Σκέψεις πάνω στην τελευταία εργασία των αδελφών Κατσιμίχα με τίτλο Beat Poetry

Ένας καλός φίλος του Mixgrill μοιράζεται μαζί μας τις σκέψεις του από την ακρόαση του δίσκου 
Διαβάστηκε φορες
Έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε το κείμενο του Απόστολου, ενός καλού φίλου του Mixgrill, με τις σκέψεις του σχετικά με την πιο πρόσφατη δισκογραφική δουλειά των αδελφών Κατσιμίχα με τίτλο Beat Poetry.



















VEDOVA Emilio - Spagna Oggi


Η ιδέα αυτού του κειμένου έπεσε στο τραπέζι πριν από ένα μήνα περίπου από τον orestis, ενός εκ των συντακτών του mix grill. Αφορμή αποτέλεσαν –όπως πάντα!- οι  μουσικές μας περιδινήσεις, συνηφασμένες με βόλτες σε ένα τυπικό ιστορικό κεντρό μιας βορειοευρωπαϊκής πόλης. Αποδέχθηκα την πρόταση-πρόκληση  με πολύ χαρά (και λίγο άγχος...), ωστόσο λόγω βεβαρημένου προγράμματος έπρεπε να μεταθετηθεί το κείμενο μετά το πέρας του Ιουνίου. Και εδώ είμαστε τώρα!

Προς τι όμως αυτή η εισαγωγή; Όταν ο orestis μου πρότεινε να γράψω ένα σχόλιο για τον δίσκο, εγώ τον είχα ήδη ακούσει  καμμιά δεκαριά φορές και πίστευα, ότι σε γενικές γραμμές είχα κατασταλλάξει. Είχα σχεδόν όλο το κείμενο στο μυαλό μου και απλώς περίμενα να περάσει ο Ιούνιος, για να καθίσω με την ησυχία μου να το γράψω. Τί άμωμος βλακεία! Οχι μόνο είχα ξεχάσει, τί ήθελα να γράψω, αλλά και την αίσθηση που είχα αποκομίσει από όλο το δίσκο. Μικρό το κακό σκέφτηκα. Απλώς θα χρειαστεί να ξανακούσω το δίσκο μερικές φορές ακόμα και θα ξανάρθουν όλα. Δεν έγιναν όμως έτσι τα πράγματα. Για την ακρίβεια οι ενεργοποιούμενοι συνειρμοί αυτή τη φορά κινήθηκαν σε τελείως διαφορετικές κατευθύνσεις απ’ ότι πριν, κάτι που με χαροποίησε ιδιαιτέρως και ενίσχυσε την καλή μου άποψη για τον δίσκο, αλλά και με προβληματισε για την κατεύθυνση που θα  'πρεπε να ακολουθήσω γράφοντας αυτό το κείμενο.

Παρόλα αυτά, και για να καταφέρουμε να συνεννούμαστε μεταξύ μας, οι άξονες που θα βασιστώ είναι οι εξής:

της αισθητικής αλήθειας. Δηλαδή, χονδρικά, κατα πόσο ένα έργο τέχνης είναι αυθύπαρκτο, αυθεντικό και ειλικρινές απέναντι στον εαυτό του αλλά και σε εμάς και

της ενεργοποίησης του συνειρμικού μηχανισμού ως μέτρο έντασης των ψυχικών δονήσεων δια της αλληλεπίδρασης με το έργο, βάσει της  αρχής της ενδοσυμπάθειας
(δυστυχώς κάποιο εμπεριστατωμένο κείμενο  γι’αυτές τις έννοιες δεν βρήκα στο διαδίκτυο, μπορώ να συστήσω μόνο τη «Στοιχειώδης αισθητική» του Β. Ραφαηλίδη, εκδόσεις του εικοστού πρώτου).

Ξεκινάμε.

Όνειρο του κατμαντού: βουδιστικά σύμβολα μπλέκονται με αλχημιστικά πειράματα στις ανέσπερες όχθες του γιουγκιανού συλλογικού ασυνείδητου. Μια σκιά σκάει  πάνω τους μαζί με το κύμα. Είναι η σκιά μια αραχνης. Μιας αράχνης φτιαγμένης από εκατομύρια χαπάκια LSD…

Στην τύχη: πίσω από τους λόφους εμφανίζεται η πόλη του Blade Runner. Πλέον όμως, εκεί που κάποτε ήταν εργοστάσια που έβηχαν όλο το χρόνο φωτιά και θάνατο, υπάρχουν πυραμίδες κινέζικες, της ατλαντίδας και των Μάγια. Πάνω τους είναι σκαλισμένοι οι κανόνες του έρωτα σε χίλιες διαφορετικές γλώσσες και όμως ο προσκυνητής μπορεί να τις κατάλάβει όλες. Ακόμα και ανακατεμένες. Ο θρύλος λέει, ότι όλα άλλαξαν όταν ένα αδέσποτο σκυλί έφαγε τον τελευταίο καρπό του απαγορευμένου δέντρου. Τότε κατάλαβε και ακούστηκε μετά από αιώνες το χαρούμενο τραγούδι της κέλτικης φλογέρας που αναγγέλλει την άφιξη του ήλιου.

Τα παράξενα πουλιά του Σαν Φρανσίσκο: ήρθαν πάλι από ένα απομακρυσμένο νησί του ειρηνικού που ανήκει στο σημερινό Εκουαδόρ. Οπως και τότε έψαχναν Εκείνον. Τότε, όμως, συνάντησαν μόνο τον Ινδιάνο Σεκόγια. Ήξεραν, ότι δεν ήταν Αυτός, αλλά τον αγάπησαν, γιατί κάθισε να μάθει την γλώσσα τους και μιμήθηκε το πέταγμά τους. Έφυγαν άλλα ήξεραν ότι δεν θα αργούσε ο ερχομός Του. Τη δεύτερη φορά που ήρθαν ο κόσμος είχε αλλάξει και Ινδιάνος δεν υπήρχε παρά μόνο ως καπνός από τσιγάρα. Ξαφνικά όμως Τον άκουσαν να τραγουδάει στη γλώσσα τους. Εκείνος είχε έρθει! Σηκώθηκαν να Τον βρούν, να Τον προσκυνήσουν. Δεν τα κατάφεραν. Βαλσαμωμένα τώρα τα παράξενα πουλιά του Σαν Φρανσίσκο μέσα από τη τζαμαρία κοιτούν την κυρία απέναντι να μοιράζει κόκα-κόλα και μυλόπιτα στο μέλλον της χώρας αποχαιρετώντας το. “Bye, bye…”

Μόλωχ: το 1961 ο Μόλωχ ήταν τα διεθνή τραστς και οι κατα τόπους μαριονέτες-κυβερνήσεις τους (οποιαδήποτε ομοιοτητα με σημερινά άτομα ή κατάστασεις δεν είναι συμπτωματική). Σήμερα ξέρουν όλοι. Και σιωπούν όλοι . Πλέον ο Μόλωχ είμαστε εμείς. Η πραγματικότητα ξεπέρασε τον μύθο, παραγκωνίζοντάς τον, δίνοντας του μια περίοπτη θέση στα ράφια της ιστορίας ανάμεσα σε φρούδες ελπίδες και αιματοκυλυσμένες επαναστάσεις.

Επιστροφή στην Ταιμς Σκουέαρ: επιστροφή στη μήτρα του αμερικανικού ονείρου. Μου άφησε μια σύγχυση.

Μανχάταν: το ποίημα αυτό –σε συνδυάσμό με την μελοποίησή του πάντα- δεν αφήνει περιθώρια στον ακροατή να ξεφύγει στις προσωπικές του ατραπούς. Απλώς σε κατακλύζει. Υπέροχο.

Οι μέρες των ποιημάτων μου: ο ποιητής Γκρέγκορυ Κορσο μας προσκαλεί να μας ξεναγήσει στα όνειρά του. Θα ταξιδέψουμε καβάλα σε ένα σύννεφο, παρέα με τον Δία. Συντροφία θα μας κρατήσουν οι Μούσες  και αν μας συμπαθήσουν ποιός ξερει;  Ίσως μας ψιθυρίσουν κάτι στο αυτί... (πώς ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός μπορεί να είναι  σύγχρονος και να αποτελεί πηγή δημιουργίας χωρίς να είναι κιτς...)

Απατεώνες του κόσμου: είναι από εκείνα τα ποιήματα που στιγμάτισαν τις επόμενες γενιές και αποτέλεσαν οδηγό για 5 369 217 παραπληγικούς κλώνους που ακολούθησαν. Εδώ πρωτότυπα αποσπάσματα  με ένα μουσικό χαλί που χωρίς να κόβει κάτι από τον ιδεαλισμό και την ελπίδα που υπάρχει στο τέλος, δίνει και μια πραγματιστική διάθεση. Από τα τελευταία ποιήματα που θα 'πρεπε να διδάσκονται τα παιδιά πριν τελειώσουν το σχολείο.

Καρδιά στο κλουβί: σύνοψη της παγκόσμιας ανθρώπινης ιστορίας δια χειρός Τσαρλς Μπουκόφσκι. Μόνο εάν δούμε τον εαυτό μας κατάματα θα καταφέρουμε να προχωρήσουμε και η αλήθεια είναι, ότι «το μίσος είναι η μοναδική πραγματικότητα» όπως και ότι «...το όπλο/ υπάρχει μόνο το όπλο./Κι αυτός που το εξουσιάζει.»

America-Ουρλιαχτό: ο Μπλέηκ δεν θα μπορούσε να φανταντεί έναν τόσο ζοφερό εφιάλτη. Κι όμως είναι αλήθεια. Είναι η πραγματικότητα. Ο καπιταλισμός γυμνός. Σαν τον Ντόριαν Γκρέυ μπροστά από το πορτραίτο του κοιτάζει τον αγαπημένο του λαό και συλλογίζεται νούμερα και στατιστικές. Οι άνθρωποι δεν υπάρχουν πουθενά. Από τα καλύτερα ποιήματα των beat.

Αγαπητή Τζέην: το ταξίδι μύησης φτάνει στο τέλος του. Τελευταία συμβουλή πριν βγούμε πάλι στο κόσμο: «ξέχνα ή πολέμησε». Η ευθύνη δική σου.

Η εργασία αυτή των αδελφών Κατσιμίχα δεν επιχειρεί μια ριζοσπαστική μελοποίηση beat ποιημάτων –όπως π.χ. έκανε η Πλάτωνος με τον Καβάφη πριν ενάμιση χρόνο- αλλά εκτιμώ πως στόχος της ήταν να μας παρουσιάσει την γενιά των beat ποιητών και να μας βάλει «στο τρυπάκι» να ψάξουμε γι’ αυτούς. Ποιοί ήταν οι beat; Γιατί αυτό το όνομα; Πότε έδρασαν; Ποιά ήταν η θεματολογία τους; Κλπ,κλπ.. Σε κάποια από αυτά τα ερωτήματα δίνονται απαντήσεις, σε κάποια άλλα όχι, ενώ σίγουρα με την ακροάση του δίσκου δημιουργούνται καινούργια προς περαιτέρω διερεύνηση. Το σημαντικότερο όμως ερώτημα για μένα είναι: τί έχει να μας πει εμάς σήμερα το έργο των beat; Ας πούμε ότι η κραυγή του βορειοευρωπαίου Μουνχ φτάνει, δια της αντανακλάσεως της στον καθάριο καθρεφτη των beat, ενισχυμένη στον ευρωπαϊκό νότο… Από το να διαβάζει κάποιος καθημερινά στείρες οικονομικές και κοινωνιολογικές αναλύσεις για τα «καλά» που μας προσφέρει η κακομαθημένη κόρη του καπιταλισμού, η παγκοσμιοποίηση, αρκεί μια κατάδυση στα εμνευσμένα  κείμενα τους.

Ο δίσκος συμπληρώνεται από μεταφράσεις των ποιημάτων από τους ίδιους τους δημιουργούς, κατατοπιστικά κείμενα και σχόλια και όλα αυτά συνηφασμένα με φωτογραφίες της περιόδου –κάποιες από τις οποιές καρτ-ποσταλίζουν επικίνδυνα...

Ενας δίσκος που αξίζει την προσοχή και την υποστήριξη όλων μας.

Καλή ακρόαση!


Αξιολόγηση
Βαθμός άρθρου
10,0 / 10 (σε 2 αξιολογήσεις)
Για να αξιολογήσετε επιλέξτε το επιθυμητό αστέρι

Κωδικός επιβεβαίωσης, γράψτε τους χαρακτήρες που βλέπετε στην εικόνα

Διαβάστε ακόμα