Blur The Ballad of Darren

Blur - The Ballad Of Darren

Αναζητώντας το φως μέσα στο σκοτάδι.

Διαβάστηκε φορες

Βαθμολογία:

7

Τι θα ακούσετε:

pop, rock, folk


Έχουν περάσει οκτώ ολόκληρα χρόνια από την κυκλοφορία του τελευταίου δίσκου των Blur "The Magic Whip". Ο κόσμος άλλαξε και μαζί με αυτόν και οι ζωές του Damon Albarn, του κιθαρίστα Graham Coxon, του μπασίστα Alex James και του ντράμερ Dave Rowntree, ακολουθώντας ο καθένας solo μουσικές διαδρομές, για να επανέλθουν δυναμικά σαν τετράδα με την κυκλοφορία του "The Ballad Of Darren", ίσως την πιο μεστή κυκλοφορία των Blur από την εποχή του "13".

Παρόλο που το άλμπουμ επαναφέρει στο προσκήνιο πολλά στοιχεία από τις britpop μέρες του συγκροτήματος, υπάρχει και μια αίσθηση μελαγχολίας που διατρέχει τις συνθέσεις, κάνοντας τους Blur να έχουν περισσότερα κοινά τώρα πια με τους Arctic Monkeys των δυο τελευταίων δίσκων παρά με τους πάλαι ποτέ ανταγωνιστές και «εχθρούς» Oasis. Κατά βάση μιλάμε για ενδοσκοπική indie rock, με μουσική γαρνιτούρα από ορχηστρική lounge pop.

Το "The Ballad Of Darren" είναι συνυφασμένο με τις δυσκολίες και την απώλεια που βίωσε ο Albarn τα τελευταία χρόνια: χωρισμοί, ο θάνατος καλών φίλων (ένας εξ' αυτών και ο roadie της μπάντας Darren), πανδημία και ένας διαρκώς μεταβαλλόμενος κόσμος. Τραγουδάει για όλους εκείνους τους δρόμους που δεν ακολούθησε στο ακουστικό "The Everglades", με τη φωνή του να σπάει και να γίνεται οικεία στον ακροατή, ενώ στο "The Heights" είναι σαν κάποιος να άναψε τα φώτα στο δωμάτιο, έστω και για λίγο. Παρά την έντονα προσωπική θεματολογία του δίσκου, με τον Albarn να προσπαθεί να ξορκίσει παλιούς δαίμονες, το τελικό αποτέλεσμα είναι αναμφισβήτητα Blur.

Το single "St Charles Square" μάς γυρίζει στους πρώτους δίσκους τους, με την feel good μελωδία και τη χορωδία επιφωνημάτων στο ρεφρέν, ενώ το "Barbaric" φέρνει την κιθάρα μπροστά, δίνοντας την ευκαιρία στον Coxon να μας ξαναθυμίσει πόσο καλός κιθαρίστας είναι και να ελαφρύνει τη στεναχώρια που αναδύουν οι στίχοι του Albarn. Είναι γεγονός πως ο frontman βρίσκει παρηγοριά και ασφάλεια στα υπόλοιπα μέλη των Blur, κάτι που δεν αφήνει το άλμπουμ συνολικά να βυθιστεί στη μιζέρια και τη μελαγχολία, κάνοντας όμως μερικά τραγούδια λιγότερο αξιομνημόνευτα λόγω της παραπάνω από το λειτουργικό βαριάς θεματικής (βλ. το "Far Away Island").



Ειδικά ο Coxon είναι ο φορέας της ευφροσύνης σε όλο το άλμπουμ, είτε μέσω των κομψών κιθαριστικών του ριφ είτε μέσω των απολαυστικών φωνητικών του. Στο "The Narcissist ο Albarn τραγουδάει "I hear no echoes", με τον Coxon πίσω του να κοροϊδεύει περίπου το "no echoes", μια σειρά αργότερα. Ο Albarn τραγουδά "There was distortion everywhere', ο Coxon στη συνέχεια επιβεβαιώνει με σαφήνεια, «Everywhere!». Είναι μια παράξενα ταιριαστή υπενθύμιση της εφήμερης φύσης αυτής της μπάντας, ότι η δύναμή τους μαζί μπορεί να διαρκέσει μόνο για μια σύντομη στιγμή, αφού όταν οι Blur ολοκληρώσουν την παγκόσμια περιοδεία επανένωσης, θα επιστρέψουν ο καθένας στα αντίστοιχα solo έργα και τα σπίτια τους και ο Albarn θα συνεχίσει τη μοναχική του καλλιτεχνική παραγωγή.

Για όσους αναζητούν ένα άλμπουμ Blur που να αναπαράγει τη δημιουργική ακμή τους της δεκαετίας του '90, τότε το "The Ballad of Darren" δεν είναι ακριβώς αυτό. Ενώ είναι τόσο στοχαστικό, όσο οι πάντα εύστοχες σκέψεις του Albarn για τη βρετανική ζωή και ταυτότητα, ο φακός είναι στραμμένος προς τα μέσα και το συγκρότημα παλεύει με το πώς να προχωρήσει μπροστά. Και όμως, όπως διαβεβαιώνει ο Albarn, αυτά είναι ακόμα τραγούδια των Blur, που συνδέονται με το παρελθόν της μπάντας, ενώ στρέφουν το βλέμμα τους προς το μέλλον.

Το να μεγαλώνεις μπορεί να είναι λυπηρό, αλλά οι Blur ξέρουν ότι το φως έρχεται μετά το σκοτάδι. Σε δέκα τραγούδια μπορείτε να ακούσετε το καθένα να προσπαθεί να το βρει, χέρι-χέρι, νότα-νότα.


Tags
Διαβάστε ακόμα