κάποιον άνθρωπο. Ας αφήσουμε τα συναισθήματα να είναι φυσικά και όχι politically correct.



Κυκλοφορείς έναν διπλό δίσκο μαζί με βιβλίο, σε μια εποχή που ο κόσμος δεν ακούει ούτε τους μονούς πια... Ποια τα ρίσκα και οι δυσκολίες ενός τέτοιου εγχειρήματος;

Πράγματι, είναι μια μεγάλη απόφαση η κυκλοφορία ενός δίσκου - και μάλιστα διπλού, όπως σημειώνεις - και δε μιλάμε καν για ρίσκο αλλά για απόλυτη βεβαιότητα ότι ο δίσκος δεν πρόκειται να καλύψει ούτε το μισό του κόστους του! Δεν υπάρχουν ούτε οι προϋποθέσεις για να ακουστεί, ούτε και τα μαγαζιά για να τοποθετηθεί. Όσο για την προβολή από τα Μ.Μ.Ε., ας μη το συζητήσουμε καν. Τα ιδιωτικά ραδιόφωνα σπανιότατα… παρεκτρέπονται από τη θεόσταλτη playlist. Υπάρχει πολλή καλλιτεχνική δημιουργία που δε φτάνει στα αυτιά ή στα μάτια του κόσμου και δε μιλάμε καν για τα mainstream μέσα, αλλά και τα υποτιθέμενα πιο προοδευτικά ή ψαγμένα. Αρκεί να αναφέρω πως στα δεκάδες mail που έστειλα σε ραδιόφωνα σχετικά με το πώς θέλουν να τους τον στείλω, απάντησαν λιγότερα από δέκα σε όλη την Ελλάδα, πλην της ΕΡΤ βέβαια, η οποία ευτυχώς υπάρχει, σε πείσμα όλων αυτών που ήθελαν να τη σιωπήσουν για πάντα. Και θέλανε να τη σιωπήσουν για να λειτουργούν πλέον όλα μόνο με βάση τους νόμους της αγοράς και του κέρδους. Αλλά επειδή η ζωή δεν είναι μόνο κέρδος, η ΕΡΤ υπάρχει ακόμα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο κι εγώ, όπως και πολλοί άλλοι συνάδελφοι, αφήνουμε στην άκρη την ενδεχόμενη πικρία από τη συστηματική αγνόηση και δημιουργούμε τις δουλειές μας, φτιάχνουμε με μεράκι και αγάπη αυτό που μπορούμε, όσο αντέχουμε, όπως αντέχουμε. Και όποιος θέλει μπορεί να βρει τη δουλειά μας είτε στο διαδίκτυο, είτε να την αγοράσει και να μας ενισχύσει.

Ένα πράγμα που σε χαρακτηρίζει, με βάση όλους τους δίσκους σου, είναι η αγάπη σου για το καλοκαίρι. Πέρα από τα προφανή θέλγητρα αυτής της εποχής του έτους, υπάρχει σε αυτή την προτίμηση και μια σύνδεση με την παιδική αθωότητα; Ή κάτι άλλο;

Ναι, η παιδική αθωότητα και η εφηβική ορμή κρύβονται σε μεγάλο βαθμό. Θυμάμαι πολλά γλυκά πράγματα να συμβαίνουν το καλοκαίρι. Συχνά επίσης παρομοιάζουμε τα νιάτα με το καλοκαίρι. Θυμάμαι εκείνο του τραγούδι του Matt Monroe στην ταινία Hoffman - όπου ο Sellers υποδύεται έναν μεσήλικα ερωτευμένο με τη γραμματέα του - το οποίο λέει "I can offer you the autumn of my life, please will you share it". Είναι νομίζω χαρακτηριστικό του τι... άποψη επιφυλάσσεται για το φθινόπωρο. Πέρα όμως από αυτό, λατρεύω το καλοκαίρι ως εποχή, τις διακοπές, τη θάλασσα, τον καλοκαιρινό ουρανό, τα πάντα. Και πολλές ιστορίες όμορφες εδράζονται σε αυτό. Θα έλεγα πως από τους προηγούμενους δίσκους μου θα μπορούσε άνετα να ενταχθεί σε αυτόν εδώ το "Μαγεμένο Καλοκαίρι" που είχε τραγουδήσει ο Δάκης. Αλλά και άλλα τραγούδια μου φλερτάρουν με αυτό, είναι γεγονός. Σε γενικές γραμμές θα έλεγα πως το καλοκαίρι για εμένα συμβολίζει το νέο, το ενθουσιώδες, το ανοιχτό σε προοπτικές και πιθανά αποτελέσματα, το παθιασμένο, αυτό που απέχει από τη φθορά, το ανοιχτόκαρδο.

Σε όλα τα επίπεδα της παραγωγής των δίσκων σου διαπιστώνω ότι μένεις πιστός στην ίδια πάνω-κάτω ομάδα συνεργατών. Τι σου προσφέρει αυτή η σταθερότητα; Μίλησέ μου για τα πρόσωπα-κλειδιά του νέου δίσκου και για τη συνεισφορά τους.

Μ’ αρέσει πολύ η χαρά του σμιξίματος με ανθρώπους που έχω συναντήσει στο παρελθόν. Μ’ αρέσει πολύ να δουλεύουμε οι ίδιοι πάνω-κάτω άνθρωποι, νιώθω οικειότητα (τόσο προσφιλές μου συναίσθημα), ανυπομονώ να ξαναβρεθούμε. Και βέβαια εκτιμώ πολύ τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζομαι. Ο δίσκος δε θα είχε καν γίνει χωρίς το μεράκι, τη φροντίδα και τον επαγγελματισμό του Όμηρου Κομνηνού, αγαπημένου φίλου και μουσικού συνοδοιπόρου για πάνω από 20 χρόνια. Συναντιέμαι ξανά στον δίσκο αυτό με τον Στέλιο Καρασταμάτη, ενώ σταθερά συμμετέχουν αγαπημένοι φίλοι όπως ο Πάνος Τόλιος, ο Φώτης Σιώτας, ο Δημήτρης Τσέλιος, ο Λεωνίδας Βλάχος, ο Σπύρος Χατζηκωνσταντίνου, ο Κωνσταντίνος Στάμου, ο Μιχάλης Τόλιος, ο Φώτης Δεμερτζής,  οι μουσικοί που παίζουμε μαζί στα λάιβ (Χρήστος Ηλιόπουλος, Χρήστος Ζελελίδης, Κατερίνα Σιαμά, Δήμητρα Αποστόλου) και εδώ συναντιέμαι για πρώτη φορά με τον Ευγένιο Μπένση και την Αλέκα Γιανναδάκη, ενώ υπάρχει και ένα ντουέτο με την Τέτη Κασιώνη. Χωρίς τους αγαπητούς συνεργάτες δεν υπάρχει τίποτα. Επ' ευκαιρία, θέλω να πω πως απορώ με τους καλλιτέχνες που βάζουν μόνο το δικό τους όνομα στις αφίσες και όχι των μουσικών με τους οποίους παίζουν μαζί... Μόνοι τους παίζουν; Θα πρέπει επίσης να πω πως και στο εικαστικό μέρος συναντιόμαστε και πάλι με την Γιώτα Γεωργαλή (ο πίνακας του εξωφύλλου είναι και πάλι δικός της), αλλά με την εξαιρετική γραφίστρια Αργυρώ Σταυράκου (με την οποία είμαστε χρόνια φίλοι), ενώ οι ίδιοι φωτογράφοι έχουν τραβήξει τις φωτογραφίες (Ερατώ Λιόλιου, Κωνσταντίνος Πατραμάνης). Μ’ αρέσει να συναντιόμαστε οι ίδιοι ξανά. Νιώθω ότι βρίσκομαι στα καλύτερα χέρια! Και στον επόμενο δίσκο με τους ίδιους ανθρώπους επιθυμώ να δουλέψω!



Στο τραγούδι "Μια Άλλη Αθήνα" μιλάς για το χαμένο πρόσωπο της πόλης στην οποία μεγάλωσες. Η σημερινή Αθήνα έχει πράγματα που να σε ελκύουν; Σκέφτηκες ποτέ να την εγκαταλείψεις, να ζήσεις και να δημιουργήσεις κάπου αλλού;

Ναι, με αφορμή μια ερωτική ιστορία, μιλάω για μια Αθήνα που δεν υπάρχει πια. Η Αθήνα είναι ο χώρος που ζω όλα αυτά τα χρόνια -  και πιο συγκεκριμένα μια κάπως απόμερη γειτονιά της, ο Καρέας. Ειδικά από τον Καρέα θα μου ήταν πολύ δύσκολο να φύγω, ελπίζω να μη χρειαστεί ποτέ, εκεί έχω ζήσει όλη μου τη ζωή. Υπάρχουν μέρη που λατρεύω, όπως λ.χ. τα Κύθηρα. Αλλά ο Καρέας είναι, θα έλεγα, η ιδιαίτερη πατρίδα μου. Όσο και να αλλάζουν όλα, εκεί υπάρχουν τα "πατήματά" μου, ο τόπος με γνωρίζει - κι εγώ το ίδιο. Η οικειότητα που λέγαμε και πριν. Μ’ αρέσουν οι ρίζες, μ’ αρέσει η επανάληψη όσων αγαπώ να κάνω. Και το τραγούδι αυτό που λέει είναι πως κάτω από τη νέα άσφαλτο υπάρχει η παλιά, γνώριμη πόλη. Οι παλιές ταμπέλες, οι παλιές διαφημίσεις, τα παλιά κτίρια, τα παλιά μαγαζιά, τα πιο οικεία. Και όλα αυτά φανερώνονται στα μάτια της ψυχής σου.

Μέσα από τα social media παίρνεις συχνά θέση σε διάφορα ζητήματα της πολιτικής επικαιρότητας. Θεωρείς ότι πρέπει οι καλλιτέχνες να παίρνουν οπωσδήποτε θέση; Και ποιο είναι το κόστος μιας έντονα πολιτικοποιημένης στάσης;

Νομίζω ότι ζούμε σε μια ιδιαίτερη φορτισμένη περίοδο ως προς την πολιτική και είναι μεγάλη η ανάγκη της αναφοράς στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα. Ως πολίτες σίγουρα πρέπει να παίρνουμε οπωσδήποτε θέση, ο δικός μας κόσμος είναι, οι δικές μας ζωές. Όσο για τους καλλιτέχνες, νομίζω ότι αυτό έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβάνεται ο καθείς τον ρόλο του ή τη θέση του. Εγώ, ναι μεν παίρνω συχνότατα θέση, αλλά δεν το κάνω από το μουσικό προφίλ μου στο Facebook, για παράδειγμα, αλλά από τη δική μου - μη μουσική - σελίδα. Επίσης, τα τραγούδια μου είναι πολύ σπάνια πολιτικά (φυσικά αυτό δε σημαίνει ότι κατακρίνω κάποιον που κάνει πολιτικό τραγούδι). Έχω, λοιπόν, άποψη, έχω θέσεις, δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αλλά σε γενικές γραμμές όλο αυτό διοχετεύεται κάπως ισορροπημένα, θέλω να ελπίζω. Φυσικά και έχει κάποιο αντίκτυπο η αποτύπωση της πολιτικής θέσης, συχνά επηρεάζει αρνητικά κάποιους ανθρώπους με αντίθετες απόψεις, αλλά δεν πειράζει, δε μπορούμε να αγαπάμε όλοι όλους και για τα πάντα!

Ως τραγουδοποιό σε γνωρίσαμε επισήμως το 2006, όμως η ιστορία σου με τη μουσική πάει πολύ πιο πίσω, σε συνεργασίες με γνωστούς δημιουργούς, όπως ο Βασίλης Καζούλης. Τι εμπειρίες αποκόμισες από εκείνα τα χρόνια;

Πράγματι, η πρώτη μου, ας πούμε, δημόσια παρουσία - εννοώ εκτός των λυκειακών συναυλιών τοπικού χαρακτήρα - λαμβάνει χώρα το 1989 (πήγαινα ακόμα σχολείο) στην εκπομπή του Γιώργου Αραπάκη "Το Μουσικό Εργαστήρι της ΕΡΑ-2", όπου και πήρα το βραβείο κοινού. Κατόπιν, το 1994 έπαιξα σε πολλές συναυλίες του Βασίλη Καζούλη ως μπασίστας, κάτι που έκανα και αργότερα σε κάποιο άλλο μουσικό σχήμα. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 ξεκίνησα τις προσπάθειές μου για να μπω στη δισκογραφία, οι πόρτες όμως ήταν κλειστές: άλλοτε δεν τους άρεσα και άλλοτε δεν συνέτρεχαν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, υποθέτω. Ωστόσο, συνεργάστηκα με εξαιρετικούς μουσικούς και έμαθα πολλά παίζοντας μαζί τους. Το 2001 είχα την πρώτη μου δισκογραφική παρουσία ως στιχουργός στο κομμάτι του Νίκου Ζιώγαλα "Ποια Θάλασσα", το οποίο τραγούδησε η Αναστασία Μουτσάτσου στον δίσκο Κέρασμα. Από το 2004 ξεκίνησα την ηχογράφηση του πρώτου μου δίσκου που κυκλοφόρησε δύο χρόνια μετά, με τίτλο Το Πιο Όμορφο Παράθυρο Της Πόλης. Μέσα σε σχεδόν δύο δεκαετίες μουσικών προσπαθειών, ήρθε το πέρασμα από τον (συχνά καλώς εννοούμενο) ερασιτεχνισμό των πρώτων συγκροτημάτων και τοπικών συναυλιών σε μια πιο επαγγελματική αντιμετώπιση της διαδικασίας και μόνο - καθώς ποτέ δεν βιοπορίστηκα αποκλειστικά από τη μουσική. Έμαθα, όμως, τα όριά μου, απέκτησα ένα μέτρο, δεν επέτρεψα στον εαυτό μου να "την ψωνίσει", όπως θα λέγαμε, έμαθα τα στοιχειώδη κοντά σε μουσικούς και δασκάλους (όπως η εξαιρετική τραγουδίστρια και καθηγήτρια φωνητικής Σοφία Νοητή) και τελικά έφτασα στο συμπέρασμα πως, αν δεν γεννηθείς με το υπέρλαμπρο χάρισμα αλλά με κάποιο σχετικό ταλέντο και δεν έχεις και τις κατάλληλες διασυνδέσεις (που πολλοί άλλοι έχουν και σε προσπερνάνε στον δρόμο), τότε οφείλεις στον εαυτό σου, στο όνειρό σου, στη... μελλοντική νοσταλγία σου, να πάρεις τα πράγματα στα χέρια σου και να προσπαθήσεις να καταγράψεις τα τραγούδια σου (ή την όποια άλλη μορφή τέχνης) με δικά σου έξοδα και χωρίς να διατηρείς αυταπάτες ως προς τα μελλούμενα. Το ότι το κάνεις και μόνο, είναι πλούτος, είναι αγάπη, είναι όνειρο.



Η Peter Sellers Appreciation Society είναι ακόμα δραστήρια; Πες μας λίγα λόγια σχετικά.

Η PSAS δημιουργήθηκε πριν από περίπου 17 χρόνια με σκοπό να ενώσει τους θαυμαστές του έργου του Peter Sellers και να αποκρούσει μια κακεντρεχή, υποτιθέμενη βιογραφία του ηθοποιού, η οποία δυστυχώς έγινε και ταινία και σίγουρα δε χρειάζεται να την αναφέρουμε καν, μην κάνουμε και διαφήμιση σε τέτοιες αηδίες. Γύρω από το PSAS, το οποίο ξεκίνησε η Maxine Ventham, συγγραφέας, δημοσιογράφος και θαυμάστρια του Sellers, συγκεντρώθηκε η οικογένειά του, μακροχρόνιοι φίλοι του ηθοποιού, συνεργάτες και βέβαια θαυμαστές. Εγώ ήμουν συλλέκτης του έργου του για χρόνια και είχα ήδη ξεκινήσει την έρευνα και συγγραφή ενός σχετικού βιβλίου, το οποίο όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ανέλαβα ευρωπαϊκός αντιπρόσωπος του PSAS και από το 2002 πρόεδρος. Είχαμε μια σταθερή τριμηνιαία έκδοση περιοδικού για τα μέλη μας (με συνεντεύξεις, αφιερώματα, σπάνιο υλικό και διάφορα άλλα), η οποία σταμάτησε πριν 2 χρόνια. Ακόμα, πραγματοποιήσαμε συναντήσεις με προβολή υλικού που είχε μείνει για χρόνια στην αφάνεια, συνδιοργανώσαμε αφιερώματα σε πολλά φεστιβάλ (όπως του 2000 στις Νύχτες Πρεμιέρας στην Αθήνα) και δανείσαμε υλικό, πληροφορίες και ό,τι άλλο ήταν δυνατό για όλα αυτά τα χρόνια. Η PSAS έχει πλέον σελίδα στο facebook και ελπίζουμε σύντομα να έχουμε πάλι και site, αν και είναι δύσκολο να βρεθεί κάποιος να το φροντίσει σε εθελοντική βάση.

Πώς θα υποστηρίξεις συναυλιακά το νέο άλμπουμ; Έχεις να μας ανακοινώσεις συγκεκριμένες ημερομηνίες εμφανίσεων;

Ως μουσικοί αντιμετωπίζουμε πολλές δυσκολίες, όπως ξέρεις. Πιστεύω πως θα κάνουμε παρουσίαση του δίσκου προς το τέλος του Σεπτέμβρη. Από εκεί και πέρα θα δοκιμάσουμε να κινηθούμε με ένα σχήμα 3-4 ατόμων, είτε ηλεκτρικά, είτε ακουστικά. Μακάρι να μπορούσαμε να βγούμε όπως θα θέλαμε αλλά αναγκαστικά πρέπει να προσαρμοστούμε.

Τέλος, τι σχέδια κάνεις για τη συνέχεια, μουσικά και άλλα; Θα επισκεφθείς και αυτό το καλοκαίρι τα αγαπημένα σου μέρη;

Μετά από αυτόν τον δίσκο νιώθω εντελώς άδειος, έκανα και είπα ό,τι ακριβώς ήθελα, ήταν, θα έλεγα, ο δίσκος που ονειρευόμουν. Αλλά είμαι σίγουρος πως ήδη κάτι έχει αρχίσει να κινείται μέσα μου για επόμενο δίσκο - φυσικά, άγνωστο σε πόσα χρόνια και υπό ποίες συνθήκες. Τώρα, σε ένα διάλειμμα από όλες τις υπόλοιπες ασχολίες μου, ονειρεύομαι να επανακάμψω στα αγαπημένα μου καλοκαιρινά μέρη: Νάξος, Κύθηρα, Ποτάμι. Για λίγο μεν, αλλά καλύτερα από το τίποτα!

Αξιολόγηση
Βαθμολογήστε το άρθρο
10,0 / 10 (σε 2 αξιολογήσεις)
Για να αξιολογήσετε επιλέξτε το επιθυμητό αστέρι

Κωδικός επιβεβαίωσης, γράψτε τους χαρακτήρες που βλέπετε στην εικόνα

Διαβάστε ακόμα